Ο δεκαετής εφιάλτης, οι ευθύνες της Πολιτείας και η λύση για τις εκποιήσεις

Η αδυναμία της Πολιτείας να βρει την κατάλληλη θεραπεία σε ένα πρόβλημα που η ίδια ουσιαστικά δημιούργησε και για το οποίο οφείλει να λάβει ριζικές και άμεσες λύσεις

Του δρα Στέλιου Πλατή*

Η πληγή που άνοιξε με την προβλέψιμη τραπεζική κρίση του 2012-13 και μεγάλωσε με το αχρείαστο και καταστροφικό κούρεμα καταθέσεων, είχε ως συνέπεια τη ραγδαία διόγκωση των Μη-Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ). Κάτι που έχει πλέον κακοφορμίσει σε βαθμό επικίνδυνο.

Η αδυναμία της Πολιτείας για δέκα ολόκληρα χρόνια να βρει την κατάλληλη θεραπεία σε ένα πρόβλημα που η ίδια ουσιαστικά δημιούργησε με τις αποφάσεις και την κωλυσιεργία της, έχει ως αποτέλεσμα σήμερα χιλιάδες κυπριακά νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις να βρίσκονται στο μέσο μιας εφιαλτικής κατάστασης.

Ας συλλογιστούμε μόνο πόσο ψυχοφθόρο και επίπονο είναι για κάθε οικογένεια που λαμβάνει την επιστολή για εκποίηση της οικίας της, χωρίς ουσιαστικά να έχει εναλλακτικές επιλογές ή μια κάποια διέξοδο. Και εδώ μιλάμε για χιλιάδες οικογένειες που επηρεάζονται. Οικογένειες που η Πολιτεία για δέκα χρόνια άφησε ξεκρέμαστες.

Η σύγκριση με το 2013

Και επειδή ακούμε (δυστυχώς) τους κυβερνώντες να προσπαθούν να κυβερνήσουν δέκα χρόνια μετά με όρους 2013, επισείοντας τη δαμόκλειο σπάθη της χρεοκοπίας και της διασάλευσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ας θυμηθούμε το 2012 – τότε που προειδοποιούσαμε σε κάθε ευκαιρία για τον επερχόμενο κίνδυνο. Το 2012, λοιπόν είχαμε ένα σχετικά τεράστιο τραπεζικό κλάδο με περιουσιακά στοιχεία 143 δις ευρώ και δάνεια όσο και καταθέσεις περίπου 70 δις – σε σύγκριση με 25 δις και 50 δις αντίστοιχα σήμερα.

Τα δε μη-εξυπηρετούμενα δάνεια με βάση τον ορισμό των 90 ημερών, τότε ήταν μόλις 11,7 δις ευρώ στον τραπεζικό τομέα και 2,1 δις στον Συνεργατισμό – ένα ομολογουμένως μικρό ποσοστό σε σχέση με σήμερα. Και τότε οι (καλύτεροι στον κόσμο, κατά την πολιτική μας ηγεσία) τραπεζίτες μας επένδυσαν στα ελληνικά ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά δίχως ουσιαστικό έλεγχο από την Πολιτεία (βλέπε Κεντρική Τράπεζα Κύπρου).

Και οι ευθύνες της Πολιτείας συνεχίζονται, αφού η κυβέρνησή μας δεν πέτυχε την παραμικρή στήριξη από την Ε.Ε. όταν κουρεύονταν τα ελληνικά ομόλογα στα οποία είχαμε επενδύσει, σπρώχνοντας έτσι τις δυο μεγαλύτερες τράπεζες μας στον γκρεμό. Για να πάρει τη σκυτάλη η επόμενη κυβέρνηση, που με βλέμμα στα δικά τους επαγγελματικά συμφέροντα (σύμφωνα με τους πλέον στενούς συνεργάτες του ίδιου του πρώην προέδρου της Δημοκρατίας), πρότειναν καθολικό κούρεμα καταθέσεων για να καταλήξουμε στο τραγικό κούρεμα ανασφάλιστων καταθέσεων σε Λαϊκή και Τράπεζα Κύπρου.

Ήταν εκείνη την περίοδο που εκτινάχθηκε και το πρόβλημα με τα ΜΕΔ. Και (όπως προειδοποιούσαμε τότε) είναι λογικό, αφού αφαιρείς σχεδόν τα μισά περιουσιακά στοιχεία από το σύστημα για να καλύψεις ζημιές από τις επενδύσεις στα ελληνικά ομόλογα αλλά και τις κακές διαπραγματεύσεις που αφορούσαν στην άμεση αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των ζημιών από ΜΕΔ στο σύστημα.

Και αυτά, ενώ εκατοντάδες εκατομμύρια μη-εξυπηρετούμενων δανείων που αφορούσαν σε μεγάλες επιχειρήσεις, αναδιαρθρώθηκαν ή/και μειώθηκαν μέσα από διαπραγματεύσεις την περίοδο 2013-2016. Κάτι που δεν ίσχυσε προφανώς για την πρώτη κατοικία ή/και τη μικρή επιχειρηματική στέγη. Τουναντίον, αυτά φορτώθηκαν το πρόβλημα που πια έχει σχεδόν διπλασιαστεί.

Αφού τα συνολικά ΜΕΔ σήμερα ανέρχονται πια σε πέραν των 24 δις ευρώ (με το 90% περίπου να βρίσκεται στις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων). Για σκοπούς σύγκρισης υπενθυμίζω ότι τα συνολικά δάνεια από το τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα περίπου 25 δις.

Η επιθετική πολιτική κατά των δανειοληπτών

Και δεν έφτανε αυτό, η Πολιτεία άφησε να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο που επιτρέπει μια επιθετική, σε ορισμένες περιπτώσεις, συμπεριφορά εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων και τραπεζικών ιδρυμάτων σε βάρος των δανειοληπτών. Εδώ ο διοικητής της Κεντρικής παραδέχθηκε ότι έχουν διαπιστωθεί μαζικές παραβάσεις του κώδικα συμπεριφοράς της τράπεζας.

Ενώ η Πολιτεία δεν ήταν ποτέ πρόθυμη να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος – τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Και πώς να το κάνει άλλωστε, όταν ένα μεγάλο μέρος των βουλευτών μας ήταν στις λίστες μη-εξυπηρετούμενων δανείων που είδαν το φως της δημοσιότητας;

Από την άλλη, δεν είναι και δουλειά των τραπεζών ή των εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων να στηρίξουν τους δανειολήπτες, ούτε να εφαρμόσουν κοινωνική πολιτική. Δουλειά τους είναι να λειτουργούν ως διαμεσολαβητές και καταλύτες της οικονομικής δραστηριότητας και να μεγιστοποιούν το κέρδος για τους μετόχους τους. 

Σημειώνω επίσης ότι σε ένα υγιές τραπεζικό σύστημα, το εργαλείο της εκποίησης είναι απολύτως απαραίτητο. Αφού η ενυπόθηκη εξασφάλιση αποτελεί την κύρια βάση της δανειοδότησης. Και τυχόν μόνιμη ή θεσμικά υποστηριζόμενη αδυναμία ή/και καθυστέρηση εκποίησης της πρώτης κατοικίας θα απέκοπτε την πρόσβαση της μεσαίας τάξης και των χαμηλών εισοδηματικά στρωμάτων σε χρηματοδότηση για απόκτηση στέγης.

Εδώ λοιπόν που έφτασαν τα πράγματα, δέκα χρόνια μετά το αχρείαστο κούρεμα και την υπερμεγέθυνση του προβλήματος των κόκκινων δανείων, είναι η Πολιτεία που οφείλει να λάβει ριζικές και άμεσες λύσεις. Και η παραπομπή υποθέσεων στη δικαιοσύνη μέσα από τα λεγόμενα «Ειδικά Δικαστήρια» δεν μπορεί να αποτελεί λύση.

Όλοι γνωρίζουμε, άλλωστε, πώς λειτουργεί το κυπριακό σύστημα δικαιοσύνης όπου μια υπόθεση χρειάζεται έξι, πολλές φορές και δέκα χρόνια, για να εκδικαστεί. Κάτι που αναντίλεκτα θα τύχει εκμετάλλευσης από στρατηγικούς κακοπληρωτές, αλλά πιο σημαντικά, ανάλογη θεσμικά υποστηριζόμενη καθυστέρηση εκποίησης της πρώτης κατοικίας θα αποκόψει τη μεσαία τάξη και τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα από πηγές φτηνότερης χρηματοδότησης, αφού η κατοικία τους – το μεγαλύτερο περιουσιακό τους στοιχείο – δεν  θα μετρά ως ενυπόθηκη εξασφάλιση με βάση τις σύγχρονες μεθόδους υπολογισμού κεφαλαίων των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Όχι ασπιρίνη στην πληγή αλλά ριζικές λύσεις

Γι’ αυτό, χαιρετίζω την υιοθέτηση των προτροπών μας για αναστολή των εκποιήσεων, μέχρι να κατατεθεί ολοκληρωμένο πλαίσιο για λύση του θέματος των εκκρεμούντων κόκκινων δανείων που αφορούν στην πρώτη κατοικία.

Πλαίσιο το οποίο πρέπει να έχει τουλάχιστον τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Ο δανειολήπτης να έχει τη δυνατότητα προσφυγής σε  δεσμευτική μορφή επιδιαιτησίας (όχι υφιστάμενο δικαστήριο/δικαστές) με διαδικασίες εξπρές.
  • Να διασφαλίζεται η πλήρης διαφάνεια στον υπολογισμό της πραγματικής οφειλής.
  • Να καταργεί ή/και να διορθώνει (σε υφιστάμενα δάνεια) καταχρηστικές ρήτρες.
  • Να ρυθμίζει το θέμα της δίκαιης τιμής του ακινήτου σε περίπτωση εκποίησης, δίχως να δημιουργεί πρόβλημα κεφαλαίων στον τραπεζικό τομέα (εκτός αν αφορά σε έκτακτα και μη-επαναβαλλόμενα μέτρα).
  • Να παρέχει πρόσβαση σε ευάλωτες ομάδες δανειοληπτών σε ουσιαστικά σχέδια στήριξης με γρήγορες διαδικασίες.
  • Τέλος, να παρέχει ως έκτακτο και μη-επαναλαμβανόμενο μέτρο σε σχέση μόνο με χρονίζουσες περιπτώσεις τη δυνατότητα σημαντικής αναδιάρθρωσης και κουρέματος δανείων με κοινωνικούς όρους. Το σχετικό μέγεθος των δανείων αυτών δεν θα αποτελέσει σήμερα τεράστιο πρόβλημα στο σύστημα, δεδομένων των τιμών απόκτησης ή/και καταγραφής σήμερα των σχετικών δανείων.

Και ας είναι προσωρινά κάποια μέτρα ή/και εκπτώσεις, με σκοπό να επιλυθεί το πρόβλημα και να γίνει μια νέα αρχή. Οτιδήποτε λιγότερο θα είναι απλά ασπιρίνη για μια πληγή που χρονίζει εδώ και μια δεκαετία. Και αυτοί που δημιούργησαν το πρόβλημα, αντί να κωλυσιεργούν, έχουν την ευθύνη να βρουν και την οριστική θεραπεία. Ο λόγος και η ευθύνη ανήκουν σε κυβέρνηση και Βουλή.

*Διδάκτωρα Χρηματοοικονομικών και Μακροοικονομίας του Πανεπιστημίου του Cambridge

Διαβάστε επίσης: Εκποιήσεις: ένα ζήτημα με παρελθόν

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ