Η πιο αγαπημένη πόλη των πλουσίων αποδεικνύεται το Λονδίνο, καθώς εκεί πουλήθηκαν πέρυσι οι περισσότερες πολυτελείς κατοικίες, σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times
Οι αγοραστές από όλο τον κόσμο ξόδεψαν σχεδόν 4 δισ. δολάρια για πολυτελή ακίνητα στο Λονδίνο -με τιμή 10 εκατ. δολαρίων ή περισσότερο-, όπως αναφέρει το δημοσίευμα των FT, επικαλούμενο νέα στοιχεία από τη μεσιτική Knight Frank.
Το ποσό που δαπανήθηκε βοήθησε το Λονδίνο να ξεπεράσει το Χονγκ Κονγκ και τη Νέα Υόρκη και να ανέλθει στην κορυφή της σχετικής λίστας. Οι Ρώσοι, Γάλλοι και Κινέζοι αγοραστές ήταν από τους πιο ενεργούς αγοραστές σύμφωνα με το δημοσίευμα.
Η αυξημένη αυτή ζήτηση σχετίζεται εν μέρει από την αδύναμη στερλίνα και το Brexit.
Συνολικά, πωλήθηκαν 201 super-prime ακίνητα με μέση τιμή 18,6 εκατ. δολάρια και για τα 31 εξ αυτών, οι αγοραστές πλήρωσαν 25 εκατ. δολάρια ή περισσότερα, όπως αναφέρει η εφημερίδα.
Μία από τις μεγαλύτερες πωλήσεις της χρονιάς, ήταν η αγορά ενός αρχοντικού Belgravia για το οποίο δόθηκαν 42 εκατ. λίρες από τον Βρετανό βιομήχανο Σανζίβ Γκούπτα.
Σκιές για αγοραπωλησίες "ξεπλύματος"
Πριν μόλις μερικές βδομάδες, σχετικό άρθρο του Bloomberg το οποίο επικαλέστηκε έκθεση της βρετανικής κυβέρνησης, αναφερόταν ευθέως σε "μεγάλη πιθανότητα να χρησιμοποιούνται οι αγορές ακινήτων της Βρετανίας εν καιρώ πανδημίας, για να συγκαλύψουν παράνομες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας".
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι αντίστοιχη έκθεση πριν από τρία χρόνια εκτιμούσε, αντιθέτως, πως ο κίνδυνος ήταν μέτριος. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στην τελευταία έκθεση την οποία επικαλέστηκε το Bloomberg, «είναι πιθανόν πως διάφορα εγκληματικά στοιχεία προτιμούν τοποθεσίες με ακίνητα περιουσιακά στοιχεία υψηλής αξίας όπως είναι το Λονδίνο, το Εδιμβούργο ή ακόμη και οι πανεπιστημιουπόλεις». Διευκρινίζει μάλιστα πως ειδικότερα τα ακίνητα του Λονδίνου θεωρούνται εξαιρετικά επιθυμητά για ξένους παράγοντες, που θέλουν να τα χρησιμοποιήσουν είτε ως κατοικία τους είτε ως έδρα επιχείρησης.
Υπό την "κάλυψη" της πανδημίας...
Όπως σε τόσα άλλα προβλήματα, άλλωστε, η πανδημία έχει λειτουργήσει και πάλι καταλυτικά, καθιστώντας τον τομέα των ακινήτων της Βρετανίας εξαιρετικά ευάλωτο στις εισροές χρήματος από εγκληματικές δραστηριότητες. Αιτία είναι η κάμψη που σημείωσε η ζήτηση εν μέσω πανδημίας ιδίως για τις πολυτελείς επαύλεις, καθώς δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για υποχώρηση των συχνά δυσθεώρητων τιμών τους.
Η έκθεση διαπιστώνει ειδικότερα ότι διάφορα εγκληματικά στοιχεία μπορούν να εκμεταλλευθούν τις χειμαζόμενες εξαιτίας της πανδημίας μεσιτικές εταιρείες, που είτε βρίσκονται σε απόγνωση είτε τελούν υπό πτώχευση, και να αγοράσουν, έτσι, πολυτελή ακίνητα σε τιμές ιδιαίτερα χαμηλές σε σύγκριση με τα συνήθη επίπεδά τους. Σύμφωνα, πάντα, με τα πορίσματα της έκθεσης, σε ό,τι αφορά τις κατοικίες, ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος σε σύγκριση με τις κτιριακές εγκαταστάσεις γραφείων, καθώς οι συμφωνίες γίνονται πολύ ταχύτερα και πολύ ευκολότερα.
Όπως τονίζει η σχετική έκθεση της βρετανικής κυβέρνησης, η ανίχνευση των ένοχων αγορών βρετανικών ακινήτων είναι πολύ δύσκολη αφού οι συμφωνίες κλείνονται και οι συναλλαγές διεκπεραιώνονται συχνά μέσω κοινοπραξιών ή επιχειρήσεων που έχουν την έδρα τους σε φορολογικούς παραδείσους όπως, για παράδειγμα, οι Νήσοι Κέιμαν. Σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία της οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια, περίπου τα ¾ των αγορών ακινήτων που σχετίζονται με διαφθορά και εγκληματικές δραστηριότητες ανήκουν σε εταιρείες που έχουν έδρα σε φορολογικούς παραδείσους.
Ιλιγγιώδη ποσά
Η εν λόγω μη κυβερνητική οργάνωση έχει εντοπίσει πάνω από 500 επιχειρήσεις εντός Βρετανίας που έχουν προχωρήσει σε αγορές με χρήματα ύποπτης προέλευσης και έχουν συνολική αξία 5 δισ. στερλινών, ή 6,6 δισ. δολαρίων. Οπως επισημαίνει, όμως, οι αγορές αυτές μάλλον δεν αποτελούν παρά μόνον μια μικρή μερίδα των ιλιγγιωδών ποσών «βρώμικου» χρήματος που κρύβονται επιμελώς σε ακριβά ακίνητα της Βρετανίας.
Τα δυσοίωνα αυτά στοιχεία δίνονται στη δημοσιότητα λίγο μετά τη νίκη που κατήγαγε η Βρετανία στη μάχη κατά του «βρώμικου» χρήματος: τον Οκτώβριο, η Εθνική Αρχή Καταπολέμησης του Εγκλήματος χρησιμοποίησε νόμο κατά του λεγόμενου ανεξήγητου πλούτου και εντόπισε κυοφορούμενη συμφωνία για την αγορά ακινήτων και τη δημιουργία χαρτοφυλακίου ακινήτων με χρήματα από εγκληματικές δραστηριότητες. Το αποτέλεσμα ήταν να κατάσχει περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 10 εκατ. στερλινών, ποσού αντίστοιχου των 13 εκατ. δολαρίων.
ΠΗΓΗ: Economy today / Bloomberg / newmoney.gr / kathimerini.gr / Financial Times