Από 22 Ιουλίου σε εφαρμογή η νέα νομισματική πολιτική της ΕΚΤ

Τη νέα στρατηγική νομισματικής πολιτικής, που είναι αποτέλεσμα της διεξοδικής επανεξέτασης, που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2020, δημοσίευσε χθες το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ), η πρώτη τακτική συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου για θέματα νομισματικής πολιτικής κατά την οποία θα εφαρμοστεί η νέα στρατηγική θα πραγματοποιηθεί στις 22 Ιουλίου 2021.
 
Συγκεκριμένα, κύρια σημεία της νέας στρατηγικής είναι ότι υιοθετεί συμμετρικό στόχο για ρυθμό πληθωρισμού 2% μεσοπρόθεσμα, ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ επιβεβαιώνει ότι ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) παραμένει ο ενδεδειγμένος δείκτης μέτρησης των τιμών και συνιστά τη συμπερίληψη της ιδιοκατοίκησης με την πάροδο του χρόνου.
 
Επίσης, το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει ένα φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την κλιματική αλλαγή.
 
Σύμφωνα με την ΚΤΚ, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ σκοπεύει να αξιολογεί περιοδικά την καταλληλότητα της στρατηγικής νομισματικής πολιτικής του, και η επόμενη αξιολόγηση αναμένεται να πραγματοποιηθεί το 2025.

Όπως αναφέρει η ΕΚΤ σε δήλωση για τη στρατηγική νομισματικής πολιτικής, «από την προηγούμενη επανεξέταση της στρατηγικής νομισματικής πολιτικής το 2003, έχουν σημειωθεί βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία της ζώνης του ευρώ και στην παγκόσμια οικονομία».
 
«Η υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης, σύμφωνα με την τάση, η οποία μπορεί να συνδεθεί με την επιβράδυνση της παραγωγικότητας και δημογραφικούς παράγοντες, καθώς και τα ζητήματα που κληροδότησε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση έχουν ωθήσει προς τα κάτω τα πραγματικά επιτόκια ισορροπίας», αναφέρει και προσθέτει ότι «αυτό περιορίζει τα περιθώρια που διαθέτουν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και άλλες κεντρικές τράπεζες για εκπλήρωση των στόχων τους αποκλειστικά με τις μεταβολές των επιτοκίων πολιτικής».
 
Επιπλέον, αναφέρει ότι η παγκοσμιοποίηση, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η απειλή για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα θέτουν προκλήσεις για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής.
 
Πιο συγκεκριμένα, στη δήλωση για τη νέα στρατηγική νομισματικής πολιτικής η ΕΚΤ αναφέρει ότι το Διοικητικό της Συμβούλιο επιβεβαιώνει ότι ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) παραμένει ο ενδεδειγμένος δείκτης μέτρησης των τιμών για την αξιολόγηση της επίτευξης του στόχου της σταθερότητας των τιμών.
 
Προσθέτει, ωστόσο, ότι «το Διοικητικό Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι η συμπερίληψη στον ΕνΔΤΚ του κόστους που σχετίζεται με την ιδιοκατοίκηση θα απεικόνιζε καλύτερα τον ρυθμό πληθωρισμού που αφορά τα νοικοκυριά».
 
«Αναγνωρίζοντας ότι η πλήρης συμπερίληψη της ιδιοκατοίκησης στον ΕνΔΤΚ είναι ένα πολυετές σχέδιο, το Διοικητικό Συμβούλιο, στο πλαίσιο των αξιολογήσεών του για τη νομισματική πολιτική, στο ενδιάμεσο θα λαμβάνει υπόψη δείκτες μέτρησης του πληθωρισμού, που περιλαμβάνουν αρχικές εκτιμήσεις του κόστους ιδιοκατοίκησης για να συμπληρώσει τη δέσμη ευρύτερων δεικτών πληθωρισμού που έχει στη διάθεσή του», σημειώνει.
 
Αναφέρει επίσης ότι «ένα περιθώριο πληθωρισμού με ρυθμό πάνω από το 0% παρέχει στη νομισματική πολιτική χώρο για μειώσεις επιτοκίων σε περίπτωση δυσμενών εξελίξεων και ένα δίχτυ ασφαλείας ενάντια στον κίνδυνο αποπληθωρισμού μέσω της θετικής επίδρασης, που ασκεί στο επίπεδο, σύμφωνα με την τάση, των ονομαστικών επιτοκίων».
 
Τα διδάγματα που αποκομίσθηκαν από το 2003, σύμφωνα με την ΕΚΤ, «ενίσχυσαν τη μακροοικονομική σημασία του περιθωρίου πληθωρισμού. Πιο συγκεκριμένα, η έντονη μείωση – σύμφωνα με την τάση – του πραγματικού επιτοκίου ασφαλείας, εφόσον συνεχίζεται, υποδηλώνει ότι το κατώτατο δυνατό επίπεδο (effective lower bound) των ονομαστικών επιτοκίων θα περιορίζει συχνότερα την άσκηση της νομισματικής πολιτικής».
 
Προσθέτει ότι η διευκόλυνση της μακροοικονομικής προσαρμογής μεταξύ χωρών εντός της ζώνης του ευρώ, οι δυσκαμψίες στην προς τα κάτω προσαρμογή των ονομαστικών μισθών και η μεροληψία στον τρόπο μέτρησης καθιστούν επίσης σκόπιμο τον καθορισμό περιθωρίου πληθωρισμού.
 
Επιπλέον, η ΕΚΤ αναφέρει στη δήλωση για τη στρατηγική νομισματικής πολιτικής ότι το Διοικητικό της Συμβούλιο θεωρεί ότι η σταθερότητα των τιμών διατηρείται καλύτερα με την επιδίωξη ρυθμού πληθωρισμού 2% μεσοπρόθεσμα και προσθέτει ότι «η δέσμευση του Διοικητικού Συμβουλίου σε αυτόν τον στόχο είναι συμμετρική».
 
«Συμμετρία σημαίνει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι οι αρνητικές και οι θετικές αποκλίσεις από αυτόν τον στόχο είναι εξίσου ανεπιθύμητες», αναφέρει και προσθέτει ότι «ο στόχος για ρυθμό πληθωρισμού 2% παρέχει ένα σαφές σημείο αναφοράς για τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό, το οποίο είναι ουσιώδες για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών».
 
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, για να διατηρήσει τη συμμετρία του στόχου του για τον πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο αναγνωρίζει πόσο σημαντικό είναι να λαμβάνονται υπόψη οι συνέπειες του κατώτατου δυνατού επιπέδου.
 
Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «όταν η οικονομία λειτουργεί κοντά στο κατώτατο επίπεδο, απαιτούνται ιδιαίτερα σθεναρά ή επίμονα μέτρα από την πλευρά της νομισματικής πολιτικής για να αποτραπεί η παγίωση των αρνητικών αποκλίσεων από τον στόχο για τον πληθωρισμό».
 
«Αυτό ενδέχεται να συνεπάγεται επίσης μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία ο πληθωρισμός διαμορφώνεται μετρίως πάνω από τον στόχο», σημειώνει.
 
Επίσης, η ΕΚΤ δεσμεύεται να καθορίζει τη νομισματική πολιτική της για να διασφαλίζει ότι ο πληθωρισμός σταθεροποιείται στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.
 
«Το πρωταρχικό μέσο νομισματικής πολιτικής είναι ο καθορισμός των επιτοκίων πολιτικής της ΕΚΤ» αναφέρει και προσθέτει ότι «σε αναγνώριση του κατώτατου δυνατού επιπέδου για τα επιτόκια πολιτικής, το Διοικητικό Συμβούλιο θα χρησιμοποιεί επίσης, πιο συγκεκριμένα, την παροχή ενδείξεων σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής («forward guidance»), τις αγορές στοιχείων ενεργητικού και τις πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, κατά περίπτωση».
 
Αναφέρει επίσης ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να αντιδρά με ευέλικτο τρόπο σε νέες προκλήσεις καθώς αυτές θα εκδηλώνονται και θα εξετάζει, όταν κρίνεται απαραίτητο, νέα μέσα πολιτικής κατά την επιδίωξη του στόχου του για σταθερότητα των τιμών.

Σε σχέση με την κλιματική αλλαγή, η ΕΚΤ αναφέρει ότι αυτή έχει «σημαντικές συνέπειες για τη σταθερότητα των τιμών μέσω του αντίκτυπου που ασκεί στη δομή και στις κυκλικές παραμέτρους της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος».
 
«Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί παγκόσμια πρόκληση και προτεραιότητα πολιτικής για την ΕΕ», προσθέτει.
 
Στο πλαίσιο της εντολής του, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αναφέρει ότι «έχει δεσμευτεί να διασφαλίζει ότι το Ευρωσύστημα λαμβάνει πλήρως υπόψη, σύμφωνα με τους σκοπούς και τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα, τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλότερων εκπομπών άνθρακα για τη νομισματική πολιτική και τις δραστηριότητες των κεντρικών τραπεζών».
 
Αντίστοιχα, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αναφέρει ότι «έχει δεσμευτεί να υλοποιήσει ένα φιλόδοξο σχέδιο δράσης που σχετίζεται με το κλίμα».
 
«Πέραν της συνολικής ενσωμάτωσης παραγόντων που σχετίζονται με το κλίμα στις αξιολογήσεις του για τη νομισματική πολιτική, το Διοικητικό Συμβούλιο θα προσαρμόσει τη σχεδίαση του λειτουργικού πλαισίου της άσκησης νομισματικής πολιτικής σε σχέση με τη δημοσιοποίηση στοιχείων, την αξιολόγηση κινδύνων, τις αγορές στοιχείων ενεργητικού του επιχειρηματικού τομέα και το πλαίσιο για τις εξασφαλίσεις», καταλήγει.
 

ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ