Το φαινόμενο της υποασφάλισης, το moral hazard και τα φορολογικά κίνητρα

Ο Ανδρέας Αθανασιάδης μιλά, στο Economy Today, για το φαινόμενο που αφήνει πολίτες εκτεθειμένους, το moral hazard, τα προτεινόμενα φορολογικά κίνητρα, την κλιματική αλλαγή και την ετοιμότητα των κυπριακών ασφαλιστικών αλλά και την τεχνολογία που οριοθετεί εκ νέου το «γήπεδο» για τις ασφαλιστικές εταιρείες.

Συνέντευξη στον Ξένιο Μεσαρίτη

Οι πρόσφατες πυρκαγιές στη Λεμεσό άνοιξαν, μαζί με τα όσα δεινά επέφεραν, μια πληγή και ένα φαινόμενο που η κυπριακή κοινωνία επιμένει να αγνοεί. Την υποασφάλιση. Εκατοντάδες νοικοκυριά βρέθηκαν με ελάχιστη ή και μηδενική κάλυψη, αναζητώντας στήριξη από το κράτος για την αποκατάσταση των ζημιών. Το φαινόμενο σαφώς δεν είναι καινούργιο, αφού ο Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου προειδοποιεί εδώ και χρόνια ότι η αδυναμία σωστής εκτίμησης και τακτικής αναθεώρησης ασφαλισμένων ποσών αφήνει εκτεθειμένους πολίτες και μεταφέρει τεράστια βάρη στα δημόσια οικονομικά.

Σε μια περίοδο που η κλιματική κρίση αυξάνει τη συχνότητα και την ένταση ακραίων φαινομένων, από πυρκαγιές μέχρι πλημμύρες, η ανάγκη για επαρκή κάλυψη γίνεται πιο επιτακτική από ποτέ. Ο πρόεδρος του ΣΑΕΚ, Ανδρέας Αθανασιάδης, μιλά στο Economy Today για την πραγματική διάσταση του προβλήματος, την περιορισμένη ασφαλιστική κουλτούρα στην Κύπρο και τις λύσεις που μπορούν να εφαρμοστούν. Από φορολογικά κίνητρα τα οποία έχουν τεθεί ήδη στο τραπέζι ένεκα της επικείμενης φορολογικής μεταρρύθμισης μέχρι τη δημιουργία πιο στοχευμένων μηχανισμών συνεργασίας κράτους και αγοράς.

«Η πρόληψη μέσω της επαρκούς ασφάλισης είναι πάντα προτιμότερη από την εκ των υστέρων αναζήτηση βοήθειας», τονίζει, εξηγώντας γιατί η υποασφάλιση δεν είναι μόνο ατομικό ρίσκο αλλά και συλλογικό πρόβλημα με κοινωνικές και δημοσιονομικές συνέπειες.

Η πρόσφατη πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό έφερε ξανά στο προσκήνιο το φαινόμενο της υποασφάλισης. Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην Έκθεσή του έκανε λόγο για «ανεπαρκή ασφαλιστική κάλυψη» και ανάγκη για κανονιστικές ρυθμίσεις. Ποιο θεωρείτε ότι είναι το βασικό δίδαγμα μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές και πώς το σχολιάζετε ως Σύνδεσμος;

Η πρόσφατη πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό επιβεβαίωσε με τον πιο οδυνηρό τρόπο αυτό που ως Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου τονίζουμε εδώ και χρόνια: ότι η υποασφάλιση παραμένει ένα πραγματικό και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, με σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Οι πολίτες που πλήγησαν, σε αρκετές περιπτώσεις, είτε δεν είχαν καθόλου ασφαλιστική κάλυψη είτε είχαν συμβόλαια με ανεπαρκή ασφαλισμένα ποσά. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπόρεσαν να αποκαταστήσουν πλήρως τις ζημιές τους, με αποτέλεσμα να στραφούν στο κράτος για οικονομική στήριξη.

Το βασικό δίδαγμα είναι πως, όσο δεν αντιμετωπίζουμε ως πολιτεία και κοινωνία γενικότερα το φαινόμενο της υποασφάλισης, οι πολίτες θα συνεχίσουν να είναι εκτεθειμένοι και οι δημόσιοι πόροι θα επιβαρύνονται με δαπάνες που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Θα πρέπει με κάθε τρόπο να σταματήσει να υπάρχει η λανθασμένη αντίληψη ότι η ασφάλιση δεν είναι απαραίτητη, αφού σε μια μεγάλη καταστροφή «το κράτος θα μεριμνήσει».

Ως Σύνδεσμος, θεωρούμε ότι η συστηματική ενημέρωση και καθοδήγηση των πολιτών είναι καθοριστικής σημασίας. Η σωστή εκτίμηση των ασφαλισμένων ποσών, η τακτική αναθεώρησή τους και η συνεργασία με επαγγελματίες διαμεσολαβητές μπορούν να περιορίσουν δραστικά το πρόβλημα. Το μήνυμά μας είναι σαφές: η πρόληψη μέσω της επαρκούς ασφάλισης είναι πάντα προτιμότερη από την εκ των υστέρων αναζήτηση βοήθειας.

 

 

Τι συμβαίνει σε επίπεδο ασφαλιστικής κουλτούρας στην Ευρώπη; Η Κύπρος εμφανίζει όντως υψηλότερα επίπεδα υποασφάλισης σε σχέση με άλλες χώρες;

Η υποασφάλιση είναι φαινόμενο που παρατηρείται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ακόμη και σε αναπτυγμένες ασφαλιστικές αγορές, διαπιστώνεται ότι μεγάλος αριθμός πολιτών αποτυγχάνει να ασφαλίσει την πραγματική αξία των περιουσιακών του στοιχείων. Ακόμη, αν λάβει κάποιος υπόψη και το κενό που εντοπίζεται στο συνταξιοδοτικό και τις αποταμιεύσεις για τα οποία η ασφαλιστική βιομηχανία αποτελεί βασικό πάροχο, το χάσμα της υποασφάλισης μεγαλώνει ακόμη περισσότερο. Στην Κύπρο το φαινόμενο φαίνεται να είναι ακόμη πιο έντονο. Οι αριθμοί δείχνουν ότι τα συνολικά ασφάλιστρα σε αναλογία πληθυσμού είναι αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο ασφαλίστρων στην Ευρώπη, κάτι που φανερώνει ότι πολλοί κίνδυνοι στην Κύπρο δεν καλύπτονται επαρκώς.

Η ασφαλιστική κουλτούρα στη χώρα μας φαίνεται να είναι ακόμη περιορισμένη. Η ασφάλιση κατοικίας και άλλων περιουσιακών στοιχείων δεν είναι αυτονόητη επιλογή για τον μέσο πολίτη, με αποτέλεσμα ένα σημαντικό ποσοστό ακινήτων να παραμένει είτε εντελώς ανασφάλιστο είτε με ανεπαρκή κάλυψη. Αυτό αποτυπώνεται και στην πράξη, αφού κάθε φορά που έχουμε ακραία καιρικά φαινόμενα ή πυρκαγιές, φανερώνεται το κενό που υπάρχει σε επίπεδο κάλυψης.

Ως Σύνδεσμος, τονίζουμε ότι η ανάπτυξη ασφαλιστικής κουλτούρας δεν είναι ζήτημα που αφορά μόνο την ασφαλιστική αγορά αλλά την κοινωνία μας, αφού επηρεάζει την ανθεκτικότητά της. Η ασφάλιση είναι ένας μηχανισμός που παρέχει ατομική προστασία αλλά και την κοινωνία στο σύνολό της, μειώνοντας την ανάγκη κρατικών παρεμβάσεων.

Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί ότι με τη φορολογική μεταρρύθμιση θα δοθούν κίνητρα, ώστε η ασφάλιση κατοικίας και εξοχικής να καταστεί φοροαπαλλακτέα. Το θεωρείτε βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση;

Αναμφίβολα, η παροχή φορολογικών κινήτρων που ωθεί τους πολίτες να ασφαλίσουν την περιουσία τους αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η εμπειρία έχει δείξει ότι σε περιπτώσεις μεγάλων καταστροφών, όπως σεισμών ή πλημμυρών, η οικονομική επιβάρυνση μετακυλίεται σχεδόν αποκλειστικά στο κράτος, κάτι που δημιουργεί σημαντική δημοσιονομική πίεση. Αντίθετα, εάν η περιουσία των πολιτών είναι ασφαλισμένη οι αποζημιώσεις καταβάλλονται άμεσα από τις ασφαλιστικές εταιρείες, επιταχύνοντας τη γρήγορη αποκατάσταση των ζημιών και την εξοικονόμηση δημόσιου χρήματος.

Παρόμοιες πολιτικές με παροχή κινήτρων έχουν υιοθετηθεί με επιτυχία σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες με πρόσφατο παράδειγμα την Ελλάδα. Η παροχή εκπτώσεων στη φορολογία ακίνητης περιουσίας σε όσους έχουν ασφαλισμένα τα σπίτια τους αποτελεί ένα σημαντικό κίνητρο το οποίο φαίνεται να έχει αρχίσει να αποδίδει.

Συνεπώς, η πρόθεση της κυβέρνησης να προσφέρει κίνητρα για την ασφάλιση κατοικίας είναι μια θετική πρωτοβουλία προς την κοινωνία που ευθυγραμμίζεται με διεθνείς πρακτικές που έχουν αποδειχθεί επιτυχείς.

Στο παρελθόν είχε τεθεί στη δημόσια συζήτηση το ενδεχόμενο η ασφάλιση κατοικίας να γίνει υποχρεωτική με νομοθεσία. Ποια είναι η θέση σας; Θα μπορούσε να είναι εφικτό ένα τέτοιο μέτρο για κατοικίες και περιουσίες στην Κύπρο;

Η υποχρεωτικότητα στην ασφάλιση είναι μια πολύ σύνθετη διαδικασία και οι όποιες σκέψεις προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι πλήρως μελετημένες και τεκμηριωμένες. Η θέσπιση υποχρεωτικής ασφάλισης δεν αποτελεί το τέλος, αλλά την αρχή του δρόμου. Η ασφαλιστική αγορά θα πρέπει να διαθέτει την απαιτούμενη ικανότητα (capacity) ώστε να προσφέρει τις αναγκαίες καλύψεις σε όλους και να προσφέρει λύσεις σε ακραίες περιπτώσεις όπου ένας κίνδυνος θεωρείται δύσκολος ή μη επιθυμητός για ανάληψη από μια ασφαλιστική εταιρεία.

Πέραν αυτού, επειδή η ασφαλιστική εταιρεία είναι ένας ενδιάμεσος κρίκος και όχι το τελικό στάδιο της διαδικασίας, θα πρέπει να εξασφαλιστεί και η ύπαρξη επαρκούς αντασφάλισης σε μία ή περισσότερες διεθνείς αντασφαλιστικές εταιρείες, ώστε το όλο σύστημα να μπορεί να είναι βιώσιμο.

Με βάση αυτά είναι σαφές ότι μια τέτοια απόφαση δεν μπορεί να είναι μονομερής. Απαιτεί μελέτη, σωστό σχεδιασμό και συνεργασία κράτους, ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών Οργανισμών, Εποπτικών Αρχών κ.λπ., ώστε να διασφαλιστεί ότι το σύστημα θα είναι λειτουργικό και δίκαιο για όλους.

Εάν τελικά υιοθετηθούν φορολογικά κίνητρα, θεωρείτε ότι θα αυξηθεί η ζήτηση για ασφαλίσεις κατοικίας; Και πώς κάτι τέτοιο θα επηρεάσει την ασφαλιστική αγορά;

Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, η υιοθέτηση φορολογικών κινήτρων θα αποτελέσει βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και εκτιμάται ότι θα ενισχύσει τη ζήτηση για ασφαλίσεις κατοικίας, με θετική επίδραση στην ασφαλιστική αγορά. Παράλληλα όμως, το κράτος θα πρέπει να παρακολουθεί συστηματικά την εφαρμογή του μέτρου και να το αναπροσαρμόζει όπου χρειάζεται, ώστε να επιτυγχάνονται τα μέγιστα οφέλη: μείωση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης σε περιπτώσεις καταστροφών, ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και πιο ορθολογική διαχείριση των κινδύνων προς όφελος πολιτών και οικονομίας.

Υπάρχει η θεωρία του moral hazard στην ασφάλιση κατοικίας: ότι δηλαδή, αν οι πολίτες πιστεύουν πως το κράτος θα τους αποζημιώσει σε περίπτωση καταστροφής, ποιο είναι το κίνητρό τους να πληρώσουν για ασφάλεια; Συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Και πώς επιβραβεύεται στην τελική κάποιος που ήταν πιο προνοητικός και είχε ασφαλιστική κάλυψη;

Πράγματι, ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οδηγούν στην υποασφάλιση είναι η πεποίθηση ότι, σε περίπτωση μεγάλης καταστροφής, το κράτος θα παρέμβει για να καλύψει τις ζημιές. Αυτό δημιουργεί το φαινόμενο του «ηθικού κινδύνου» (moral hazard), καθώς μειώνει το κίνητρο του πολίτη να επενδύσει σε σωστή ασφαλιστική κάλυψη. Στην πράξη, όμως, το κράτος αδυνατεί να καλύψει πλήρως τις απώλειες και συχνά περιορίζεται σε μερική στήριξη. Αυτό μπορεί να μην προβληματίζει τόσο πολύ όταν έχουμε μικρότερης κλίμακας περιστατικά, όμως σε μια μεγάλη καταστροφή όπου προκαλούνται πολλές ζημιές, τότε το κράτος δέχεται σοβαρή δημοσιονομική πίεση η οποία το αναγκάζει να συγκρατήσει την παρέμβασή του.

Παρόλο που με μια επιπόλαια προσέγγιση κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι δεν αξίζει να ασφαλιστεί, αφού «το κράτος θα τον αποζημιώσει ούτως ή άλλως», η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Ο πολίτης που έχει φροντίσει να ασφαλίσει την περιουσία του επιβραβεύεται πολλαπλά: πρώτον, γνωρίζει ότι θα αποζημιωθεί άμεσα και πλήρως σύμφωνα με το συμβόλαιό του. Δεύτερον, απαλλάσσεται από την αβεβαιότητα και τις χρονοβόρες διαδικασίες της κρατικής στήριξης, καθώς και από τον κίνδυνο οι δημόσιοι πόροι να αποδειχθούν ανεπαρκείς. Και τρίτο, στις περιπτώσεις που το κράτος θα μεριμνήσει, επωφελείται από φορολογικά κίνητρα που ενισχύουν ακόμη περισσότερο την αξία της ασφάλισης μέσω φοροαπαλλαγών.

 

 

Ακούγεται η θέση ότι, αν δεν υπήρχε υποασφάλιση, τα χρήματα που δαπανήθηκαν από τα κρατικά ταμεία για στήριξη των πληγέντων θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών και στην αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Πώς βλέπετε αυτή τη θεωρία;

Η θέση αυτή είναι απολύτως ορθή, αν και παραμένει σε θεωρητικό επίπεδο. Όταν ένα σημαντικό μέρος της περιουσίας των πολιτών μένει ανασφάλιστο ή υποασφαλισμένο, το κράτος καλείται μετά από μια φυσική καταστροφή να καλύψει ένα κενό που κανονικά θα έπρεπε να καλύπτει η ιδιωτική ασφάλιση.

Ως γνωστό, μετά από μια φυσική καταστροφή, πέρα από τις ζημιές σε κατοικίες και υποστατικά, το φυσικό περιβάλλον υφίσταται τεράστιες καταστροφές. Η αποκατάσταση του περιβάλλοντος είναι μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες, ενώ οι συνέπειες είναι πολλαπλές. Υπάρχει καταστροφή δασικών εκτάσεων, φυτειών και άγριας βλάστησης τα οποία επηρεάζουν σοβαρά τη χλωρίδα και την πανίδα, τη μορφολογία του εδάφους, ακόμη και το μικροκλίμα μιας περιοχής. Η άμεση αντιμετώπιση αυτών των καταστροφών απαιτεί τεράστιους πόρους. Συνεπώς, αν το κράτος έχει τη δυνατότητα να κατευθύνει πόρους προς τις τοπικές κοινωνίες, το περιβάλλον και άλλες ανάγκες, συμβάλλει ουσιαστικά στον περιορισμό αυτών των παράλληλων απωλειών.

Συμπερασματικά, η απελευθέρωση δημοσίων πόρων μέσω της συμβολής της ασφαλιστικής βιομηχανίας στην αποκατάσταση των ιδιωτικών ζημιών επιτρέπει την έμπρακτη στήριξη του φυσικού περιβάλλοντος και την ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών στις πληγείσες περιοχές. Η εμπειρία δείχνει ότι όσο περισσότεροι πολίτες είναι σωστά ασφαλισμένοι, τόσο πιο ανθεκτική γίνεται η κοινωνία και τόσο πιο αποτελεσματικά μπορεί το κράτος να αξιοποιεί τα διαθέσιμα κονδύλια προς όφελος του συνόλου.

Οι κλιματικοί κίνδυνοι (πυρκαγιές, πλημμύρες, ακραία καιρικά φαινόμενα) αυξάνονται. Πιστεύετε ότι η κυπριακή ασφαλιστική αγορά έχει επαρκή προϊόντα για να καλύψει τις νέες ανάγκες ή χρειάζονται εντελώς νέες λύσεις;

Η κυπριακή ασφαλιστική αγορά είναι ώριμη και έχει τη δυνατότητα να καλύψει αποτελεσματικά τις νέες προκλήσεις που φέρνει η κλιματική κρίση. Ήδη σήμερα, 22 από τα 29 μέλη του Συνδέσμου προσφέρουν ολοκληρωμένα πακέτα ασφάλισης κατοικίας που περιλαμβάνουν καλύψεις για πυρκαγιά, πλημμύρες, σεισμό, θύελλα και άλλα ακραία φαινόμενα. Αυτά τα προϊόντα υποστηρίζονται από ισχυρούς διεθνείς αντασφαλιστές, διασφαλίζοντας ότι ακόμη και σε μεγάλης κλίμακας ζημιές, η αγορά μπορεί να ανταποκριθεί.

Η κυπριακή ασφαλιστική αγορά βρίσκεται σε μια διαρκή πορεία ανάπτυξης ακόμα και στις περιόδους εκείνες που η κυπριακή οικονομία ακολουθούσε αντίθετη πορεία. Αυτό δείχνει ότι η βιομηχανία παραμένει ανθεκτική και ευέλικτη, κάτι το οποίο της επιτρέπει να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τη ζήτηση και τις ανάγκες της κοινωνίας.

Θα έπρεπε να υπάρξει ένα σχήμα συνεργασίας μεταξύ κράτους και ασφαλιστικών εταιρειών (π.χ. ταμεία καταστροφών ή συμπληρωματική κάλυψη) ώστε να μειωθεί το βάρος στα δημόσια οικονομικά;

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, η ασφαλιστική βιομηχανία της Κύπρου διαθέτει στέρεες βάσεις και μπορεί να καλύπτει αποτελεσματικά τις ανάγκες της αγοράς, λειτουργώντας σε ένα υγιές και ανταγωνιστικό περιβάλλον. Η εμπλοκή του κράτους καθίσταται αναγκαία μόνο όταν η αγορά αδυνατεί να απορροφήσει τη ζήτηση, κάτι που δεν παρατηρείται στην Κύπρο αυτή τη στιγμή. Στη δεδομένη συγκυρία, θεωρούμε πιο σημαντικό να δοθούν κατάλληλα κίνητρα ώστε, ως κοινωνία, να ξεπεράσουμε το επικίνδυνο σημείο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα σε σχέση με την υποασφάλιση. Οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι σε θέση να διαχειριστούν με επάρκεια οποιαδήποτε υγιή αύξηση της ζήτησης για ασφαλιστικά προϊόντα. Εάν και εφόσον προκύψει ανάγκη στο μέλλον, τότε είναι βέβαιο ότι θα ζητηθεί η συνεργασία και η στήριξη του κράτους εκεί όπου αυτό θα είναι απολύτως απαραίτητο.

 

 

Πολλοί πολίτες δηλώνουν επιφυλακτικοί απέναντι στην ασφάλιση, θεωρώντας ότι «οι ασφαλιστικές δεν πληρώνουν εύκολα». Πώς απαντάτε σε αυτό και τι κάνει ο Σύνδεσμος για να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών;

Γνωρίζουμε ότι υπάρχει η αντίληψη ότι «οι ασφαλιστικές δεν πληρώνουν εύκολα». Στην πραγματικότητα, η εμπειρία δείχνει το αντίθετο. Ο κλάδος μας έχει αποδείξει, ακόμη και σε δύσκολες συνθήκες, ότι ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για παράδειγμα, οι ασφαλιστικές εταιρείες στην Κύπρο συνέχισαν απρόσκοπτα τη λειτουργία τους, διεκπεραίωσαν χιλιάδες συναλλαγές και κατέβαλαν εκατοντάδες εκατομμύρια σε αποζημιώσεις, παρά τους περιορισμούς και τις πρωτόγνωρες δυσκολίες.

Η επιφυλακτικότητα ορισμένων πολιτών συνδέεται συχνά με το φαινόμενο της υποασφάλισης, που προκύπτει κυρίως από τον Χρηματοοικονομικό Αναλφαβητισμό. Η έλλειψη βασικών γνώσεων μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες αποφάσεις και κατά συνέπεια σε απογοήτευση, όταν οι προσδοκίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα την ώρα της αποζημίωσης. Για παράδειγμα, όσο κάποιος παραμένει υποασφαλισμένος, αυξάνονται οι πιθανότητες να λάβει μικρότερη αποζημίωση από αυτή που θεωρούσε ότι δικαιούται.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΑΕΚ συμμετέχει ενεργά στην Κυπριακή Επιτροπή Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού και Παιδείας, που συντονίζεται από την Κεντρική Τράπεζα, με στόχο την ενίσχυση της γνώσης, των δεξιοτήτων και της νοοτροπίας που απαιτούνται για τη λήψη ορθολογικών αποφάσεων στα χρηματοοικονομικά θέματα. Παράλληλα, προσπαθούμε να περάσουμε το μήνυμα ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα ασφαλιστήρια —ιδίως αυτά που αφορούν την περιουσία— να επικαιροποιούνται σε ετήσια βάση, ώστε οι καλύψεις να αντανακλούν το αναθεωρημένο κόστος και τους νέους κινδύνους. Ο ασφαλιστικός σύμβουλος και η ασφαλιστική εταιρεία βρίσκονται πάντα δίπλα στον πελάτη, για να τον καθοδηγήσουν και να εξασφαλίσουν ότι διαθέτει την προστασία που πραγματικά χρειάζεται.

Πώς αλλάζει η τεχνολογία τον τρόπο που ασφαλίζονται οι πολίτες (π.χ. online συμβόλαια, χρήση big data για εκτίμηση κινδύνου); Είναι έτοιμη η Κύπρος να ακολουθήσει αυτές τις αλλαγές;

Η τεχνολογία έχει αλλάξει και συνεχίζει να αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες ασφαλίζονται και αλληλεπιδρούν με τις ασφαλιστικές εταιρείες. Η περίοδος της πανδημίας επιτάχυνε την υιοθέτηση των νέων μεθόδων τόσο από τους πολίτες όσο και τις εταιρείες. Η χρήση online τεχνολογιών δεν αφορά μόνο την αγορά ασφαλιστικών συμβολαίων αλλά και την επαφή μεταξύ του καταναλωτή και της εταιρείας, κάτι που προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, διαφάνεια και ευκολία.

Η αξιοποίηση των big data και της ανάλυσης δεδομένων εκεί όπου είναι εφικτή, συμβάλλει σε πιο ακριβή εκτίμηση κινδύνων και στην ανάπτυξη προϊόντων που ανταποκρίνονται καλύτερα στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. Πρέπει να τονίσουμε ότι η χρήση δεδομένων διέπεται από αυστηρούς κανόνες και η ασφαλιστική βιομηχανία οφείλει να αξιοποιεί όλα τα διαθέσιμα εργαλεία εντός του θεσμικού πλαισίου που προβλέπεται στην Κύπρο και την Ευρώπη.

Η ασφαλιστική βιομηχανία διεθνώς πρωτοπορεί στην υιοθέτηση αυτών των τάσεων και η χώρα μας δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι εταιρείες στην τοπική αγορά επενδύουν σε νέες τεχνολογίες και ακολουθούν τις διεθνείς εξελίξεις, προσφέροντας πλέον υπηρεσίες και λύσεις που μέχρι πριν λίγα χρόνια θεωρούνταν καινοτομία. Η ασφαλιστική αγορά της Κύπρου δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από άλλα ευρωπαϊκά κράτη και ακολουθεί τις τάσεις, δείχνοντας έμπρακτα ότι μπορεί να σταθεί στο ύψος των διεθνών προκλήσεων και να προσφέρει στον πολίτη σύγχρονες, ασφαλείς και αποτελεσματικές λύσεις. Ταυτόχρονα, η αγορά μας διατηρεί, εκεί που πρέπει, την ανθρώπινη επαφή, με τη διαμεσολάβηση να αποτελεί την κύρια μέθοδο πώλησης των ασφαλιστικών προϊόντων. Ο Κύπριος πολίτης εξακολουθεί να εμπιστεύεται τον ασφαλιστικό του σύμβουλο για την ανάλυση των αναγκών του και επιλογή του καταλληλότερου ασφαλιστικού προϊόντος, το οποίο θα του παρέχει τις καλύψεις που χρειάζεται. Παρόλη την αύξηση που παρατηρείται στις on-line πωλήσεις, η εκτίμησή μας είναι ότι η διαμεσολάβηση με την ανθρώπινη επαφή θα παραμείνει η βασική και κύρια μέθοδος πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων στο άμεσο μέλλον.

Διαβάστε επίσης: Μεταρρύθμιση ΚΤΚ αλά γερμανικά – Τι προτείνει ο διοικητής

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ