Η φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να γίνει εργαλείο ανάπτυξης

Ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ Μιχάλης Αντωνίου μιλά στο Economy Today για τις κρίσιμες ισορροπίες που πρέπει να επιτευχθούν στο νέο φορολογικό πλαίσιο, τον ρόλο της Πράσινης Φορολογίας και τα μέτρα στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Συνέντευξη στον Ξένιο Μεσαρίτη

«Δεν είμαστε πια στο 2013», τονίζει με νόημα ο Μιχάλης Αντωνίου, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ίση φορολογική μεταχείριση Κυπρίων και ξένων επενδυτών. Η συνέντευξη του Γενικού Διευθυντή της ΟΕΒ αποτυπώνει με σαφήνεια το διακύβευμα της φορολογικής μεταρρύθμισης. Όχι μια απλή προσαρμογή, αλλά μια ευκαιρία για εκσυγχρονισμό και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Ο ίδιος θέτει ως προτεραιότητα τη μείωση του φορολογικού βάρους στην εργασία, την έγκαιρη εφαρμογή του πλαισίου, αλλά και την ουσιαστική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Με αιχμές για τις καθυστερήσεις και τη βαρύτητα των πράσινων φόρων, ο Μιχάλης Αντωνίου προτάσσει ένα πλαίσιο που θα σέβεται τον επιχειρηματία και θα ενισχύει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.

Η ΟΕΒ έχει υπογραμμίσει την ανάγκη μείωσης της φορολόγησης της εργασίας, αναφερόμενη σε εισφορές όπως αυτές στο Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής και το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού. Πώς πιστεύετε ότι η μείωση ή κατάργηση αυτών των εισφορών θα επηρεάσει την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων;

Πριν απαντήσω, πρέπει να εξηγήσω επιγραμματικά τη φύση των δύο αυτών ταμείων για να αντιληφθούν και οι αναγνώστες τη θέση της ΟΕΒ.

Η νομοθεσία επιβάλλει μόνο στους εργοδότες εισφορά σε «Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής» ύψους 2% επί του συνολικού μισθολογίου. Η εισφορά αυτή συνιστά καθαρή φορολογία που καταλήγει στο πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας, χωρίς να υπάρχει κάποιο ειδικό ταμείο κοινωνικής συνοχής, ούτε καν ειδικός λογαριασμός στο γενικό ταμείο του Κράτους.

Σε ό,τι αφορά το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού (ΤΠΠ), σύμφωνα με τον Νόμο κάθε εργοδότης συνεισφέρει σε αυτό 1,2% επί των μισθών των εργαζόμενων. Με δεδομένο ότι το Ταμείο είναι οικονομικά εύρωστο και διασφαλισμένο έναντι οποιωνδήποτε μελλοντικών απαιτήσεων, έχουμε ζητήσει μείωση της εργοδοτικής εισφοράς στο 0,6%. Το ΤΠΠ δημιουργήθηκε για να πληρώνει αποζημιώσεις σε εργαζόμενους που απολύονται ως πλεονάζον, σε αυτό εισφέρουν μόνο οι εργοδότες και τα τελευταία 30 χρόνια τα έσοδα είναι πολλαπλάσια των πληρωμών που κάνει (με μόνη εξαίρεση τα δύο πέτρινα χρόνια 2013 και 2014), με αποτέλεσμα να έχουμε ένα τεράστιο αποθεματικό που σύντομα θα αγγίξει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Έχει δηλαδή μετατραπεί σε καθαρή φορολογία της εργασίας.

Η μείωση του εργατικού κόστους, θα δώσει μεγαλύτερο περιθώριο για πρόσληψη προσωπικού, επένδυση σε υποδομές, βελτίωση των προϊόντων και υπηρεσιών και κατ’ επέκταση αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Περιττό να τονίσω ότι το εργατικό κόστος αποτελεί κρίσιμο συστατικό για τη βιώσιμη λειτουργία των επιχειρήσεων που εξ ορισμού λειτουργούν με περιορισμένα περιθώρια κέρδους.

Η προτεινόμενη αύξηση του εταιρικού φόρου από 12,5% σε 15% έχει χαρακτηριστεί από την ΟΕΒ ως αμφοτεροβαρής, καθώς αυξάνει το φορολογικό βάρος αλλά ταυτόχρονα αντιμετωπίζει διεθνείς επικρίσεις. Ποια είναι η θέση σας για την ισορροπία μεταξύ διατήρησης της ελκυστικότητας του φορολογικού πλαισίου και συμμόρφωσης με διεθνείς απαιτήσεις;

Κατ’ αρχάς να τονίσω ότι για την ΟΕΒ είναι σημαντικό η φορολογική μεταρρύθμιση να συμβάλλει στη μείωση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας που οδηγεί στην άδικη κατανομή των φορολογικών βαρών και σε στρεβλώσεις, όχι μόνο της καταναλωτικής συμπεριφοράς των πολιτών, αλλά και των όρων ανταγωνισμού σε βάρος των επιχειρήσεων που δρουν νόμιμα έναντι εκείνων που παρανομούν.

Σ΄ ό,τι αφορά τον εταιρικό φόρο, παρόλο που η θέση μας είναι η διατήρηση του στο 12,5%, μέσα από το περίγραμμα της Φορολογικής Μεταρρύθμισης διαφαίνεται ότι το σύνολο του πακέτου διατηρεί τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και την ελκυστικότητα του κυπριακού φορολογικού πλαισίου. 

Η αύξηση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή από το 12,5% στο 15%, αν και οδυνηρή, βελτιώνει την αξιοπιστία της χώρας μας ως επενδυτικού προορισμού, αίροντας τη διεθνή αρνητική κριτική. Η εναρμόνιση με διεθνείς νόρμες ενισχύει τη φήμη της Κύπρου ως αξιόπιστης, διαφανούς και ελκυστικής επικράτειας για επενδύσεις.

Η ΟΕΒ έχει εκφράσει ικανοποίηση για την κατάργηση της λογιζόμενης διανομής μερισμάτων, θεωρώντας το ως βήμα προς την εξομάλυνση της φορολογικής μεταχείρισης μεταξύ Κυπρίων και ξένων επενδυτών. Πώς εκτιμάτε ότι αυτή η αλλαγή θα επηρεάσει το επενδυτικό κλίμα και την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Κύπρο;

Η λογιζόμενη διανομή μερισμάτων επηρεάζει μόνο Κύπριους φορολογικούς κατοίκους, όχι ξένους, δημιουργώντας φορολογική ανισότητα ανάμεσα στους δύο. Η κατάργησή της αποτελεί σημαντική φορολογική τομή την οποία η ΟΕΒ είχε διεκδικήσει μετ’ επιτάσεως. Δεν αφορά μόνο τεχνικά φορολογικά ζητήματα, συνιστά ουσιαστικό εκσυγχρονισμό και ομαλοποίηση του φορολογικού πλαισίου.

Η λογιζόμενη διανομή μερισμάτων είναι ένας μηχανισμός που υπολογίζει ότι αν μια κυπριακή εταιρεία δεν διανείμει τα κέρδη της εντός δύο ετών, τότε θεωρείται (λογίζεται) ότι το έχει κάνει και φορολογείται με ποσοστό 17% επί του 70% των κερδών – έστω και αν τα κέρδη δεν διανεμήθηκαν ή ακόμα έστω και αν δεν πραγματοποιήθηκαν. Εδώ να ανοίξω μικρή παρένθεση για να πω ότι όταν μια επιχείρηση εκδίδει τιμολόγιο, το ποσό του τιμολογίου θεωρείται εισπραχθέν και συνυπολογίζεται στα έσοδα, έστω κι αν ο πελάτης δεν πλήρωσε ποτέ την οφειλή του προς την επιχείρηση.

Με την κατάργησή της, οι ντόπιοι επενδυτές θα αντιμετωπίζονται σχεδόν με τον ίδιο τρόπο όπως και οι ξένοι, αφού πλέον θα φορολογούνται μόνο σε όσα κέρδη πραγματικά διανέμονται στους μετόχους και με ποσοστό 5% αντί 17%, αυξάνοντας το αίσθημα ισότιμης φορολογικής μεταχείρισης. Έτσι, ενισχύεται η δυνατότητα για επανεπένδυση κερδών ειδικά σε παραγωγικές ή καινοτόμες δραστηριότητες και σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις, βελτιώνεται ακόμα περισσότερο το επιχειρηματικό περιβάλλον για όλους.

Αναγνωρίσαμε ως αναγκαίο να δοθούν φορολογικά κίνητρα σε ξένους επενδυτές, την περίοδο που η Κύπρος βούλιαζε και χρειαζόταν απεγνωσμένα φρέσκο χρήμα για να αποφύγει τη χρεοκοπία. Όμως δεν είμαστε πια στο 2013, το κυπριακό επιχειρείν έχει πλέον δυναμικό αποτύπωμα στην εγχώρια και διεθνή αγορά και η άνιση φορολογική του μεταχείριση έναντι ξένων ομοειδών επενδύσεων, δημιουργεί ως μη έδει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού. Εξάλλου αν η πορεία αποπαγκοσμιοποίησης της διεθνούς οικονομίας συνεχιστεί, η σημασία της ύπαρξης εύρωστων και ανταγωνιστικών κυπριακών επιχειρήσεων για τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας, θα πολλαπλασιαστεί.

Έχετε τονίσει τη σημασία της έγκαιρης εφαρμογής της φορολογικής μεταρρύθμισης από την 1η Ιανουαρίου 2026. Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι κύριες προκλήσεις για την τήρηση αυτού του χρονοδιαγράμματος και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν;

Βασική παράμετρος επιτυχίας αποτελεί η τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων ώστε το νέο πλαίσιο να τεθεί σε εφαρμογή τον Ιανουάριο 2026. Η ψήφιση του νέου πλαισίου είναι κρίσιμη για την ενίσχυση της αξιοπιστίας, σταθερότητας και προβλεψιμότητας του φορολογικού συστήματος.

Ωστόσο, υπάρχουν προκλήσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να διασφαλιστεί η επιτυχής υλοποίηση. Η κυριότερη είναι η νομοθετική επεξεργασία και ψήφιση του πλαισίου με διεργασίες που απαιτούν χρόνο, πολιτική συναίνεση και τεχνική αρτιότητα. Οι καθυστερήσεις στη νομοθέτηση είναι συχνές, ειδικά όταν υπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα. Ευελπιστώ ότι σε αυτή την περίπτωση δεν θα υπάρξουν σε βαθμό που να επηρεάσουν τον οδικό χάρτη για ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης, η οποία πρέπει να γίνει έγκαιρα, ώστε να υπάρχει χρόνος για προσαρμογές και ειδικά για το ψηφιακό σκέλος των υποδομών π.χ Taxis, ERP και λογιστικά συστήματα που ίσως χρειαστούν αναβάθμιση για να υποστηρίξουν τους νέους κανόνες. Για αυτό, θα μπορούσε να προγραμματιστεί δοκιμαστική λειτουργία μέσα στο 2025.

Η έγκαιρη εφαρμογή της φορολογικής μεταρρύθμισης θα στείλει μήνυμα σοβαρότητας και σταθερότητας δίνοντας τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προγραμματίσουν αμέσως δράσεις για επενδύσεις, αναδιοργανώσεις και συγχωνεύσεις, κερδίζοντας πολύτιμο χρόνο.

Η ΟΕΒ έχει υποβάλει υπόμνημα με περίπου 25 σημεία σχετικά με τη φορολογική μεταρρύθμιση. Ποια από αυτά τα σημεία θεωρείτε κρίσιμα για την επιτυχία της μεταρρύθμισης και ποια είναι η ανταπόκριση της κυβέρνησης μέχρι στιγμής;

Για εμάς ο φορολογικός μετασχηματισμός αποτελεί μέρος του ευρύτερου οικονομικού μοντέλου που προσπαθούμε να οικοδομήσουμε με μεταρρυθμίσεις και θεσμικές αλλαγές. Η επιτυχία του θα καθορίσει εν μέρει και την ικανότητα της χώρας να διασφαλίσει μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα και κοινωνική συνοχή.

Το υπόμνημά μας περιέχει προτάσεις που θεωρούμε αναγκαίες προς διασφάλιση της επιτυχίας της μεταρρύθμισης και θα τις δημοσιοποιήσουμε αυτούσιες στον κατάλληλο χρόνο. Αυτή την ώρα όμως προέχει ο ουσιαστικός διάλογος εκτός δημοσιότητας. Η κυβέρνηση τείνει ευήκοον ους στις εισηγήσεις μας και είμαστε σε συνεχή παραγωγική επαφή μαζί της.

Πώς πιστεύετε ότι οι προτεινόμενες αλλαγές θα επηρεάσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας; Υπάρχουν ειδικά μέτρα που προτείνει η ΟΕΒ για την υποστήριξή τους στο νέο φορολογικό πλαίσιο;

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν αριθμητικά τη συντριπτική πλειοψηφία, καλύπτοντας πάνω από το 98% του συνόλου των επιχειρήσεων συμβάλλοντας καθοριστικά στην ανάπτυξη.

Πέραν από την ανάγκη μείωσης της φορολόγησης της εργασίας, ιδιαίτερη σημασία για τις ΜΜΕ πιστεύουμε ότι αποτελούν ανάμεσα σε άλλα και τα ακόλουθα:

• Κατάργηση του περιορισμού της μεταφοράς ζημιών που σήμερα ισχύει μόνο για 5 έτη.

• Μείωση της περιόδου επιταχυνόμενης απόσβεσης για επενδύσεις σε ακίνητη ιδιοκτησία που χρησιμοποιείται από την επιχείρηση, καθώς και για την αγορά μηχανημάτων και εξοπλισμού.

• Παροχή φορολογικών απαλλαγών για ενθάρρυνση αναδιοργανώσεων, συγχωνεύσεων, κοινοπραξιών και συνεργασιών επιχειρήσεων.

• Παραχώρηση επιταχυνόμενων αποσβέσεων σε επενδύσεις που σχετίζονται με την πράσινη ανάπτυξη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την πράσινη φορολογία ως μέσο για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών προκλήσεων. Ποια είναι η θέση της ΟΕΒ σχετικά με την εισαγωγή πράσινων φόρων στην Κύπρο και πώς μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς να επιβαρύνουν υπέρμετρα τις επιχειρήσεις;

Η πράσινη φορολογία αν και αποτελεί σημαντικό εργαλείο για υλοποίηση της Πράσινης Συμφωνίας, η εφαρμογή της θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του κόστους λειτουργίας επηρεάζοντας άμεσα τις επιχειρήσεις.

Η ΟΕΒ υπογραμμίζει ότι κάθε νέο φορολογικό μέτρο με περιβαλλοντικό πρόσημο θα πρέπει να έχει μηδενική δημοσιονομική επίπτωση. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουμε ήδη καταθέσει τεκμηριωμένες εισηγήσεις προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για αντισταθμιστικά μέτρα που μεταξύ άλλων αφορούν την επιδότηση επενδύσεων, ενεργειακή αναβάθμιση εγκαταστάσεων, φορολογικές εκπτώσεις για πράσινες επενδύσεις, όπως φωτοβολταϊκά, ηλιακά θερμικά συστήματα και τεχνολογίες κυκλικής οικονομίας.

Βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά κρίσιμη καμπή στην πορεία επίτευξης των ενεργειακών και κλιματικών στόχων του 2030, με τα χρονοδιαγράμματα να στενεύουν επικίνδυνα. Φοβούμαστε ότι η έκταση και πολυπλοκότητα των προκλήσεων, σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος των απαιτούμενων επενδύσεων ιδίως από τον ιδιωτικό τομέα, καθιστούν ουτοπική την επίτευξη των στόχων του 2030, τόσο για την Κύπρο όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η πρόσθετη επιβάρυνση των επιχειρήσεων μέσω της πράσινης φορολογίας, θα επιδεινώσει τις αντοχές πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας και συρρικνώνοντας την κατανάλωση, με επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Για τους λόγους αυτούς, η ΟΕΒ έχει εισηγηθεί αναστολή της πράσινης φορολογίας προκειμένου να δοθεί χρόνος προσαρμογής, να διασφαλιστεί η ισορροπία μεταξύ περιβαλλοντικών και οικονομικών στόχων και να στηριχθεί η σταθερότητα της κυπριακής οικονομίας, ιδιαίτερα στις εξαιρετικά εύθραυστες συνθήκες αβεβαιότητας στο παγκόσμιο εμπόριο που δημιουργούν τα δασμολογικά μέτρα του Προέδρου Τραμπ και τα αντίμετρα της Ε.Ε. και της υπόλοιπης υφηλίου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ