Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα μια 90ήμερη παύση στην επιβολή δασμών άνω του 10%, από την Ευρώπη μέχρι την Ασία ακούστηκε μια ανάσα ανακούφισης. Ωστόσο όλοι αντιλαμβάνονται πλέον ότι αυτό το τρίμηνο «παράθυρο» είναι τρομερά στενό για την επίτευξη ουσιαστικών εμπορικών συμφωνιών.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες οι αμερικανικές αρχές χρειάζονται τουλάχιστον έξι μήνες – δηλαδή διπλάσιο χρονικό διάστημα – μόνο για να σχηματίσουν επίσημες διαπραγματευτικές θέσεις, σε συνεργασία με το Κογκρέσο και τις εμπλεκόμενες βιομηχανίες.
Οι ίδιες οι διαπραγματεύσεις, δε, συνήθως διαρκούν… χρόνια. Όμως αυτή δεν είναι μια φυσιολογική περίοδος – είναι η εποχή Τραμπ, όπως επισημαίνει σε ανάλυσή του το Foreign Policy. Και εξηγεί τι θα μπορούσε να γίνει.
Πρώτος στη σειρά – ή ασφαλής αναμονή;
Καθώς ο κόσμος προσπαθεί να συμβαδίσει με τον ταχύ ρυθμό της Ουάσιγκτον, κυβερνήσεις σε όλο τον πλανήτη συγκροτούν επειγόντως διαπραγματευτικές ομάδες, καταρτίζουν στρατηγικές και ετοιμάζουν τις πρώτες προσφορές. Το κρίσιμο ερώτημα για κάθε χώρα είναι το εξής: Να βιαστεί να βρεθεί στην «πρώτη γραμμή» των διαπραγματεύσεων, ελπίζοντας σε ευνοϊκότερη συμφωνία; Ή να περιμένει, να δει τι θα συμβεί στους άλλους και να αντλήσει μαθήματα από τα λάθη τους;
Η δεύτερη επιλογή κερδίζει έδαφος, καθώς αρκετοί διαπραγματευτές επιθυμούν πρώτα να αποκτήσουν ξεκάθαρη εικόνα για το ποια θέματα αποτελούν πραγματική προτεραιότητα για τον Λευκό Οίκο – και τι είδους «γλυκαντικά» θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιο ήπια συμφωνία.
Ποιο είναι το πραγματικό διαπραγματευτικό μενού;
Μέχρι στιγμής, η διοίκηση Τραμπ έχει θέσει μια μακρά λίστα απαιτήσεων: μείωση δασμών, μείωση των εμπορικών ελλειμμάτων, αύξηση των αγορών αμερικανικών προϊόντων, συγκρότηση κοινού μετώπου απέναντι στην Κίνα και πολλά ακόμη. Οι εταίροι αναζητούν επειγόντως σαφήνεια: ποια από αυτά είναι όντως «κόκκινες γραμμές» και ποια αποτελούν διαπραγματευτικά ανοίγματα.
Ένα ακόμη αίνιγμα: Μπορούν οι νέες συμφωνίες να εξασφαλίσουν δασμούς κάτω από το γενικό όριο του 10%; Ο ίδιος ο Τραμπ άφησε ανοιχτό ένα μικρό περιθώριο ευελιξίας, αν και «όχι πολύ». Μετά τις εξαιρέσεις που ανακοινώθηκαν πρόσφατα για κινητά τηλέφωνα και άλλα ηλεκτρονικά προϊόντα, αρκετές χώρες ενδέχεται να πιέσουν για νέες εξαιρέσεις, ώστε να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις τους από το βάρος των δασμών.
Σε ιδιωτικές συνομιλίες, ξένοι διαπραγματευτές εκφράζουν την απογοήτευσή τους: χώρες που ανακοίνωσαν επενδύσεις ή αγορές από τις ΗΠΑ δεν είδαν αντίστοιχη μείωση των δασμών που τους επιβλήθηκαν. Το πάθημα έγινε μάθημα, και πλέον πολλές υιοθετούν τη γνωστή ρήση των διαπραγματεύσεων: «Τίποτα δεν συμφωνείται, μέχρι να συμφωνηθούν όλα».
Και τα αντίμετρα στο τραπέζι
Οι εμπορικοί εταίροι, ωστόσο, δεν θα παραμείνουν σε παθητικό ρόλο. Πέρα από την άρση των υφιστάμενων δασμών, αρκετοί ετοιμάζονται να καταθέσουν και δικά τους αιτήματα προς την Ουάσιγκτον. Παρότι όλοι αποδέχονται –σχεδόν με ρεαλιστική παραίτηση– ότι η νέα γενιά συμφωνιών θα είναι «ζυγισμένη» υπέρ των ΗΠΑ, οι κυβερνήσεις υπόκεινται σε εσωτερικές πιέσεις να αποσπάσουν και τα δικά τους οφέλη.
Το μήνυμα προς την Ουάσιγκτον είναι ξεκάθαρο, σημειώνει το FP: «Καμία χώρα δεν θα δεχτεί να παραχωρήσει εμπορικά ανταλλάγματα μέσα στις επόμενες 90 ημέρες, για να βρεθεί τρία χρόνια αργότερα αντιμέτωπη με νέους τομεακούς ή επιλεκτικούς δασμούς. Αν ο Τραμπ θέλει πραγματικά αυτές τις συμφωνίες σε χρόνο – ρεκόρ, θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του αυτά τα αιτήματα».
Πηγή: naftemporiki.gr
Διαβάστε επίσης: Εμπορικός πόλεμος: Δεν θα επηρεαστεί άμεσα η Κύπρος, λέει ο ΥΠΟΙΚ