Ακριβά και ποιοτικά κρασιά, τυριά και αρώματα. Αυτά είναι τα τρία προϊόντα, που είναι σχεδόν συνώνυμα της λέξης Γαλλία. Ειδικότερα για το γαλλικό κρασί, μιλάμε για μία βιομηχανία, που η συνεισφορά της κυμαίνεται περίπου στο 1,4% του ΑΕΠ της χώρας, προσφέρει περίπου 440.000 θέσεις απασχόλησης -από παραγωγούς μέχρι σομελιέ- ενώ οι εξαγωγές το 2024 έφτασαν τα 10,9 δισ. ευρώ.
Από την περίοδο της πανδημίας όμως και μετά, το γαλλικό κρασί χρόνο με τον χρόνο, μπαίνει σε όλο και βαθύτερη κρίση. Και οι εκτιμήσεις για την παραγωγή του 2025, δεν βοηθούν καθόλου τη συνολική εικόνα, αφού τα νούμερα βρίσκονται κοντά σε εκείνα του 2024, που ήταν μια χρονιά-καταστροφή για τον οινοποιητικό τομέα της Γαλλίας.
Τα στοιχεία της πρόσφατης έκθεσης του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου (OIV), είναι χαρακτηριστικά: Για το 2025, η Γαλλία εκτιμάται ότι θα παραγάγει 5,9 εκατ. εκατόλιτρα κρασιού, καταγράφοντας δεύτερη διαδοχική χρονιά ιστορικά χαμηλής παραγωγής, περίπου 16% κάτω από τον πενταετή μέσο όρο.
Όπως εξηγείται, οι συνθήκες καύσωνα και ξηρασίας επηρέασαν σοβαρά πολλές περιοχές, ενώ η αναδιάρθρωση αμπελώνων —συμπεριλαμβανομένης της μείωσης κατά περίπου 20.000 εκταρίων σε Μπορντό και Λανγκεντόκ-Ρουσιγιόν— συνέβαλε στην πτώση.
Ορισμένες ζώνες, όπως η Καμπανία, η Κοιλάδα του Λίγηρα και η Βουργουνδία, είχαν μικρή άνοδο, όμως άλλες, όπως το Μπορντό, η Καμπανία των Σαρέντ και η Αλσατία, υπέστησαν νέες απώλειες. Αν επιβεβαιωθούν τα στοιχεία του OIV, το 2025 θα είναι η χαμηλότερη παραγωγή της Γαλλίας από το 1957 (32,5 mhl).
Γαλλικό κρασί: H κλιματική αλλαγή και οι ανεπαρκείς αποζημιώσεις φέρνουν ανασφάλεια
Πέρα από την κλιματική αλλαγή, υπάρχουν αρκετοί λόγοι, που έχουν οδηγήσει το προϊόν – σύμβολο της Γαλλίας σε δίνη, από τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνθήκες, μέχρι τους δασμούς και τον ανταγωνισμό.
Ενώ οι παραγωγοί βρίσκονται αντιμέτωποι ολοένα και περισσότερο με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τα ασφαλιστήρια συμβόλαια καλύπτουν ελάχιστα αυτή τη διαδοχή μεγάλων καταστροφών, όπως το χαλάζι και ο παγετός.
Όπως σημειώνει η Le Monde, η συνθήκη αυτή δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με την ανάγκη επενδύσεων σε προστατευτικό εξοπλισμό, όπως δίχτυα κατά του χαλαζιού, στην έρευνα για νέες ποικιλίες σταφυλιών ή σε λύσεις άρδευσης. Ωστόσο, αυτά απαιτούν την αναγκαία ρευστότητα. Σ’ αυτά προστίθεται και η επίδραση των εκριζώσεων αμπελιών, που μειώνουν το παραγωγικό δυναμικό.
Γιατί οι Γάλλοι ”σνομπάρουν” τα κρασιά τους;
Και περνάμε στην αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες. Το φαινόμενο της μείωσης της κατανάλωσης κρασιού στη Γαλλία δεν είναι νέο. Η πτώση ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Έκτοτε, η ποσότητα κρασιού που καταναλώνουν οι Γάλλοι έχει μειωθεί στο μισό, από 46 εκατ. εκατόλιτρα το 1970 σε 23 εκατ. το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της CNIV. Αυτή η σταθερή μείωση, κατά μέσο όρο 1% ετησίως, έχει επιταχυνθεί.
Η πτώση είναι ακόμη πιο έντονη στα σούπερ μάρκετ. Το 2024, ο όγκος κρασιού που πωλήθηκε από σούπερ και υπερμάρκετ μειώθηκε κατά ακόμη 4,1%. Ωστόσο, τα σούπερ μάρκετ αντιπροσωπεύουν το ένα στα δύο λίτρα κρασιού που πωλούνται στη Γαλλία. Οι Γάλλοι γυρίζουν ιδιαίτερα την πλάτη τους στα κόκκινα κρασιά, με τις αγορές στα σούπερ μάρκετ να πέφτουν από 5,1 εκατ. σε 3,3 εκατ. εκατόλιτρα μεταξύ 2017 και 2024.
Τα μη αλκοολούχα εναλλακτικά ποτά κερδίζουν έδαφος μεταξύ των καταναλωτών, που προτιμούν πλέον πιο υγιεινές επιλογές, ενώ εντείνεται ο ανταγωνισμός από την μπύρα και κοκτέιλ όπως το σπριτς.
Παράλληλα δεν πρέπει να θεωρούνται αμελητέοι παράγοντες, τόσο η συρρίκνωση του εισοδήματος των Γάλλων, όσο και η στροφή πολλών στο πρόχειρο φαγητό και ποτό, κάτι που αντικειμενικά τους απομακρύνει από το φίνο, ακριβό, γαλλικό κρασί.
Ο ξένος ανταγωνισμός
Σε πρόσφατη διαδήλωση των οινοπαραγωγών στο Μπεζιέ, ορισμένοι διαδηλωτές έβαλαν στο στόχαστρο ένα κατάστημα Lidl και μια εταιρεία κρασιού, τη Divipro. Σύμφωνα με τη Le Monde, τα πλεονάζοντα αποθέματα κρασιού και ο ξένος ανταγωνισμός, αναγκάζουν τους Γάλλους οινοπαραγωγούς να πωλούν το κρασί τους σε εξευτελιστικές τιμές.
Το 2024, το εμπορικό δικαστήριο του Μπορντό, κατόπιν καταγγελίας ενός οινοπαραγωγού, του Ρεμί Λακόμπ, καταδίκασε δύο εμπόρους οίνου, επειδή αγόραζαν κρασί σε τιμές κάτω του κόστους παραγωγής.
«Φιάλες που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ για 1,50 ή 2 ευρώ – αυτό είναι καταστροφικό. Ο οινοπαραγωγός δεν μπορεί να επιβιώσει, δεν καλύπτει ούτε τα έξοδά του», είπε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα, ο Ζοέλ Μπουέιγ, συνεταιριστής οινοπαραγωγός.
Εμπόδια στις εξαγωγές γαλλικού κρασιού σε ΗΠΑ και Κίνα
Ένας ακόμα βραχνάς για το γαλλικό κρασί είναι και οι δασμοί Τραμπ ύψους 15% από την 1η Αυγούστου, μετά από μια αρχική αύξηση 10% στις αρχές Απριλίου. Σε αυτά προστίθεται η διαφορά στην ισοτιμία ευρώ–δολαρίου, που δυσχεραίνει περαιτέρω το εμπόριο. Με την προσδοκία νέων φόρων και τις ανησυχίες για την αγοραστική δύναμη των Αμερικανών καταναλωτών, οι εξαγωγές έχουν αποδιοργανωθεί. Οι ΗΠΑ παραμένουν ο μεγαλύτερος προορισμός για τα γαλλικά κρασιά, αντιπροσωπεύοντας 2,3 δισ. ευρώ σε πωλήσεις το 2024.
Η κατάσταση όμως δεν είναι πολύ καλύτερη στην Κίνα. Το Πεκίνο ξεκίνησε έρευνες αντιντάμπινγκ, που στόχευαν αρκετούς στρατηγικούς ευρωπαϊκούς αγροδιατροφικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των ποτών με βάση το κρασί, όπως το κονιάκ και το αρμανιάκ. Μετά από έντονες διαπραγματεύσεις, οι παραγωγοί κονιάκ ανακουφίστηκαν μερικώς, όταν το Πεκίνο τερμάτισε την έρευνα αντιντάμπινγκ στις αρχές Ιουλίου.
Η κινεζική κυβέρνηση αποφάσισε να αναστείλει τους δασμούς 35% έως 39% που είχαν προσωρινά επιβληθεί από τον Οκτώβριο του 2024, με αντάλλαγμα μια δέσμευση ελάχιστης τιμής και μια αύξηση δασμού, που εκτιμάται μεταξύ 12% και 16%. Οι αμπελώνες της Σαράντ για παράδειγμα, που είχαν επενδύσει σε εκτεταμένες φυτεύσεις βασιζόμενοι στη συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης, υπέστησαν απότομο πλήγμα. Το ρήγμα βέβαια στις σχέσεις Κίνας – γαλλικού κρασιού, έχει ξεκινήσει ήδη από την περίοδο της πανδημίας, όταν οι καταναλωτικές τάσεις άλλαξαν ραγδαία.
130 εκατ. ευρώ για τον… περιορισμό της παραγωγής
Σε περιόδους κρίσης για έναν κλάδο, έχουμε συνηθίσει, το αρμόδιο υπουργείο, να ανακοινώνει μέτρα στήριξης και χρηματοδότηση, για την ενίσχυση της παραγωγής. Στη Γαλλία όμως, η κατάσταση έχει αντιστραφεί. Εφ’ όσον υπάρχει πλεονάζον κρασί στη χώρα, μία από τις λύσεις που προκρίνεται είναι η μείωση της παραγωγής. Το γαλλικό Υπουργείο Γεωργίας δήλωσε τη Δευτέρα ότι θα προσφέρει στον οινικό κλάδο επιπλέον στήριξη ύψους 130 εκατομμυρίων ευρώ για την περαιτέρω εκρίζωση αμπελιών, με στόχο να περιοριστεί η υπερβολική παραγωγή. Προσέθεσε επίσης ότι θα ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση να συμβάλει.
«Ο κλάδος υποφέρει από μια επιδεινούμενη κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής — οι οποίες έχουν επανειλημμένα επηρεάσει τις συγκομιδές τα τελευταία χρόνια — τη συνεχιζόμενη μείωση της κατανάλωσης κρασιού, ιδιαίτερα των κόκκινων κρασιών, καθώς και από τις μεγάλες γεωπολιτικές εντάσεις», ανέφερε το υπουργείο σε ανακοίνωσή του.
«Αυτή η νέα και ιδιαίτερα σημαντική οικονομική προσπάθεια, αποδεικνύει την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να σώσει μακροπρόθεσμα τη βιομηχανία κρασιού μας και να της επιτρέψει να ανακάμψει», δήλωσε η υπουργός Γεωργίας, Άνι Ζενεβάρ, στην ανακοίνωση.
Πηγή: newmoney.gr



