Του Μαρίνου Κυναιγείρου*
Η Κύπρος αποτελούσε ανέκαθεν έναν ελκυστικό προορισμό για ξένους επενδυτές, αφενός λόγω της γεωγραφικής της θέσης και αφετέρου λόγω των κλιματικών συνθηκών της. Είναι γεγονός ότι η χρονιά που μας πέρασε ήταν αρκετά δύσκολη σε όλους τους τομείς της κυπριακής οικονομίας, ως αποτέλεσμα της πανδημίας και των επιπτώσεών της, κάτι που σαφώς επηρέασε και τις αποφάσεις των επενδυτών, ενώ η υπόθεση με τις πολιτογραφήσεις αποτέλεσε πλήγμα για τον τομέα του real estate.
Αν και η εικόνα της Κύπρου στο εξωτερικό πλήγηκε με το σκάνδαλο που είδε το φως της δημοσιότητας και που αφορούσε τις πολιτογραφήσεις, υπάρχει γόνιμο έδαφος και προγραμματισμός εκ μέρους της κυβέρνησης για προβολή της Κύπρου ως χώρας προορισμού άμεσων ξένων επενδύσεων, με άλλα κίνητρα προσέλκυσης επενδυτών στη χώρα μας.
Αναλογιζόμενος τη χρονιά που πέρασε, τολμώ να δηλώσω ότι, παρά το μούδιασμα, προέκυψαν πολλές ευκαιρίες όπου η κρίση έγινε ανάπτυξη και πρόοδος στον τομέα της τεχνολογίας της κτηματομεσιτείας και πολλές από τις διαδικασίες που ίσως ταλαιπωρούσαν τους επαγγελματίες αδειούχους κτηματομεσίτες, έγιναν ευκολότερες και πρακτικές. Αναφέρομαι κυρίως στην αναβάθμιση πρακτικών του Τμήματος Πολεοδομίας, το οποίο αναβάθμισε το σύστημα πληροφοριών γης και προσφέρει ήδη κάποιες διαδικτυακές υπηρεσίες. Στην ίδια πλεύση κινήθηκαν και οι πρακτικές των αδειούχων εγγεγραμμένων κτηματομεσιτών, που βρήκαν νέους τρόπους προώθησης των ακινήτων τους με σύμμαχο την τεχνολογία, όπως οι virtual περιηγήσεις και οι διαδικτυακές συναλλαγές.
Οι αριθμοί
Ο συνολικός όγκος και η αξία των συναλλαγών ακινήτων που πραγματοποιήθηκαν στην Κύπρο μέσω του Κτηματολογίου (όσον αφορά τόσο τις συμβάσεις πώλησης όσο και τις μεταβιβάσεις πώλησης) κατέγραψαν σημαντική πτώση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2019, κάτι που αποδίδεται κυρίως στο ότι κατά την περίοδο από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του 2019 η αγορά γνώρισε αυξημένες συναλλαγές από ξένους αγοραστές λόγω της τότε επικείμενης αναθεώρησης των κριτηρίων του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος που έγινε τον Ιούνιο του 2019. Συγκεκριμένα, ο συνολικός αριθμός συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 έφτασε τις 5.600, σε σύγκριση με 8.800 το πρώτο εξάμηνο του 2019, που αντιστοιχεί σε μείωση 36%. Ακόμη μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στο ύψος των συναλλαγών, το οποίο υποχώρησε στο €1,2 δισ. κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, καταγράφοντας μείωση 55% σε σύγκριση με τα €2,7 δισ. το πρώτο εξάμηνο του 2019. Σύμφωνα με στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, η αξία των συναλλαγών στην αγορά των οικιστικών ακινήτων της Κύπρου ανήλθε στα €828 εκατ., καταγράφοντας μείωση 60% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Η μείωση οφείλεται κυρίως στο lockdown κατά την περίοδο Μαρτίου-Μαΐου 2020, κατά τη διάρκεια του οποίου έγιναν πολύ λίγες πράξεις.
Στρατηγική για το μέλλον
Όπως καταγράφεται από τις επίσημες πηγές, οι ξένοι επενδυτές διατηρούν αυξημένο ενδιαφέρον για να επενδύσουν στην Κύπρο, παρά την κατάργηση του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, με ορισμένες επενδύσεις να βρίσκονται ήδη στα σκαριά και να έχουν ήδη δει το φως της δημοσιότητας. Είναι σημαντική η υπογραφή, εν μέσω πανδημίας, για την ενιαία ανάπτυξη του λιμανιού και της μαρίνας Λάρνακας, όπως και οι σχεδιασμοί για άλλες σημαντικές αναπτύξεις. Μάλιστα, όπως αναφέρθηκε και πρόσφατα στη Βουλή, αναμένονται ανακοινώσεις για αποφάσεις μεγάλων επιχειρήσεων από τις ΗΠΑ, τη Λιβύη και χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ για να μεταφέρουν τη βάση τους στην Κύπρο, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται διάφορες ενέργειες προώθησης επενδύσεων στην Κύπρο, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών, το Υπουργείο Ενέργειας, το Υφυπουργείο Τουρισμού και άλλους φορείς.
Ωστόσο, διαφαίνεται η αναγκαιότητα για υιοθέτηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων, με στόχο τον εκσυγχρονισμό του συνόλου της οικονομίας και τη δημιουργία ανταγωνιστικού περιβάλλοντος που θα ευνοεί την προσέλκυση επενδύσεων.
Η Κύπρος μπορεί να αναπτύξει περαιτέρω ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, τα οποία θα προσελκύσουν επενδυτές οι οποίοι θα μπορούν να συνεισφέρουν στο γενικό σύνολο της οικονομίας του τόπου.
Καταληκτικά, θα ήθελα να υπερτονίσω για άλλη μια φορά ότι το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών είναι το καθ’ ύλην αρμόδιο όργανο το οποίο έχει αρμοδιότητες και εξουσίες να διενεργεί την εγγραφή των κτηματομεσιτών και να εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά ή άδειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου. Είναι αρμόδιο να τηρεί το Μητρώο Κτηματομεσιτών, να ασκεί πειθαρχικό έλεγχο και να επιβάλλει καθορισμένες από τον νόμο πειθαρχικές ποινές, καθώς και να ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα ή εξουσία η οποία είναι συντελεστική ή συμφυής με την εκπλήρωση των ανατιθεμένων σε αυτό καθηκόντων.
Καταφέραμε να εφαρμόσουμε ψηφιακές διαδικασίες για τις διαδικασίες που αφορούν κάθε εγγεγραμμένο κτηματομεσίτη, ενώ παρακολουθούμε συνεχώς τις ανταγωνιστικές αγορές, καθώς και την παράνομη κτηματομεσιτεία, που παραμένει ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα και αισθητό εν καιρώ πανδημίας. Εμείς δεν έχουμε παρά να αναπτυσσόμαστε και να καινοτομούμε. Αυτός είναι ο συνεχής μας στόχος, με γνώμονα το συμφέρον του επαγγέλματός μας και συνάμα την πάταξη της παρανομίας. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να οδηγηθούν και όλα τα αρμόδια όργανα τα οποία έχουν σχέση με τις διαδικασίες αγοραπωλησίας ακινήτων και ως Συμβούλιο είμαστε στη διάθεση τόσο του Υπουργείου Εσωτερικών όσο και των Τμημάτων που υπόκεινται σε αυτό, όπως Κτηματολόγιο και Πολεοδομία, προκειμένου να δημιουργηθούν ή να εκσυγχρονιστούν διαδικασίες προς όφελος τόσο του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη όσο και του κοινωνικού συνόλου.
*Προέδρου Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών