Του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη
Στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον, ο πληθωρισμός παραμένει μια από τις πιο ανθεκτικές και περίπλοκες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι παγκόσμιες οικονομίες. Ειδικότερα στην Κύπρο, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της παγκόσμιας οικονομικής κοινότητας, ο πληθωρισμός έχει αφήσει έντονα τα ίχνη του, με επιπτώσεις που αγγίζουν την καθημερινότητα των πολιτών και επηρεάζουν τη συνολική οικονομική σταθερότητα. Η αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών, οι διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού και οι γεωπολιτικές αναταραχές, όπως η σύγκρουση στην Ουκρανία, έχουν δημιουργήσει ένα αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον, επιβαρύνοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και καθιστώντας τον πληθωρισμό έναν από τους πιο κρίσιμους παράγοντες που απαιτούν στρατηγική διαχείριση.
Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται ολοένα και πιο σημαντικό για τους καταναλωτές να εξετάζουν τρόπους για να προστατεύσουν και να αυξήσουν την αξία των αποταμιεύσεων τους. Οι παραδοσιακές καταθέσεις σε τράπεζες συχνά δεν επαρκούν για να καλύψουν τον πληθωρισμό. Ως αποτέλεσμα, οι αποταμιεύσεις χάνουν την αξία τους σε πραγματικούς όρους. Η επένδυση σε διάφορα χρηματοοικονομικά και περιουσιακά στοιχεία μπορεί να προσφέρει υψηλότερες αποδόσεις και να βοηθήσει στη διατήρηση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Ο πληθωρισμός: Ορισμός, μορφές και σύγχρονες αιτίες
Ο πληθωρισμός εκφράζει τη γενική αύξηση των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών σε μια οικονομία κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, οδηγώντας σε υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης του χρήματος. Η επίδραση αυτής της αύξησης είναι άμεση για τους καταναλωτές, οι οποίοι βλέπουν την αξία των χρημάτων τους να μειώνεται, με αποτέλεσμα να είναι αναγκασμένοι να πληρώνουν περισσότερα για τα ίδια αγαθά και υπηρεσίες.
Το φαινόμενο του πληθωρισμού μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, αλλά οι πιο συχνές αιτίες είναι η αύξηση της ζήτησης (πληθωρισμός ζήτησης) ή η αύξηση του κόστους παραγωγής (πληθωρισμός κόστους). Η πρώτη περίπτωση παρατηρείται όταν η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες ξεπερνά την ικανότητα της οικονομίας να τα προσφέρει. Αυτό συμβαίνει συνήθως σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, όταν οι καταναλωτές έχουν αυξημένα εισοδήματα ή μεγαλύτερη πρόσβαση σε ρευστότητα. Η ζήτηση αυτή ωθεί τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές για να καλύψουν την αυξημένη κατανάλωση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του φαινομένου είναι η οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία COVID-19, όπου οι διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού, η αύξηση της ζήτησης και οι μεγάλες κρατικές δαπάνες οδήγησαν σε αυξήσεις στις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών.
Η δεύτερη περίπτωση προκαλείται από την αύξηση των παραγωγικών δαπανών, όπως είναι οι τιμές των πρώτων υλών, των μισθών ή του ενεργειακού κόστους. Οι επιχειρήσεις, προκειμένου να διατηρήσουν τα περιθώρια κέρδους τους, μετακυλίουν αυτά τα αυξημένα κόστη στους καταναλωτές, με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η οποία οδήγησε σε απότομες αυξήσεις στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Οι αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας καθώς και η έλλειψη αγροτικών προϊόντων όπως το σιτάρι, οδήγησαν σε αύξηση στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών, επιδεινώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις.
Ο πληθωρισμός στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια
Η Κύπρος, όπως και πολλές άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπήρξε αποδέκτης των πληθωριστικών πιέσεων που δημιουργήθηκαν από εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες, ιδίως μετά την πανδημία και τη γεωπολιτική αναταραχή στην Ουκρανία. Οι αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και των τροφίμων αποτέλεσαν τους βασικούς κινητήριους παράγοντες πίσω από την εκτίναξη του πληθωρισμού στη χώρα.
• Το 2021: Στη διάρκεια του 2021, η Κύπρος ξεκίνησε να βιώνει τις πρώτες σοβαρές πληθωριστικές πιέσεις, με την αύξηση των τιμών καυσίμων και άλλων βασικών αγαθών να καταγράφει ιστορικά υψηλά ποσοστά. Ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε σε υψηλά επίπεδα λόγω της αναταραχής στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, της αυξημένης ζήτησης, καθώς η οικονομία ανέκαμπτε από την πανδημία και των κρατικών δαπανών που έθρεψαν τη ζήτηση χωρίς να εξασφαλίζουν την επαρκή προσφορά.
• Το 2022: Ο πληθωρισμός στην Κύπρο έφτασε το 8,6%, την υψηλότερη τιμή των τελευταίων δεκαετιών, με τους βασικούς τομείς που επηρεάστηκαν να είναι τα καύσιμα και τα τρόφιμα. Η σύγκρουση στην Ουκρανία συνέβαλε καθοριστικά στην εκτίναξη των τιμών ενέργειας, προκαλώντας σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια και κυπριακή οικονομία.
• Το 2023: Η έντονη πληθωριστική πίεση συνεχίστηκε και το πρώτο εξάμηνο του 2023, κυρίως λόγω της ενεργειακής κρίσης και των υψηλών τιμών των πρώτων υλών. Παρά τις αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, το ποσοστό του πληθωρισμού συνέχισε να παρουσιάζεται μεγαλύτερο του επιθυμητού 2%, φτάνοντας το 3,9% στο τέλος του έτους, καταδεικνύοντας όμως τη σταδιακή αποσυμπίεση της οικονομίας.
• Το 2024: Η πτωτική πορεία του πληθωρισμού συνεχίστηκε το 2024, με τον πληθωρισμό να μειώνεται στο 2,3% έως τον Σεπτέμβριο, λόγω των αυστηρών νομισματικών πολιτικών της ΕΚΤ, που περιλάμβαναν τη διατήρηση υψηλών επιτοκίων μέχρι και τα μέσα της χρονιάς, προτού ξεκινήσουν οι πρώτες μειώσεις.
Οι επιπτώσεις του πληθωρισμού στις αποταμιεύσεις και τα επιτόκια στην Κύπρο
Παρά τις υψηλές πληθωριστικές τιμές και τις αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ μέσα στα έτη 2022 και 2023, οι κυπριακές τράπεζες προσέφεραν χαμηλά επιτόκια στις καταθέσεις, τα οποία δεν ήταν επαρκή για να αντισταθμίσουν τον πληθωρισμό για την πλειονότητα της περιόδου αυτής. Παρά την ελαφρά μείωση των επιπέδων πληθωρισμού το 2024, τα επιτόκια στις καταθέσεις προθεσμίας μέχρι και ενός έτους εξακολουθούν να παραμένουν ανεπαρκή για την πλήρη κάλυψη του πληθωρισμού. Οι μεγαλύτερες τράπεζες του νησιού, στις οποίες ο περισσότερος κόσμος αποταμιεύει τα χρήματά του, προσφέρουν τα χαμηλότερα επιτόκια της αγοράς, καθιστώντας δύσκολη τη διατήρηση της αξίας των αποταμιεύσεων σε πραγματικούς όρους.
Οι εναλλακτικές λύσεις
Το γεγονός ότι οι αποταμιεύσεις στις τράπεζες δεν προστατεύουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών, καθιστά επιτακτική ανάγκη για τους πολίτες να εξετάσουν εναλλακτικές επιλογές για να διατηρήσουν τα χρήματά τους την αγοραστική τους αξία.
Η επένδυση σε ακίνητα αποτελεί μία από τις παραδοσιακές μεθόδους που ακολουθείται στην Κύπρο διαχρονικά, με σκοπό τη διατήρηση της αγοραστικής δύναμης. Παρά τις αυξήσεις του πληθωρισμού, οι αξίες των ακινήτων στην Κύπρο εξακολουθούν να παραμένουν ισχυρές, με πολλές περιοχές, ειδικά στα αστικά κέντρα και τουριστικές περιοχές, να βιώνουν σημαντική αύξηση στην αξία τους τα τελευταία χρόνια. Η αγορά ακινήτων μπορεί να προσφέρει μια ασφαλή πηγή απόδοσης, είτε μέσω αύξησης της αξίας του ακινήτου είτε μέσω των ενοικίων.
Τα ακίνητα, ωστόσο, έχουν και τα δικά τους ρίσκα, όπως είναι η ανάγκη για συντήρηση, η πιθανή μεταβλητότητα της αξίας τους λόγω της οικονομικής συγκυρίας και οι περιορισμοί στη ρευστότητα, καθώς οι επενδύσεις σε ακίνητα απαιτούν μεγαλύτερη χρονική δέσμευση σε σχέση με άλλα χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα στρατηγική είναι η επένδυση σε εμπορεύματα, όπως το χρυσό και το ασήμι. Τα εμπορεύματα παραδοσιακά θεωρούνται «ασφαλή καταφύγια» σε περιόδους πληθωριστικών πιέσεων, καθώς οι τιμές τους τείνουν να ανεβαίνουν όταν η αξία του χρήματος μειώνεται. Ο χρυσός, για παράδειγμα, έχει καταγράψει σημαντική αύξηση κατά τη διάρκεια των οικονομικών κρίσεων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που συνδέονται με την πανδημία COVID-19 και την ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Επιπλέον, η επένδυση σε διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο και να προσφέρει μια πιο σταθερή απόδοση έναντι του πληθωρισμού. Η διαφοροποίηση σε διάφορους τομείς, από τον τομέα της τεχνολογίας μέχρι τις καταναλωτικές αγαθές, προσφέρει την ευκαιρία να προστατεύσει κανείς τις αποταμιεύσεις του από τις μεταβολές των αγορών. Τα χρηματοοικονομικά προϊόντα όπως τα αμοιβαία κεφάλαια και τα ETFs (Exchange Traded Funds) είναι δημοφιλή εργαλεία για τους επενδυτές που επιθυμούν να αυξήσουν τις αποδόσεις τους χωρίς να αναλαμβάνουν υπερβολικό ρίσκο.
Η επένδυση σε χαρτοφυλάκια και εμπορεύματα, όμως, ενδέχεται να απαιτεί μεγαλύτερη εμπειρία και παρακολούθηση των αγορών, σε αντίθεση με τα πιο απλά τραπεζικά προϊόντα. Η πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Κύπριοι πολίτες είναι να βρουν τρόπους να διατηρήσουν την αξία των χρημάτων τους σε ένα περιβάλλον με υψηλό πληθωρισμό, όπου οι παραδοσιακές μέθοδοι αποταμίευσης δεν αρκούν.
Στρατηγικές προστασίας από τον πληθωρισμό για καθημερινούς καταναλωτές
Για τον μέσο καταναλωτή, η προστασία από τον πληθωρισμό απαιτεί στρατηγικές που να είναι προσβάσιμες και κατανοητές. Εάν τα χρήματα σε τραπεζικές καταθέσεις δεν αρκούν, είναι σημαντικό να εξετάσει κανείς πιο έξυπνους τρόπους για να «κλειδώσει» την αξία τους. Η πιο συνηθισμένη προσέγγιση είναι η στρατηγική σταδιακής εισόδου (dollar-cost averaging - DCA), δηλαδή η επένδυση ενός σταθερού ποσού χρημάτων σε τακτά χρονικά διαστήματα, ανεξάρτητα από τις συνθήκες της αγοράς.
Η στρατηγική DCA εξομαλύνει τις επιπτώσεις των διακυμάνσεων, αγοράζοντας περισσότερες μετοχές όταν οι τιμές είναι χαμηλές και λιγότερες όταν είναι υψηλές, γεγονός που οδηγεί σε μειωμένο μέσο κόστος ανά μετοχή με την πάροδο του χρόνου. Επιπλέον, μειώνει τον κίνδυνο κακών επενδυτικών αποφάσεων βασισμένων σε βραχυπρόθεσμες κινήσεις της αγοράς και ενθαρρύνει την πειθαρχία στη διαδικασία της επένδυσης, ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο σχέδιο ανεξαρτήτως των βραχυπρόθεσμων κινήσεων της αγοράς.
Η σημασία της εκπαίδευσης και της ενημέρωσης
Ένας εξίσου σημαντικός παράγοντας για την προστασία της αγοραστικής δύναμης είναι η εκπαίδευση και η ενημέρωση του κοινού σχετικά με τη φύση του πληθωρισμού και τις στρατηγικές προστασίας. Όσο πιο κατανοητό γίνεται το πώς λειτουργεί ο πληθωρισμός και ποιες είναι οι επιλογές για την προστασία των χρημάτων, τόσο πιο προετοιμασμένοι θα είναι οι πολίτες να λάβουν τις σωστές αποφάσεις για τις αποταμιεύσεις τους. Η ανάλυση και η παρακολούθηση των οικονομικών τάσεων, καθώς και η επένδυση σε χρηματοοικονομική εκπαίδευση, μπορεί να προσφέρει πολύτιμες γνώσεις και στρατηγικές για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων τιμών.
Διαβάστε επίσης: Το ξέφρενο ράλι της αμερικανικής αγοράς εγκυμονεί νέους κινδύνους