Μετοχές σε επίπεδα ρεκόρ και οι επενδύσεις των κολοσσών της Τεχνητής Νοημοσύνης να εκτοξεύονται. Στη Wall Street, η συζήτηση αναζωπυρώνεται: βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα «φούσκα» τεχνολογίας;
Οι «ταύροι» υποστηρίζουν πως η άνοδος που τροφοδοτείται από τη Microsoft, την Amazon, τη Meta και την Alphabet έχει ακόμη δρόμο, καθώς τα θεμελιώδη μεγέθη παραμένουν ισχυρά.
Οι «αρκούδες» απαντούν ότι οι αποτιμήσεις είναι πλέον επικίνδυνα φουσκωμένες και πως μια πτώση του τεχνολογικού trade θα μπορούσε να παρασύρει ολόκληρη την αγορά.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να αποφύγουμε μια σοβαρή διόρθωση ή ακόμη και μια πλήρη bear market αν οι τεχνολογικές μετοχές γυρίσουν προς τα κάτω», προειδοποιεί ο David Rosenberg, πρόεδρος της Rosenberg Research και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Merrill Lynch.
Η συγκέντρωση της αγοράς και το βάρος της τεχνολογίας
Σύμφωνα με τον Jeff Buchbinder, επικεφαλής στρατηγικής μετοχών στην LPL Financial, ο τεχνολογικός κλάδος έχει φτάσει σε ιστορικό υψηλό, ξεπερνώντας το 35% της κεφαλαιοποίησης του S&P 500. Οι μετοχές της Big Tech ανεβαίνουν πολύ ταχύτερα από τους υπόλοιπους κλάδους, αποκτώντας δυσανάλογο βάρος στους δείκτες.
Η LPL υπολογίζει ότι οι επενδύσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη ευθύνονται για τα δύο τρίτα της αύξησης κερδών του S&P 500 στο τρίτο τρίμηνο του έτους, ενώ θα αποτελέσουν το «κλειδί» για τη διατήρηση διψήφιων ρυθμών κερδοφορίας έως το 2026.
Παρά το ράλι, ο Buchbinder επιμένει ότι η αγορά δεν βρίσκεται σε «φούσκα», καθώς η σημερινή εικόνα διαφέρει σημαντικά από την εποχή της dot-com. Τότε, όπως σημειώνει, μεγάλα κεφάλαια κατευθύνονταν σε εταιρείες χωρίς ουσιαστικό επιχειρηματικό μοντέλο – σε αντίθεση με τους σημερινούς τεχνολογικούς κολοσσούς που παράγουν σταθερές ταμειακές ροές.
Τα κέρδη των «Magnificent Seven» και ο λογαριασμός της AI
Η πρόσφατη περίοδος αποτελεσμάτων των τεσσάρων εκ των «Magnificent Seven» –Microsoft, Amazon, Meta και Alphabet– πυροδότησε έντονη νευρικότητα. Παρά τις διακυμάνσεις, οι εταιρείες αναμένεται να δαπανήσουν φέτος 350 δισ. δολάρια για επενδύσεις που σχετίζονται με την Τεχνητή Νοημοσύνη, αυξάνοντας περαιτέρω τις κεφαλαιουχικές τους δαπάνες.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ υπενθύμισε ότι η επόμενη μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο «δεν είναι δεδομένη», ενώ ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε προσωρινή εκεχειρία στο εμπόριο με την Κίνα.
Παρά τις αναταράξεις, οι δείκτες ολοκλήρωσαν την εβδομάδα θετικά: ο Dow Jones ενισχύθηκε κατά 0,8%, ο S&P 500 κατά 0,7% και ο Nasdaq Composite κατά 2,2%, με κέρδη και για τον Οκτώβριο συνολικά.
«Φούσκα» ή θεμελιωμένη άνοδος;
Ο Jeremiah Buckley της Janus Henderson Investors θεωρεί ότι οι αποτιμήσεις, αν και υψηλές, στηρίζονται σε ισχυρά θεμελιώδη. Οι μετοχές ανάπτυξης εμφανίζουν μεγαλύτερα κέρδη και αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τις αξιακές, δικαιολογώντας ως ένα βαθμό το premium.
Ο Rosenberg, ωστόσο, διαφωνεί ριζικά. Θεωρεί ότι η αγορά βρίσκεται σε «φούσκα τιμών» για περισσότερο από έναν χρόνο, με τις αποτιμήσεις να έχουν αποσυνδεθεί από τα θεμελιώδη. Υπενθυμίζει ότι ο δείκτης Shiller P/E βρέθηκε πάνω από δύο τυπικές αποκλίσεις από τον ιστορικό μέσο όρο το καλοκαίρι του 2024.
«Για να δικαιολογηθούν τα σημερινά επίπεδα του S&P 500, τα κέρδη θα πρέπει να αυξάνονται 15% τον χρόνο ως το 2030 — ποσοστό διπλάσιο του ιστορικού μέσου όρου», προειδοποιεί. «Ακόμα κι αν η AI είναι πραγματικά επαναστατική, δύσκολα θα καταφέρει να διπλασιάσει την ιστορική κερδοφορία».
Το επιχείρημα του Πάουελ και η αναδρομή στην dot-com εποχή
Ο Jerome Powell υποστήριξε ότι η σημερινή άνοδος διαφέρει ουσιαστικά από τη «φούσκα» του 1999-2000, επειδή οι κορυφαίες εταιρείες σήμερα έχουν «πραγματικά κέρδη και βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα».
Ωστόσο, η ιστορική εμπειρία δεν επιβεβαιώνει πάντα τη διαχωριστική γραμμή. Στην κορύφωση της dot-com εποχής, οι πλέον αποτιμημένες εταιρείες –Microsoft, Cisco, Intel, Sun Microsystems, Texas Instruments– ήταν επίσης κερδοφόρες, με δισεκατομμύρια σε πωλήσεις και ισχυρές ροές εσόδων. Παρ’ όλα αυτά, οι μετοχές τους έχασαν 60% έως 80% της αξίας τους στη δεκαετία που ακολούθησε.
Η ιστορία δείχνει ότι οι επενδυτές του 2000 είχαν δίκιο στη μεγάλη εικόνα: το Διαδίκτυο όντως άλλαξε τον κόσμο. Είχαν όμως άδικο στο timing, στις αποτιμήσεις και στην επιλογή των «νικητών».
Η μεγάλη παγίδα του timing
Η τεχνολογική επανάσταση του Διαδικτύου άργησε να ωριμάσει. Οι αποδόσεις ήρθαν χρόνια μετά, με την εξάπλωση του broadband και το λανσάρισμα του iPhone το 2007.
Αντίστοιχα, σήμερα, οι επενδυτές ίσως έχουν δίκιο να πιστεύουν στη μεταμορφωτική δύναμη της AI, αλλά το ερώτημα παραμένει: σε ποιο σημείο του κύκλου βρισκόμαστε;
Κανείς δεν γνωρίζει πότε σκάει μια «φούσκα». Όπως λένε στη Wall Street, αυτό συμβαίνει «όταν ο τελευταίος απαισιόδοξος γίνει αισιόδοξος».
Ίσως, όπως έλεγε ο βετεράνος διαχειριστής Dan Bunting, «να μην αφήνεις ποτέ μια φούσκα να πάει χαμένη». Οι θαρραλέοι μπορούν να κερδίσουν πολλά, αρκεί να ξέρουν πότε να αποχωρήσουν.
Οι υπόλοιποι μπορούν να ακολουθήσουν τη σοφή γραμμή του Warren Buffett, που έμεινε εκτός της φούσκας του 2000 και δικαιώθηκε, έστω και με καθυστέρηση.
Στη Wall Street, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ποτέ με τον ίδιο τρόπο — αλλά πάντα με την ίδια αλαζονεία.
Πηγή: naftemporiki.gr
Διαβάστε επίσης: Παγκόσμια ρήξη στους κανόνες των cryptos – Πώς τα stablecoins άλλαξαν το παιχνίδι

