Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) ενέκρινε σήμερα την έκθεσή του για τον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η εν λόγω έκθεση αποτελεί την πρώτη ουσιαστικά επίσημη θέση του ΕΚ για τον προϋπολογισμό της ΕΕ για τα έτη 2028 – 2036, σχετικά με τις προτεραιότητες, τη δομή και το μέγεθός του.
Στο κείμενο, το οποίο εγκρίθηκε με 317 ψήφους υπέρ, 206 κατά και 123 αποχές,oι ευρωβουλευτές ζητούν έναν σημαντικά πιο φιλόδοξο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ (πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο – ΠΔΠ) που να μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες προσδοκίες των πολιτών της ΕΕ σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο παγκόσμιο πλαίσιο. Παράλληλα το ΕΚ υπογραμμίζει ότι ο επόμενος προϋπολογισμός της ΕΕ θα πρέπει να εστιάζει στην ασφάλεια, την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και την άμυνα, χωρίς ωστόσο να τίθενται σε κίνδυνο τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής και της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Οι ευρωβουλευτές αντιτίθενται στην ιδέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναπαράγει το μοντέλο «ένα εθνικό σχέδιο ανά κράτος μέλος» που χρησιμοποιείται στον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τις δαπάνες μετά το 2027 στα κράτη μέλη. Αντ’ αυτού, ζητούν μια δομή που να διασφαλίζει τη διαφάνεια και την κοινοβουλευτική λογοδοσία και να περιλαμβάνει τις περιφερειακές και τοπικές αρχές και όλους τους σχετικούς φορείς.
Η πραγματική μάχη ξεκινάει τον Ιούλιο
Η διαδικασία για την έγκριση του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου αναμένεται σκληρή καθώς απαιτούνται υποχωρήσεις και συμβιβασμοί από όλους τους εμπλεκόμενους, ήτοι Κομισιόν, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο της ΕΕ και φυσικά Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Τον ερχόμενο Ιούλιο, ενδεχομένως στις 25 του μήνα, η Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει επισήμως την πρώτη πρόταση για τον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ, σκιαγραφώντας τις προτεραιότητες και τους κανόνες και καθορίζοντας το ποσό που μπορεί να δαπανήσει η ΕΕ σε διάφορους τομείς (π.χ. γεωργία, έρευνα, πολιτική συνοχής). Το πακέτο της Επιτροπής συνήθως περιλαμβάνει επίσης μια πρόταση για τις λεγόμενες αποφάσεις για τους «ιδίους πόρους», τη μέθοδο με την οποία η ΕΕ εισπράττει έσοδα για λογαριασμό της.
Το νομικό κείμενο του κανονισμού για το ΠΔΠ εγκρίνεται ομόφωνα από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου εκπροσωπούνται οι κυβερνήσεις της ΕΕ. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κυβερνήσεων της ΕΕ είναι δύσκολες και, ως εκ τούτου, οι συζητήσεις συχνά ανεβαίνουν στο επίπεδο των αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, οι οποίοι το συζητούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και διαπραγματεύονται μια τελική πολιτική συμφωνία μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Το Κοινοβούλιο πρέπει στη συνέχεια να εγκρίνει τον προϋπολογισμό, με απόλυτη πλειοψηφία ή να τον καταψηφίσει. Σε μια τέτοια περίπτωση τα κράτη μέλη πρέπει να αναθεωρήσουν τον προτεινόμενο κανονισμό και να τον υποβάλουν εκ νέου στο Κοινοβούλιο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί να αναδιαμορφώσει τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ για να δώσει μεγαλύτερη ώθηση σε τομείς όπως η ασφάλεια, η άμυνα, η κλιματική κρίση και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ο προϋπολογισμός της ΕΕ για την περίοδο 2021 έως 2027, ανέρχεται στα 1,211 τρισ. ευρώ και αντιστοιχεί περίπου στο 1,1% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ. Αν υπολογιστεί και το πρόγραμμα πρόσθετης χρηματοδότησης από το NextGenerationEU, το προσωρινό μέσο ανάκαμψης από την πανδημία, το συνολικό πακέτο αγγίζει τα 2,018 τρισ. ευρώ. Παράλληλα η αναθεώρηση του προϋπολογισμού το 2024 πρόσθεσε χρηματοδότηση 64,6 δισ. ευρώ στον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό για την υποστήριξη της Ουκρανίας, τη δημιουργία της Πλατφόρμας Στρατηγικών Τεχνολογιών για την Ευρώπη, τη βελτίωση της διαχείρισης της μετανάστευσης, την αντιμετώπιση των εξωτερικών προκλήσεων και την κάλυψη του πρόσθετου κόστους για τη χρηματοδότηση του NextGenerationEU.
Τα περισσότερα κεφάλαια του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού προορίζονται για τη γεωργία και την πολιτική συνοχής, καθώς οι δύο αυτές πολιτικές απορροφούν τα δύο τρίτα του ΠΔΠ.
Περίπου το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ —περίπου 378,5 δισεκατομμύρια ευρώ— διατίθεται στην Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ) για την υποστήριξη των αγροτών μέσω άμεσων πληρωμών και προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Η πολιτική συνοχής αντιπροσωπεύει επίσης περίπου το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της ΕΕ, με περίπου 392 δισεκατομμύρια ευρώ να διατίθενται για την περίοδο 2021-2027. Αυτά τα κεφάλαια στοχεύουν στη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ επενδύοντας σε υποδομές, καινοτομία και βιώσιμη ανάπτυξη.
Ωστόσο, αυτή η ισορροπία ενδέχεται σύντομα να αλλάξει, καθώς προτεραιότητες όπως η ασφάλεια, η άμυνα ή η καινοτομία (ή Ευρωπαϊκά Δημόσια Αγαθά) απαιτούν ολοένα και περισσότερους πόρους για να διατηρήσουν την ΕΕ ανταγωνιστική στην παγκόσμια σκηνή. Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι ο επόμενος προϋπολογισμός πρέπει να επανασχεδιαστεί, ώστε να καταστεί πιο ευέλικτος, δημιουργώντας παράλληλα ένα εθνικό σχέδιο για κάθε κράτος – μέλος, συνδέοντας με αυτόν τον τρόπο, κατά το παράδειγμα του ταμείου ανάκαμψης μετά την πανδημία, τη χρηματοδότηση με τις μεταρρυθμίσεις. Μια πρόταση, η οποία ενώ βρίσκει αντίθετο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενδέχεται να ικανοποιήσει τις λεγόμενες φειδωλές χώρες (Γερμανία, Ολλανδία κ.α), οι οποίες θα μπορούσαν, να συναινέσουν σε πιθανή αύξηση τους προϋπολογισμού, εάν υπάρχει μεγαλύτερος έλεγχος ως προς τις δαπάνες.
Το μέγεθος μετράει
Ο προϋπολογισμός της ΕΕ είναι σχετικά μικρός σε σύγκριση με τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών της ΕΕ. Ετησίως, ο προϋπολογισμός της ΕΕ αντιπροσωπεύει περίπου το 1% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) της ΕΕ, που μεταφράζεται σε περίπου 160-180 δισ. ευρώ ετησίως για την περίοδο 2021-2027. Αντίθετα, οι εθνικές δημόσιες δαπάνες των χωρών της ΕΕ ανέρχονται κατά μέσο όρο σε σχεδόν 50% των αντίστοιχων ΑΕΕ τους. Το ποσό των 160-180 δισεκατομμυρίων ευρώ είναι συγκρίσιμο με τον συνολικό εθνικό προϋπολογισμό της Δανίας, μιας χώρας 5,6 εκατομμυρίων κατοίκων, και είναι περίπου 30% μικρότερο από τον εθνικό προϋπολογισμό της Πολωνίας. Περίπου τα δύο τρίτα των εσόδων προέρχονται από εθνικές συνεισφορές, οι οποίες βασίζονται στο Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ) κάθε κράτους – μέλους . Το υπόλοιπο ένα τρίτο του προϋπολογισμού προέρχεται από τελωνειακούς δασμούς επί των εισαγωγών από χώρες εκτός ΕΕ, ένα μικρό ποσό από έναν φόρο που συνδέεται με τα μη ανακυκλώσιμα πλαστικά απόβλητα και ένα μικρό ποσοστό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) που εισπράττει κάθε κράτος μέλος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να προτείνει την αύξηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, χωρίς ωστόσο να αναφέρει συγκεκριμένους αριθμούς. Ένας μεγαλύτερος προϋπολογισμός της ΕΕ κρίνεται απαραίτητος καθώς από το 2028 η ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να αποπληρώνει ό,τι δανείστηκε από κοινού για να βοηθήσει τις χώρες της ΕΕ να αναζωογονήσουν τις οικονομίες τους μετά την ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία COVID. Υπολογίζεται ότι το κόστος για την εξυπηρέτηση αυτού του χρέους θα ανέρχεται σε 25-30 δισ. ευρώ ετησίως.
Παράλληλα, σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να μπορέσει η ΕΕ να χρηματοδοτήσει τα λεγόμενα Ευρωπαϊκά Δημόσια Αγαθά (πχ ασφάλεια, στρατιωτικές προμήθειες, πολιτική ασύλου και μετανάστευση) θα πρέπει να αυξήσει τον προϋπολογισμό της τουλάχιστον στο 1,8% του ευρωπαϊκού, συνολικού, Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος. Η Ισπανία πρότεινε μάλιστα τον διπλασιασμό του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού στο 2% του ΑΕΕ.
Ρομπέρτα Μέτσολα: Χρειαζόμαστε νέους πόρους για να αποπληρώσουμε παλαιά χρέη
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε την έγκριση της έκθεσης για τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η πρόεδρος Ρομπέρτα Μέτσολα υπογράμμισε ότι “ο επόμενος μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός της ΕΕ θα διαμορφώσει τις φιλοδοξίες της Ένωσής μας για την επόμενη δεκαετία, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δίνει τον ρυθμό”.
Σύμφωνα με την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, “ο επόμενος μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός πρέπει να είναι ευέλικτος και επίσης είναι σαφές ότι τα χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών πρέπει να κατευθύνονται για τους στρατηγικούς μας στόχους. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι κάθε ευρώ θα δαπανάται εκεί που χρειάζεται περισσότερο, και αυτό θα κάνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θα δώσουμε προτεραιότητα στην ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια της Ευρώπης και θα διασφαλίσουμε ότι επενδύουμε σε ό,τι πραγματικά έχει σημασία”.
Η πρόεδρος Μέτσολα τόνισε επίσης ότι, όσοι θα κληθούν να αποφασίσουν για το επόμενο ΠΔΠ, θα πρέπει να σκεφτούν και τις επόμενες γενιές και σε αυτό το πλαίσιο, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρο Μέτσολα “ η δημοσιονομική πειθαρχία δεν είναι επιλογή. Είναι καθήκον. Ωστόσο, χρειαζόμαστε νέους πόρους για να αποπληρώσουμε παλαιά χρέη μας. Διαφορετικά, το 20% του επόμενου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ θα διατεθεί για την αποπληρωμή του χρέους, και αυτή είναι δική μας ευθύνη, να αποπληρώσουμε τα δάνειά μας χωρίς να θυσιάσουμε τις προτεραιότητές μας.”
Πηγή: newmoney.gr