Ενόψει μειώσεων επιτοκίων λόγω αποπληθωρισμού

Τα νέα γεωοικονομικά και νομισματικά δεδομένα είναι πλέον στο επίκεντρο των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής, των εθνικών κυβερνήσεων, των τραπεζικών εποπτών και των επιχειρήσεων.

Ο κίνδυνος των υψηλών επιτοκίων στην Παγκόσμια Οικονομία είναι εξαιρετικά σημαντικός, καθώς με τον συνδυασμό του επίμονου πληθωρισμού και των γεωπολιτικών εντάσεων, οδηγούν στη χρηματοπιστωτική αστάθεια και στην οικονομική καταστροφή.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και η μείωση των στρατιωτικών και γεωπολιτικών εντάσεων είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της Παγκόσμιας Οικονομίας και του βιοτικού επιπέδου της ανθρωπότητας.

Τα υψηλά επιτόκια δεν είναι κάτι το καινούργιο για την αγορά, καθώς στις προηγούμενες δεκαετίες τα επιτόκια είχαν ανέβει κατά πολύ περισσότερο από ό,τι βρίσκονται σήμερα.

Αυτό που προκαλεί επιπρόσθετα προβλήματα σήμερα είναι οι νέοι κίνδυνοι που εμφανίστηκαν από το 2020 και μετά, όπως οι υγειονομικοί κίνδυνοι, οι γεωπολιτικές κρίσεις, η κλιματική αλλαγή και οι κυβερνοεπιθέσεις, τα οποία ανατροφοδοτούν τον πληθωρισμό και διατηρούν τα υψηλά επιτόκια.

Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, όπως η κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή και η επέκταση του μετώπου στη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ανοδικούς κινδύνους στις προοπτικές για τον πληθωρισμό και να υπάρξει ο κίνδυνος της πρόωρης νομισματικής χαλάρωσης.

Τα νέα γεωοικονομικά και νομισματικά δεδομένα είναι πλέον στο επίκεντρο των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής, των εθνικών κυβερνήσεων, των τραπεζικών εποπτών και των επιχειρήσεων, καθώς χρειάζεται μια σοβαρή παρακολούθηση των μελλοντικών κινδύνων, με την ταυτόχρονη ενίσχυση της «ανθεκτικότητάς» τους σε σχέση με αυτούς τους κινδύνους.

Μειώνονται τα επιτόκια στην Ευρώπη στις 6 Ιουνίου;

Οι κυριότερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου όπως είναι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ECB) και η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) είναι πολύ πιθανόν να ξεκινήσουν τον κύκλο μείωσης των επιτοκίων τους και της νομισματικής χαλάρωσης στο δεύτερο μισό του 2024.

Παρά την υψηλή γεωπολιτική αβεβαιότητα στην περιφέρεια της Ευρώπης (Ουκρανία, Ισραήλ) και τον επίμονο πληθωρισμό, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να είναι η πρώτη μεγάλη κεντρική τράπεζα που θα προχωρήσει σε μια μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,75%, στην πρώτη μείωση επιτοκίων από τον Σεπτέμβριο του 2019.

Αυτό θα γίνει πιθανότατα στην επόμενη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για τη νομισματική πολιτική την Πέμπτη 6 Ιουνίου, εφόσον δεν υπάρξουν δυσμενείς εξελίξεις στο μέτωπο του αποπληθωρισμού και των στρατιωτικών συγκρούσεων.

Να υπενθυμίσουμε ότι από τον Ιούλιο του 2022 η ΕΚΤ εισήλθε σε έναν κύκλο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής (σύσφιγξης) με στόχο να ανακόψει τον καλπάζοντα πληθωρισμό που ξεπέρασε το 10% σε μερικές χώρες της Ευρωζώνης μετά και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αυξάνοντας τα βασικά της επιτόκια κατά 450 μονάδες βάσης (από το ιστορικό χαμηλό των -0,50% στο 4% σήμερα).

Η τελευταία αύξηση επιτοκίου ήταν τον Σεπτέμβριο του 2023, ενώ έκτοτε η ΕΚΤ έχει διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκιά της για πέντε συνεχόμενες συνεδρίες λόγω αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού.

Αρκετοί κεντρικοί τραπεζίτες στην Ευρώπη, τα επονομαζόμενα και «γεράκια», έχουν δηλώσει πρόσφατα ότι είναι πολύ πιθανό η ΕΚΤ να ξεκινήσει τις μειώσεις επιτοκίων τον Ιούνιο, καθώς τα πρόσφατα στοιχεία για τον εγχώριο πληθωρισμό είναι ενθαρρυντικά, παρότι δεν έχει επιστρέψει στον στόχο του 2%.

Στην αντίθετη μεριά από τα «γεράκια», βρίσκονται αρκετοί οικονομολόγοι και μέλη κεντρικών τραπεζών που υποστηρίζουν ότι η ΕΚΤ δεν πρέπει να προχωρήσει σε μια βιαστική μείωση των επιτοκίων, καθώς τα διοικητικά συμβούλια θα χρειαστούν περισσότερα διαθέσιμα δεδομένα για την πορεία του πληθωρισμού και της οικονομίας στην Ευρωζώνη.

Αν αυτά τα νέα οικονομικά δεδομένα υποστηρίξουν την αποπληθωριστική τάση στην Ευρώπη, τότε μόνο θα πληρούν τη βασική προϋπόθεση για την πρώτη μείωση επιτοκίων, δηλαδή ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να πετύχει η ΕΚΤ τον στόχο της για μείωση του πληθωρισμού στο 2% μέχρι τα μέσα του 2025.

Τα θετικά οικονομικά στοιχεία που θα στηρίξουν τη μείωση των επιτοκίων

Ο χρόνος και ο ρυθμός των μελλοντικών μειώσεων των επιτοκίων στην Ευρώπη είναι υπό συζήτηση εν μέσω επεξεργασίας των νέων οικονομικών στοιχείων και τις συνθήκες υποχώρησης του πληθωρισμού.

Το πιο σημαντικό νέο αφορά στην πορεία του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ο οποίος παρά το γεγονός ότι παρέμεινε στάσιμος τον Απρίλιο (αυξήθηκε 2,4% σε ετήσια βάση), εντούτοις εκτιμάται ότι παραμένει σε πτωτική τροχιά, παραμένοντας κοντά στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό.

Ιδιαίτερα θετική εξέλιξη θεωρείται και η μείωση στον δομικό πληθωρισμό (core inflation), που έπεσε στο 2,7% τον Απρίλιο από το 2,9% τον Μάρτιο.

Ο δομικός πληθωρισμός είναι ένας δείκτης μέτρησης των τιμών που δεν περιλαμβάνει τις ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και για τον λόγο αυτό θεωρείται ότι αντανακλά καλύτερα τη δυναμική του πληθωρισμού σε μια Οικονομία.

Τα στοιχεία Απριλίου έδειξαν επίσης ότι ο πληθωρισμός των υπηρεσιών υποχώρησε στο 3,7% από το επίπεδο του 4% στο οποίο ήταν κολλημένος για μήνες.

Αυτή η γενική αποπληθωριστική τάση με συνδυασμό την πτώση της τιμής του πετρελαίου και του ενεργειακού κόστους στην Ευρωζώνη, είναι μια πολύ θετική εξέλιξη για τους κεντρικούς τραπεζίτες στην Ευρώπη.

Πρόκειται για εξέλιξη που ενισχύει την προοπτική μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ όχι μόνο τον Ιούνιο, αλλά ενδεχομένως και στους επόμενους μήνες μέσα στο 2024, εφόσον βεβαίως επιβεβαιωθεί το επόμενο διάστημα η τάση αυτή.

Από οικονομικής σκοπιάς, η Οικονομία της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο κατά τους πρώτους μήνες του 2024, έστω και ασθενικά κατά 0,3%, δείχνοντας να ξεπερνά τη φάση «τεχνητής ύφεσης» στην οποία είχε περιέλθει τα δύο προηγούμενα τρίμηνα στο τέλος του 2023.

Τα νέα δεδομένα σε ΗΠΑ, Αγγλία και σε άλλες αναπτυγμένες Οικονομίες

Η ταχύτερη σε ρυθμό μείωση των επιτοκίων στην Ευρώπη ενδέχεται να αποκλίνει από την αντίστοιχη νομισματική πορεία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ καθώς ο πληθωρισμός και οι Οικονομίες τους κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις.

Η Federal Reserve ενδέχεται να διατηρήσει υψηλά τα επιτόκια της για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα λόγω επίμονου πληθωρισμού (έπεσε στο 3,4% τον Απρίλιο από το 3,5% τον Μάρτιο) εν μέσω σημαντικής ανάπτυξης της Οικονομίας, σταθερών τιμών και δυνατής αγοράς εργασίας (ελάχιστη ανεργία).

Οι αξιωματούχοι της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας θα θέλουν να δουν περισσότερες ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός μειώνεται προς τον στόχο του 2% και η Οικονομία να ρίξει λίγο ταχύτητες προτού αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια, με την πρώτη μείωση να είναι πιθανόν τον Σεπτέμβριο και η επόμενη τον Δεκέμβριο της τάξης των 25 μονάδων έκαστη στη διάρκεια της φετινής χρονιάς.

Επίσης, η τράπεζα της Αγγλίας κράτησε μεν σταθερό το βασικό της επιτόκιο στο 5,25% τον Μάιο, αλλά κινήθηκε πιο κοντά προς τη μείωσή του, με τον διοικητή της, Άντριου Μπέιλι, να θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξουν περισσότερες μειώσεις του επιτοκίου από τις δύο που προεξοφλεί η αγορά μέσα στο 2024.

Τον δρόμο για τη μείωση των επιτοκίων έχουν ήδη δείξει δυο αναπτυγμένες οικονομίες, της Ελβετίας και της Σουηδίας, όπου οι κεντρικές τους τράπεζες είχαν προχωρήσει σε μείωση του βασικού επιτοκίου τους στις προηγούμενες εβδομάδες.

Αντιθέτως, η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας αύξησε τα επιτόκια της κατά 10 μονάδες βάσης στο 0,10% στις 19 Μαρτίου για πρώτη φορά από το 2007, βάζοντας τέρμα στην πολιτική αρνητικών επιτοκίων που ακολουθούσε εδώ και 8 χρόνια.

Συμπεράσματα

Το θετικό οικονομικό και αποπληθωριστικό περιβάλλον στην Ευρωζώνη είναι ένα γεγονός που θα ανοίξει τον δρόμο για την πολυπόθητη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ στους επόμενους μήνες, εκτός και αν υπάρξει κάποια θεαματική αντιστροφή στην πορεία του πληθωρισμού.

Η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην Ευρώπη θα ενισχύσει την πεποίθηση των στελεχών της ΕΚΤ ότι θα επιτευχθεί ο στόχος της για τον πληθωρισμό μέχρι τα μέσα του 2025, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για τη μείωση των επιτοκίων.

Αυτή θα είναι μια πολύ θετική εξέλιξη για την πραγματική Οικονομία, τις επιχειρήσεις, τους δανειολήπτες και τους καταναλωτές, καθώς θα συνεπάγεται με την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος, την αύξηση της δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης και των ιδιωτικών επενδύσεων και τα οποία θα διασφαλίσουν την ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής Οικονομίας.

Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το 2024 είναι μια χρονιά εκλογών σε Ευρώπη και ΗΠΑ και σίγουρα τα κέντρα εξουσίας θα ήθελαν μερικές μειώσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τους τράπεζες, ώστε να οδηγηθούν οι ψηφοφόροι στις κάλπες με την καλύτερη δυνατή προεκλογική ψυχολογία και βελτιωμένες οικονομικές συνθήκες.

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ