Red Sea Diplomatic Resort: Η «Αραβική Eιρήνη», το Σουδάν και η επιχειρησιακή οικονομία του Ισραήλ

Γιατί το Ισραήλ μέχρι σήμερα δεν έχει ορίσει τι ακριβώς επιθυμεί στην εξωτερική του πολιτική, πώς οι Συμφωνίες του Αβραάμ μετατράπηκαν σε νέο Δόγμα της Περιφέρειας και ποιος είναι ο ρόλος του Σουδάν στο πλάνο του Ισραήλ για την Ερυθρά Θάλασσα.

Της Πωλίνας Άνιφτου*

Η έλλειψη εθνικής και οικονομικής στρατηγικής από το Ισραήλ

Η ίδρυση του Ισραήλ το 1948 είχε οικονομική και γεωπολιτική διαδραστικότητα για την υπόλοιπη περιοχή, πλην των Αράβων τη δεκαετία του 1950, όταν το Ιράν και η Τουρκία σταθεροποιήθηκαν γεωπολιτικά και εντάχθηκαν και επίσημα στη δυτική σφαίρα επιρροής. Το Ιράν μετά την ανάληψη του θρόνου από τον τελευταίο Σάχη τον Μοχάμεντ Ρέζα Παχλαβί μαζί με την Τουρκία, την Αιθιοπία και το Σουδάν εντάχθηκαν στο «Δόγμα της Περιφέρειας» τη δεκαετία του 1960 που σχεδίασαν οι ΗΠΑ για την οικονομική και πολιτική στήριξη του Ισραήλ μετά το πολιτικό και ενεργειακό εμπάργκο που έθεσαν οι Άραβες στο Ισραήλ. Οι ΗΠΑ θέλησαν οι μουσουλμανικές μη αραβικές χώρες να γίνουν το πολιτικό και ενεργειακό αποκούμπι του Ισραήλ. Έτσι το Ιράν με το Ισραήλ το 1968 δημιούργησαν την EAPC (Eilat Ashkelon Pipeline Company) για τη μεταφορά του ιρανικού πετρελαίου στη Δύση μέσω του Ισραήλ παρακάμπτοντας τη διώρυγα του Σουέζ που η Κρίση του Σουέζ το 1956 έδειξε πως η εξάρτηση της μεταφοράς πετρελαίου και αγαθών διέπεται από τα πολιτικά συμφέροντα της Αιγύπτου που την εποχή εκείνη ένεκα και της ιδεολογίας του παναραβισμού από τον πρόεδρο Νάσερ έθετε σε κίνδυνο τις χώρες που δεν συμβάδιζαν με τα συμφέροντα της Αιγύπτου. Τόσο το Ισραήλ όσο και το Ιράν, η Τουρκία και το Σουδάν δεν ήταν ποτέ χώρες τις οποίες η Αίγυπτος πριν τον τρίτο Αραβοϊσραηλινό πόλεμο (1973) θεωρούσε ως φιλικές, οπότε και τα συμφέροντα των και δη τα οικονομικά πλήττονταν.

Το Ισραήλ εκπόνησε το πρώτο και τελευταίο σχέδιο της εθνικής του στρατηγικής τέλη της δεκαετίας του 1950 από τον πρώτο πρωθυπουργό του Ισραήλ τον Μπεν Γκιουριόν. Η εθνική στρατηγική του Ισραήλ έθετε τα εθνικά και θρησκευτικά όρια του κράτους του Ισραήλ που το LIKUD το κόμμα του σημερινού πρωθυπουργού Νετανιάχου από το 1977 μετέτρεψε στα παλαιά σιωνιστικά όρια που περιλαμβάνει μέρη του Μεγάλου Ισραήλ (Eretz Israel) που σήμερα αποτελούν τις παλαιστινιακές περιοχές. Η υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ το 2020 στην Ουάσινγκτον δεν είναι κάτι ξεχωριστό για το Ισραήλ, το Ισραήλ πάντα τολμούσε να κάνει συμφωνίες με τους γείτονές του, με την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί και να μη διαρκούσαν για πολύ. Δηλαδή ένεκα της ιδιάζουσας κατάστασής του το Ισραήλ δεν μπορούσε να καταρτίσει ένα σχέδιο μακροχρόνιας πολιτικής εσωτερικής και εξωτερικής, μιας και ο εσωτερικός πληθυσμός του διαβαθμιζόταν ανάλογα με την έκβαση των πολέμων με τους Άραβες μέχρι το 1973, με την ένταξη νέων εβραϊκών πληθυσμών βάσει του Νόμου της Επιστροφής και τις μετακινήσεις πληθυσμών μετά τον πρώτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο (ΝΑΚΒΑ 1948). Διά τούτο και το Ισραήλ μέχρι σήμερα δεν έχει ορίσει τι ακριβώς επιθυμεί στην εξωτερική του πολιτική, αλλά και ποια είναι η εδαφική του σύσταση, δηλαδή αν το Ισραήλ είναι ότι ορίζει η ιδεολογία του σιωνισμού, το διεθνές δίκαιο ή το δίκαιο της διεθνούς ισχύος που μπορεί να αλλάζει σύνορα ανάλογα με τους πολέμους.

Οι Συμφωνίες του Αβραάμ ως νέο Δόγμα της Περιφέρειας

Μετά την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν το 1979 το Δόγμα της Περιφέρειας κατέπεσε, οι πόλεις στο Ιράν που κτίστηκαν από Ισραηλινούς μηχανικούς και εταιρείες, οι πολυδάπανες αγορές όπλων και η στήριξη των ισραηλινών εταιρειών από το Ιράν έπαυσε, με αποτέλεσμα ζημιάς δισεκατομμυρίων στο Ισραήλ. Στην ακμή των σχέσεων Ισραήλ-Ιράν κατά τη δεκαετία του 1970, το Ισραήλ πουλούσε στο Ιράν περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια ετησίως σε όπλα, καθώς οι δύο χώρες σχεδίαζαν να ξεκινήσει ένα κοινό πρόγραμμα 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων για την ανάπτυξη πυραύλων εδάφους-εδάφους, ενώ το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν βοηθήθηκε και αναπτύχθηκε με τη συμβολή των ΗΠΑ επί του τελευταίου Σάχη.

Η υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ τον Αύγουστο του 2020 μεταξύ Ισραήλ-ΗΑΕ-Μπαχρέιν ουσιαστικά έφεραν στην επιφάνεια τον διπλό ρόλο της Σαουδικής Αραβίας, τη διατήρηση καλών σχέσεων με το Ισραήλ, χωρίς όμως την αναγνώριση εκ μέρους της ίδιας της Σαουδικής Αραβίας. Επί χρόνια η Σαουδική Αραβία είχε ζητήσει τη σύσταση δύο κρατών στην Παλαιστίνη που όμως δεν έγινε ποτέ αποδεκτό ούτε από τους υπόλοιπους Άραβες ούτε και από το Ισραήλ. Από τη δεκαετία του 1970 που έγινε η πρώτη πρόταση της Σαουδικής Αραβίας μέχρι σήμερα η αραβική κοινή γνώμη παραμένει σταθερά στην άρνηση της εδαφικής ύπαρξης του Ισραήλ. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το Αραβικό Κέντρο Έρευνας και Πολιτικών Μελετών της Ντόχα (Doha Arab Center for Research and Policy Studies), ο γνωστός «Δείκτης Αραβικής Γνώμης 2019-2020» (2019-2020 Arab Opinion Index) ανέφερε ότι «Το 81% των Αράβων χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είχε αρνητικά σχόλια σχετικά με τις πρόσφατες συμφωνίες εξομάλυνσης που υπογράφηκαν μεταξύ του Ισραήλ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Μπαχρέιν, το δε 8% είχε πολύ αρνητικές απόψεις, ενώ μόνο το 5% τις έβλεπε θετικά». Η έρευνα διεξήχθη από τα μέσα Αυγούστου έως τα μέσα Σεπτεμβρίου 2020 και διαπίστωσε ότι «το 27% θεωρεί ανεδαφική την αλληλεπίδραση των ΗΑΕ με το Ισραήλ, το 10% θεωρεί υποκρισία τις Συμφωνίες του Αβραάμ και το 5% θεώρησε τη συμφωνία ως το Άμπου Ντάμπι να παραδίδεται στα αμερικανικά συμφέροντα».

Η δε Παλαιστίνια συγγραφέας και ερευνήτρια, Najla Shahwan, σε άρθρο της στην Daily Sabah, ανέφερε ότι η εξομάλυνση των σχέσεων ειδικά με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχει μεγαλύτερη οικονομική παρά πολιτική σημασία για τις δύο πλευρές. Το Γραφείο Επενδύσεων του Άμπου Ντάμπι (ADIO) υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με το Ισραηλινό Εξαγωγικό Ινστιτούτο (IEI), θέτοντας τις βάσεις για ισχυρές εμπορικές γέφυρες μεταξύ του Άμπου Ντάμπι και του Ισραήλ με το ξεκλείδωμα σε επενδυτικές ευκαιρίες που οδήγησε στην ανακοίνωση ενός επενδυτικού ταμείου 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων για στρατηγικούς τομείς που επενδύουν στο Ισραήλ, οδηγώντας στην πρώτη Εμπορική Συμφωνία που έγινε ποτέ μεταξύ ενός αραβικού κράτους των ΗΑΕ και του Ισραήλ τον Μάιο του 2022.

Παρά τους δισταγμούς της Σαουδικής Αραβίας να ενταχθεί και επίσημα στις Συμφωνίες του Αβραάμ λόγω της θρησκευτικής της θέσης ως Γη του Κορανίου (ام القری, Umul Qura) και προστάτριας όλων των μουσουλμανικών πληθυσμών, η οικονομική συνεργασία με το Ισραήλ και τις ισραηλινές εταιρείες άρχισε από το 2013. Οι Ισραηλινές εισαγωγές από τη Σαουδική Αραβία ανήλθαν σε 806 εκατομμύρια δολάρια από το 2013 σύμφωνα με τη βάση δεδομένων COMTRADE του ΟΗΕ για το διεθνές εμπόριο. Από την άλλη στις 15 Δεκεμβρίου 2020, το Start-Up Nation Central εγκαινίασε την πρώτη κοινότητα καινοτομίας ΗΑΕ-Ισραήλ για επιχειρήσεις, καινοτομίες και τεχνολογία και περιλαμβάνει ήδη περισσότερους από 1.000 υπαλλήλους σε διάφορους τομείς, με επενδυτές και κρατικούς φορείς και από τις δύο χώρες τονίζοντας τη συμμετοχή του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα στην υποστήριξη της εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο χωρών αλλά και την εμπλοκή της οικονομίας, των fintech και της καινοτομίας στη δημιουργία εναλλακτικής σύνδεσης νέων επιχειρηματιών.

Επιπλέον, Ισραήλ και ΗΑΕ σε μια προσπάθεια να σταματήσουν την ιρανική κυριαρχία στην περιοχή και παρακάμπτοντας τους κινδύνους της Διώρυγας του Σουέζ για να φτάσουν στις μεσογειακές αγορές στον τομέα του πετρελαίου και της ενέργειας στις 21 Οκτωβρίου 2020 υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας (MoU). Σύμφωνα με το μνημόνιο συμφωνίας, το αργό πετρέλαιο του Άμπου Ντάμπι θα παρέχεται στο μεσογειακό λιμάνι του Ισραήλ Ασκελόν μέσω του αγωγού που εκτείνεται από το Εϊλάτ στην ακτή της Ερυθράς Θάλασσας του Ισραήλ χρησιμοποιώντας την Εταιρεία αγωγών Eilat-Ashkelon (EAPC) που δημιουργήθηκε πριν από την Ισλαμική Επανάσταση από το Ιράν και το Ισραήλ (50 - 50% ιδιοκτησία και τώρα ανήκει αποκλειστικά στο Ισραήλ) στη μεταφορά αργού πετρελαίου από τον Περσικό Κόλπο μέσω του αγωγού στις ευρωπαϊκές αγορές. Αυτή η «χερσαία γέφυρα» αναμένεται ότι θα εξοικονομεί χρόνο, καύσιμα και κόστος έναντι της διέλευσης της διώρυγας του Σουέζ, για τη μεταφορά πετρελαίου και παρέχει ταχύτερη πρόσβαση στους καταναλωτές στο πετρέλαιο που παράγεται στις περιοχές της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.

Οι Συμφωνίες του Αβραάμ ταρακούνησαν οικονομικά και πολιτικά την περιοχή και δη το Ιράν που παρά τους ισχυρισμούς του πρώην προέδρου Αχμαντινετζάντ ότι το Ισραήλ και οι ΗΠΑ προκαλούν προβλήματα μεταξύ των διάφορων μουσουλμανικών κρατών, πολλές φωνές όπως αυτή του Mohammad Ali Abtahi, πρώην αντιπροέδρου του πρώην προέδρου της χώρας Mohammad Khatami (1996-2004) σχολίασε την ομαλοποίηση των σχέσεων των Αράβων με το Ισραήλ με πικρό τρόπο για την Τεχεράνη. Συγκεκριμένα, είχε αναφέρει ότι «βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου οι γειτονικές μας αραβικές χώρες στρέφονται προς το Ισραήλ για να αντιμετωπίσουν το Ιράν» ζητώντας από την Τεχεράνη να ληφθούν διορθωτικά μέτρα προκειμένου να αποκατασταθούν οι διπλωματικές σχέσεις με τις αραβικές μοναρχίες που βρίσκονται σε αναβλητικότητα και αδράνεια από την εισβολή στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Τεχεράνη το 2016 ένεκα της απόφασης της Σαουδικής Αραβίας να εκτελέσει Σιίτες.

Η αντίδραση αυτή του Ιράν οδήγησε αραβικά και σουνιτικά κράτη (Σαουδική Αραβία, Σομαλία, Κομόρες, Μπαχρέιν, Τζιμπουτί) να διακόψουν τις σχέσεις τους με την Τεχεράνη, που θεώρησαν ότι με την πράξη αυτή εμπλέκεται στα εσωτερικά των αραβικών χωρών. Το Κουβέιτ και το Κατάρ ανακάλεσαν τους πρεσβευτές τους και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κάλεσαν για εξηγήσεις τον Ιρανό πρεσβευτή, ανακαλώντας τον πρεσβευτή τους από την Τεχεράνη υποβαθμίζοντας το διπλωματικό επίπεδο των χωρών σε βαθμό επιτετραμμένου. Έτσι, η επίθεση στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας για θρησκευτικούς λόγους μαζί με την αντιμοναρχική ιδεολογία ήταν ένα ισχυρό σημάδι για τα αραβικά κράτη να αποστασιοποιηθούν και να στραφούν προς τους Ισραηλινούς και τις ΗΠΑ για λόγους ασφαλείας. Από την άλλη η προσέγγιση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας τους τελευταίους μήνες φέρνει στην επιφάνεια όχι την ανάγκη οι δύο χώρες να ανακτήσουν επαφές, αλλά την ανάγκη των ΗΠΑ να αποτρέψει την Κίνα μέσω του Ιράν να μην ανακτήσει το χαμένο έδαφος στη Συρία και στον Περσικό Κόλπο μέσω της Συμφωνίας Κίνας- Ιράν του 2021, ιδίως μετά το τέλος του πολέμου στην Υεμένη.

Ο ρόλος του Σουδάν στην επέκταση του Ισραήλ στην Ερυθρά Θάλασσα

Το 1982 ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Menachem Begin ήταν αποφασισμένος να σώσει την εβραϊκή φυλή Beta Israel που ζούσε σε περίπου 500 χωριά στη βόρεια Αιθιοπία και βρισκόταν υπό πολιτειακή καταπίεση. Το τουριστικό χωριό Αρούς, που βρίσκεται στην ανατολική ακτή του Σουδάν και αποτελείτο από 15 μπανγκαλόου, «μια κουζίνα και τραπεζαρία» που άνοιγε σε μια παραλία στην Ερυθρά Θάλασσα με τη σύμφωνη παρέμβαση της κυβέρνησης του Σουδάν έγινε το εφαλτήριο οι Υπηρεσίες Ασφαλείας του Ισραήλ να δημιουργήσουν ένα ψεύτικο τουριστικό χωριό το οποίο αποτελεί τον «πυρήνα» για να σωθούν οι εβραϊκές κοινότητες της περιοχής και να μεταφερθούν στο Ισραήλ.

Οι φιλικές σχέσεις της Αιγύπτου με το Ισραήλ μετά το Camp David υποβοήθησαν τη σχέση Αιγύπτου με το Σουδάν το οποίο βρισκόταν σε δύσκολη θέση απέναντι στην Αιθιοπία σχετικά με τη ροή του νερού του Νείλου. Η Αιθιοπία αντιτάχθηκε τη δεκαετία του 1980 στην προτεινόμενη μεταφορά 365 εκατομμυρίων κυβικών νερού του Νείλου από την Αίγυπτο στο Ισραήλ ετησίως «σε αντάλλαγμα για τη λύση για το παλαιστινιακό πρόβλημα και την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ», ενώ το Σουδάν αν και δεν ήθελε να κτίσει επίσημες σχέσεις με το Ισραήλ ένεκα της έντονης δραστηριότητας εταιρειών στη χώρα από ισλαμικές χώρες δεν έδωσε καμία απάντηση στην Αίγυπτο.

Η παρουσία του Ισραήλ στην περιοχή και η σχέση του με την Αίγυπτο καθώς και η επίσκεψη του Αιγύπτιου προέδρου Σαντάτ στην Ιερουσαλήμ όρισε και το παίγνιο της ισχύος του Σουδάν στον Νείλο. Παρόλη την αντιπαράθεση με την Αίγυπτο το Σουδάν κέρδισε χρόνο στο να οργανωθεί και να πλησιάσει και τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Οι εντάσεις μεταξύ Αιγύπτου και Αιθιοπίας αυξήθηκαν ιδιαίτερα μετά τη συνθήκη ειρήνης Ισραήλ-Αιγύπτου που είχε υπογραφεί στην Ουάσινγκτον τον Μάρτιο του 1979 και παρόλο που ο Σαντάτ αποφάσισε να μην προχωρήσει το έργο «Νερό για την Ειρήνη» με το Ισραήλ, η πρότασή του αυτή οδήγησε Σουδάν και Αιθιοπία να διεκδικούν εκατομμύρια εκτάρια και δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως νερού από τον Νείλο.

Οι δύσκολες διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Σουδάν εξομαλύνθηκαν σταδιακά με τις Συμφωνίες του Αβραάμ το 2020 που παρείχαν μεγάλη πολιτική και οικονομική συνεργασία προκειμένου να δημιουργηθεί εμπιστοσύνη και να ελεγχθεί ο ανταγωνισμός στα θέματα ασφάλειας. Οι Συμφωνίες του Αβραάμ εμπλέκουν μια περιοχή από τον Περσικό Κόλπο (Μπαχρέιν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) μέχρι το Γιβραλτάρ (Μαρόκο), συμπεριλαμβανομένης της Μεσογείου, της μοναδικής εξόδου των αραβικών εθνών και του Ιράν στη Δύση, τονίζοντας τον ανταγωνισμό του λιμανιού της Χάιφα εναντίον του λιμένα της Βηρυτού που ορίστηκε ως η έξοδος κινεζικών προϊόντων μέσω του Ιράν και είναι μια περιοχή που αποτελεί την πατρίδα για περισσότερα από 400 εκατομμύρια μόνιμους κατοίκους.

Η στρατηγική ικανότητα των Συμφωνιών του Αβραάμ παραμένει ένα ανοιχτό σχήμα που ξεκινά από τον Περσικό Κόλπο, μέχρι τον Κόλπο του Ομάν, την Αραβική Θάλασσα, τον Ινδικό Ωκεανό, την Ερυθρά Θάλασσα, το Σουέζ, τη Μεσόγειο και την έξοδο στον Ατλαντικό Ωκεανό. Έτσι, μια πιθανή συνεργασία του Σουδάν με το Ισραήλ στη θαλάσσια ασφάλεια μπορεί να οδηγήσει στην ισραηλινή εποπτεία των εμπορικών οδών τριών ηπείρων, που υπολογίζεται στο 12% του παγκόσμιου εμπορίου και σε αγαθά αξίας άνω του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων ετησίως που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα και το Σουέζ. Επιπλέον, η μελέτη της RAND Corp. κάνει μια προσομοίωση της επέκτασης των Συμφωνιών για να συμπεριλάβει 10 έθνη με μουσουλμανική πλειοψηφία (συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας) και αναφέρει ότι μια συνεργασία με το Ισραήλ όλων των μουσουλμανικών εθνών της περιοχής θα μπορούσε να οδηγήσει σε 150.000 νέες θέσεις εργασίας, επεκτείνοντας σε τέσσερα εκατομμύρια όλες τις νέες θέσεις εργασίας και σε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια τις νέες επενδυτικές δραστηριότητες σε μια δεκαετία, εάν οι Συμφωνίες υπογραφούν από άλλα μουσουλμανικά κράτη.

*Συμβούλου Eπενδύσεων και Eξωτερικής Πολιτικής

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ