Το Καράκας καταγγέλλει τις ΗΠΑ για «διωγμό» πολυεθνικών εταιρειών πετρελαίου

Εταιρείες που παραβιάζουν το εμπάργκο ή αμερικανικές οδηγίες όσον αφορά οικονομικές δραστηριότητες στη Βενεζουέλα διατρέχουν κίνδυνο να υποστούν κυρώσεις από τις ΗΠΑ

Το Καράκας ανακοίνωσε χθες Κυριακή το βράδυ ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχώρησε στην ανάκληση αδειών που είχε παραχωρήσει «σε διεθνικές εταιρείες πετρελαίου και αερίου», παρέχοντάς τους έτσι κατ’ εξαίρεση τη δυνατότητα να δραστηριοποιούνται στη Βενεζουέλα, παρά τις κυρώσεις και το πετρελαϊκό εμπάργκο που επιβάλλει προκειμένου να εκδιώξει από την εξουσία τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο.

Το νέο μέτρο του Ντόναλντ Τραμπ, που κάθε άλλο παρά εξέπληξε, επιβεβαιώνει την πρόθεσή του να προκαλέσει οικονομική ασφυξία στη Βενεζουέλα για να οδηγήσει στην πτώση του κ. Μαδούρο.

Άλλωστε, ο κ. Τραμπ απειλεί οποιαδήποτε χώρα αγοράσει πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα πως θα υποστεί αύξηση κατά 25% των τελωνειακών δασμών σε όλα τα προϊόντα που εξάγει στις ΗΠΑ.

Η ανακοίνωση του Καράκας δεν αναφέρεται ονομαστικά στις εταιρείες, όμως, μετά την ανάκληση στα τέλη Φεβρουαρίου άδειας της αμερικανικής Chevron, αναμενόταν να ακυρωθούν αυτές που διέθεταν οι ευρωπαϊκές Repsol (Ισπανία) και Maurel & Prom (Γαλλία), σύμφωνα με ειδικούς.

Ακόμη, η εφημερίδα Wall Street Journal ανέφερε το Σάββατο ότι η Ουάσιγκτον διέταξε την Global Oil Terminals του μεγιστάνα Χάρι Σάρτζεντ του τρίτου, να σταματήσει να δραστηριοποιείται στο κράτος της νότιας Αμερικής.

Η ιταλική ENI, που παράγει φυσικό αέριο, όπως και η ινδική εταιρεία υπηρεσιών του κλάδου των υδρογονανθράκων Reliance Industries αναμένεται να δουν κι αυτές τις άδειες τους να ανακαλούνται.

Η Chevron παράγει σήμερα κάπου 220.000 βαρέλια την ημέρα, η Repsol κάπου 65.000 και η Maurel & Prom κάπου 20.000, κατά υπολογισμούς ειδικών.

«Διατηρούμε (...) επικοινωνία με πολυεθνικές εταιρείες πετρελαίου και αερίου που δραστηριοποιούνται στη χώρα», οι οποίες «ενημερώθηκαν, τις τελευταίες ώρες, από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, για την ανάκληση των αδειών τους», γνωστοποίησε η αντιπρόεδρος της Βενεζουέλας Ντέλσι Ροδρίγκες μέσω Facebook.

«Ήμασταν προετοιμασμένοι για τη συγκυρία αυτή κι είμαστε έτοιμοι να συνεχίσουμε να τιμούμε τις συμβατικές μας υποχρεώσεις προς τις εταιρίες αυτές, στο πλαίσιο του Συντάγματος (...) και των νόμων», συνέχισε. «Όπως υποστηρίζαμε πάντα, οι πολυεθνικές εταιρίες δεν χρειάζονται ούτε άδεια ούτε έγκριση από οποιαδήποτε ξένη κυβέρνηση», πρόσθεσε.

Ωστόσο, εταιρείες που παραβιάζουν το εμπάργκο ή αμερικανικές οδηγίες διατρέχουν κίνδυνο να υποστούν κυρώσεις από την αμερικανική κυβέρνηση.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακάλεσε στα τέλη Φεβρουαρίου την άδεια της Chevron, που είχε παραχωρήσει ο προκάτοχός του Τζο Μπάιντεν και της επέτρεπε να δραστηριοποιείται στο κράτος της Λατινικής Αμερικής παρά τις κυρώσεις. Όπως ο αμερικανικός κολοσσός, κι άλλες πολυεθνικές είχαν λάβει άδειες κατ’ εξαίρεση.

Η αμερικανική κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, δεν αναγνωρίζει την επανεκλογή του κ. Μαδούρο στις προεδρικές εκλογές του Ιουλίου, τάσσεται στο πλευρό της αντιπολίτευσης, η οποία καταγγέλλει απάτη και λέει πως κέρδισε εκείνη.

Ο κ. Τραμπ, που αρχικά έδωσε στη Chevron προθεσμία ως την 3η Απριλίου για να τερματίσει τις δραστηριότητές της στη Βενεζουέλα, την παρέτεινε ως την 27η Μαΐου.

Η Βενεζουέλα διαθέτει τα μεγαλύτερα επιβεβαιωμένα αποθέματα πετρελαίου στην υφήλιο. Όμως η παραγωγή της, που είχε φθάσει στην κορύφωση τα χρόνια του 2000 —όταν έφθανε τα 3,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα, επίπεδο ρεκόρ—, δεν ξεπερνά σήμερα το 1 εκατ. βαρέλια, κάτι που η αντιπολίτευση αποδίδει στην κακοδιαχείριση κι η κυβέρνηση στις αμερικανικές κυρώσεις.

Το ΑΕΠ της χώρας υποχώρησε κατά 80% τα οκτώ χρόνια συνεχόμενης ύφεσης (2014-2021), λόγω της μείωσης των τιμών του πετρελαίου. Η παραγωγή της υποχώρησε στο ναδίρ (300.000 βαρέλια/ημέρα) προτού κατόπιν ανακάμψει.

Κάπου 8 εκατομμύρια πολίτες της Βενεζουέλας εγκατέλειψαν τη χώρα τους εξαιτίας της οικονομικής και πολίτικής κρίσης.

Το φάσμα της νέας κλιμάκωσής της —με ελλείψεις και υπερπληθωρισμό— κάνει ξανά την εμφάνισή του. Η τιμή του δολαρίου στη μαύρη αγορά αυξήθηκε πολύ σε σύγκριση με την επίσημη ισοτιμία, αναφέρει το Γαλλικό Πρακτορείο.

Η αποχώρηση της Chevron, βασικής πηγής συναλλάγματος, «προκαλεί μεγάλη ανησυχία» στη Βενεζουέλα, κι αυτή άλλων πολυεθνικών θα κάνει ακόμη πιο δύσκολα τα πράγματα, τόσο από πλευράς εσόδων όσο και από πλευράς εξασφάλισης ξένου συναλλάγματος, παρατηρούν ειδικοί στα οικονομικά.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ