Η απότομη αύξηση των τελών για τις βίζες H-1B από τον Ντόναλντ Τραμπ κινδυνεύει να διαταράξει τα έργα των ινδικών εταιρειών τεχνολογίας στις ΗΠΑ και αναγκάζει τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι να αντιμετωπίσει για άλλη μια φορά τις συνέπειες της πολιτικής «America First».
Η νέα εντολή του προέδρου των ΗΠΑ — η οποία απαιτεί τέλος 100.000 δολαρίων για τις αιτήσεις H-1B — θα πλήξει τα περιθώρια κέρδους των ινδικών εταιρειών που χρησιμοποιούν το πρόγραμμα για να αποστέλλουν μηχανικούς στις εγκαταστάσεις των πελατών τους. Αυτό αποτελεί πλήγμα για τον τομέα των υπηρεσιών πληροφορικής της Ινδίας, αξίας 280 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει υποτονική ανάπτυξη, καθώς οι πελάτες μειώνουν τις δαπάνες για τεχνολογία λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και των δασμών του Τραμπ. Οι μετοχές των ινδικών εξαγωγέων λογισμικού, συμπεριλαμβανομένων των Tata Consultancy Services Ltd. και Infosys Ltd., σημείωσαν πτώση άνω του 3%.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, oι αλλαγές στην πολιτική χορήγησης βίζας αυξάνουν τις εντάσεις στις σχέσεις Ινδίας-ΗΠΑ και έλαβαν χώρα την παραμονή της επίσκεψης της ινδικής ομάδας στην Ουάσινγκτον, η οποία επιδιώκει να επιτύχει σημαντική πρόοδο στις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Εντείνουν επίσης ένα κύμα αντι-μεταναστευτικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο, τα οποία έχουν επηρεάσει την πιο πυκνοκατοικημένη χώρα του πλανήτη.
Οι βίζες H-1B χορηγούνται με βάση ένα σύστημα στο οποίο οι εργοδότες υποβάλλουν αιτήσεις έως τον Μάρτιο για μια κλήρωση τον Απρίλιο, με 65.000 διαθέσιμες βίζες και 20.000 επιπλέον για αποφοίτους μεταπτυχιακών προγραμμάτων των ΗΠΑ. Το 2025, υποβλήθηκαν πάνω από 470.000 αιτήσεις. Πολλές εταιρείες υποβάλλουν πολλαπλές εγγραφές για τους ίδιους εργαζομένους, προκειμένου να βελτιώσουν τις πιθανότητές τους στην κλήρωση, όπως διαπίστωσε προηγουμένως έρευνα του Bloomberg News.
Η νέα πληρωμή των 100.000 δολαρίων θα προστεθεί στα τρέχοντα τέλη, τα οποία περιλαμβάνουν επί του παρόντος ένα τέλος 215 δολαρίων για την εγγραφή στην κλήρωση, καθώς και διάφορα τέλη υποβολής.
Οι εργαζόμενοι ινδικής καταγωγής αντιπροσώπευαν το 72,3% του ετήσιου συνόλου των δικαιούχων H-1B έως τον Σεπτέμβριο του 2023, ποσοστό το οποίο περιλαμβάνει την αρχική και τη συνεχιζόμενη απασχόληση. Η Infosys Ltd. έλαβε έγκριση για την αρχική χρήση 2.504 αδειών H-1B στο οικονομικό έτος 2024. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, αυτό θα κόστιζε τουλάχιστον 250 εκατομμύρια δολάρια.
Σε πρόσφατη ομιλία του ο Ναρέντρα Μόντι μίλησε για μείωση των φόρων κατανάλωσης, αλλά δεν ανέφερε τις αλλαγές στις βίζες. Το υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας δήλωσε το Σάββατο ότι η ινδική βιομηχανία τεχνολογίας και οι ΗΠΑ αναμένεται να διαπραγματευτούν.
Ενώ ο Τραμπ στοχεύει στην προστασία των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ περιορίζοντας την εισροή μεταναστών, οι νέοι κανόνες ενδέχεται να έχουν αντίθετα αποτελέσματα: πιθανότατα θα αυξήσουν το κόστος για τις αμερικανικές εταιρείες και θα τις ωθήσουν να επιταχύνουν την επέκταση των λεγόμενων κέντρων παγκόσμιας ικανότητας (GCC) στην Ινδία.
Εταιρείες όπως η Microsoft Corp., η Google, η Goldman Sachs Group Inc., η JPMorgan Chase & Co. και η Morgan Stanley λειτουργούν ήδη μεγάλα GCC στην Ινδία.
«Εάν οι αμερικανικές εταιρείες δεν μπορούν να αναθέσουν εργασίες σε εξωτερικούς συνεργάτες, ενδέχεται να επιδιώξουν να επεκτείνουν την παρουσία τους σε χώρες όπως η Ινδία», δήλωσε ο Mπάσκαρ Ράο, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας επικοινωνιών Digital Sea. «Η απόφαση έχει σαφώς ως στόχο να ικανοποιήσει τους ψηφοφόρους του Τραμπ, αλλά μένει να δούμε αν μπορούν να αντικαταστήσουν τους σχεδόν 65.000–85.000 νέους και μεσαίου επιπέδου επαγγελματίες που επηρεάζονται από το όριο H-1B».
Η εντολή, η οποία τέθηκε πρόσφατα σε ισχύ, έχει ήδη προκαλέσει κριτική για την παραβίαση των σαφών απαιτήσεων του ομοσπονδιακού νόμου περί μετανάστευσης των ΗΠΑ και είναι πιθανό να οδηγήσει σε άμεσες αγωγές. Η ασαφής διατύπωση των νέων κανόνων για τη βίζα οδήγησε τις εταιρείες Microsoft, Amazon.com Inc. και Alphabet Inc. να προειδοποιήσουν αρχικά τους υπαλλήλους τους να μην ταξιδεύουν στο εξωτερικό.
«Το κύριο πρόβλημα με τέτοιες αποφάσεις είναι ότι δημιουργούν μεγάλη αβεβαιότητα στο επιχειρηματικό περιβάλλον», δήλωσε ο Aρούπ Ράχα, ανεξάρτητος οικονομολόγος με έδρα τη Σιγκαπούρη. «Ένα τέτοιο σοκ στην πλευρά της προσφοράς» δεν είναι ούτε προς το συμφέρον των ΗΠΑ, προσέθεσε.
Ινδικές εταιρείες όπως η TCS, η Infosys και η HCL Tech Ltd. έχουν μειώσει σταθερά την εξάρτησή τους από τις βίζες H-1B από τότε που ο Τραμπ απείλησε να αυξήσει τα εμπόδια στη μετανάστευση κατά την πρώτη θητεία του και ένα μεγάλο μέρος των πρότζεκτ πραγματοποιήθηκε εξ αποστάσεως στο αποκορύφωμα της πανδημίας. Όλες οι μεγάλες εταιρείες πληροφορικής έχουν επίσης εντείνει τις τοπικές προσλήψεις.
Ωστόσο, η H-1B παραμένει κρίσιμη για τις ινδικές εταιρείες πληροφορικής, αφού βοηθά στη διατήρηση σημαντικών σχέσεων με πελάτες στη μεγαλύτερη αγορά τους και επιτρέπει στους μηχανικούς να ταξιδεύουν για ευαίσθητα πρότζεκτ στις ΗΠΑ. Παράλληλα, η αύξηση του κόστους τους θα τους αναγκάσει να στέλνουν ακόμη λιγότερους εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις των πελατών. Η Infosys απασχολεί χιλιάδες άτομα στα κέντρα της σε πολιτείες όπως το Τέξας, την Ιντιάνα και την Βόρεια Καρολίνα.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Έλον Μασκ: Η στρατηγική για να γίνει ο πρώτος τρισεκατομμυριούχος