Καθώς η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιβάλλει σαρωτικούς «αμοιβαίους δασμούς», η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Κίνα εντείνουν τον διάλογο και τις ανταλλαγές σε πολλαπλά επίπεδα.
Η κινητικότητα αυτή αφενός δίνει νέα ώθηση στις διμερείς σχέσεις, και αφετέρου στέλνει ένα σαφές μήνυμα στη διεθνή κοινότητα: παρά το κλίμα αυξανόμενου προστατευτισμού και μονομερούς δράσης, η ΕΕ και η Κίνα αναδύονται ως κρίσιμοι πυλώνες σταθερότητας, προωθώντας τη διεθνή οικονομική συνεργασία και συμβάλλοντας ενεργά στην αντιμετώπιση των παγκόσμιων αναταράξεων.
Η αμοιβαία συμπληρωματικότητα μεταξύ της ευρωπαϊκής και της κινεζικής οικονομίας δημιουργεί ένα ισχυρό θεμέλιο για την αντιμετώπιση των εξωτερικών κλυδωνισμών.
Από τη μία πλευρά, η Κίνα κατέχει το πλέον ολοκληρωμένο μεταποιητικό σύστημα παγκοσμίως και αποτελεί τη μεγαλύτερη μεταποιητική δύναμη, με την προστιθέμενη αξία του κλάδου της να αντιστοιχεί περίπου στο 30% του παγκόσμιου συνόλου, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στον κόσμο επί 15 συναπτά έτη.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ διαθέτει πλεονεκτήματα σε τομείς όπως ο εξοπλισμός υψηλών προδιαγραφών και ο εξοπλισμός ακριβείας.
Η δυναμική αυτή συνεργασία αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις διμερείς επενδύσεις: το 2024, το 1/2 των παγκόσμιων πωλήσεων οχημάτων της γερμανικής Volkswagen, το 1/3 της BMW και το 36% της Mercedes-Benz προήλθαν από την κινεζική αγορά.
Παράλληλα, η Ουγγαρία αναμένεται να δημιουργήσει το μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής μπαταριών νέας ενέργειας στην Ευρώπη και το πέμπτο μεγαλύτερο στον κόσμο μέχρι το 2030.
Η συνεργασία αυτή είναι αμφίδρομα επωφελής. Οι κινεζικές επενδύσεις και εξαγωγές επιταχύνουν τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή τεχνογνωσία συμβάλλει στην αναβάθμιση της κινεζικής βιομηχανικής αλυσίδας.
Μέσα σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου προστατευτισμού, με τις ΗΠΑ να υψώνουν συνεχώς δασμολογικά εμπόδια, η αλληλοσυμπλήρωση αυτή επιτρέπει σε ΕΕ και Κίνα να διαχειρίζονται από κοινού τους κινδύνους, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα και τη στρατηγική αυτονομία των οικονομιών τους μέσα από τις διασυνδεδεμένες αλυσίδες παραγωγής.
Η ΕΕ και η Κίνα παραμένουν ισχυροί υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου. Στις πρόσφατες συνεδριάσεις των Μικτών Οικονομικών και Εμπορικών Επιτροπών Ελβετίας-Κίνας και Νορβηγίας-Κίνας, που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές Απριλίου, όλες οι πλευρές υπογράμμισαν την αντίθεσή τους στην πολιτικοποίηση των οικονομικών και εμπορικών ζητημάτων και την επιμονή τους στην επίλυση διαφορών μέσω των κανόνων του ΠΟΕ.
Η συναίνεση αυτή δεν είναι τυχαία, εδράζεται σε μία πολυετή επιτυχής συνεργασία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το διμερές εμπόριο ΕΕ-Κίνας που ενισχυόταν κατά τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, λειτουργώντας ως κινητήριος δύναμη για την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του 2020, ο αριθμός των εμπορευματικών σιδηροδρομικών δρομολογίων ΕΕ-Κίνας αυξήθηκε κατά 50% σε ετήσια βάση.
Ταυτόχρονα, τεράστιες ποσότητες υγειονομικού υλικού μεταφέρθηκαν από την Ανατολή στην Ευρώπη, ενισχύοντας την κοινή προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης.
Όταν η ΕΕ και η Κίνα εγκαθίδρυσαν διπλωματικές σχέσεις το 1975, το διμερές εμπόριο ήταν λιγότερο από 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια.
Πέντε δεκαετίες αργότερα, ο όγκος αυτός έχει εκτοξευθεί, αυξανόμενος πάνω από 300 φορές.
Σε μία νέα ιστορική συγκυρία, οι σχέσεις μεταξύ Βρυξελλών και Πεκίνου έχουν υπερβεί προ πολλού το επίπεδο της απλής οικονομικής συνεργασίας.
Έχουν μετεξελιχθεί σε στρατηγική εταιρική σχέση, που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη διεθνών ευθυνών, στη στήριξη της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, στη διατήρηση ενός σταθερού και δίκαιου παγκόσμιου εμπορικού πλαισίου και στην από κοινού αντίσταση σε μονομερείς ενέργειες.
Οι συντονισμένες αυτές προσπάθειες δεν ωφελούν μόνο τους λαούς της Ευρώπης και της Κίνας, αλλά ενισχύουν ουσιαστικά τη διεθνή σταθερότητα, τη δικαιοσύνη και τον σεβασμό των διεθνών κανόνων σε μία εποχή αβεβαιότητας και παγκόσμιων προκλήσεων.
Πηγή: naftemporiki.gr
Διαβάστε επίσης:Οι επενδυτές συνεχίζουν τα bearish στοιχήματα στο δολάριο παρά την άνοδο