Γερμανία: Προς ιστορική τρίτη χρονιά ύφεσης λόγω δασμών Τραμπ

Η Γερμανία αναδεικνύεται ως ο μεγάλος χαμένος της νέας εμπορικής σύγκρουσης με τις ΗΠΑ - Καμπανάκι από τον επόμενο Καγκελάριο και σερί αρνητικών προειδοποιήσεων από οικονομικά ινστιτούτα και αναλυτές

Οι δασμοί που ανακοίνωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες αναμένεται να καταφέρουν καίριο πλήγμα στην οικονομία της Γερμανίας, απομακρύνοντας κάθε προοπτική ανάκαμψης της και αυξάνοντας τον κίνδυνο για μια τρίτη συνεχόμενη χρονιά ύφεσης. Το τελευταίο είναι κάτι που δεν έχει βιώσει ποτέ άλλοτε η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. 

Η εξαγωγική μηχανή της Γερμανίας έχει σημαντική εξάρτηση από τις εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αποδίδουν το 4% του γερμανικού ΑΕΠ και ήταν από τους παράγοντες που στήριξαν τη γερμανική οικονομία τα τελευταία, δύσκολα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2024, η Γερμανία παρουσίασε εμπορικό πλεόνασμα ρεκόρ ύψους 70 δισ. ευρώ το 2024 στις συναλλαγές της με την Αμερική. Όμως, το πλεόνασμα αυτό είναι που τώρα έχει προκαλέσει τη μήνιν του Λευκού Οίκου.

Ο ίδιος ο Φρίντριχ Μερτς, ο πιθανότατα επόμενος Καγκελάριος, εμφανίστηκε άκρως απαισιόδοξος σε δηλώσεις του σήμερα προειδοποιώντας για «δραματικές επιπτώσεις» στη γερμανική οικονομία από τους δασμούς Τραμπ.

Σύμφωνα με έκθεση του οικονομικού Ινστιτούτου της Κολωνίας, η συνολική οικονομική ζημιά για τη Γερμανία κατά τη διάρκεια της τετραετούς θητείας Τραμπ θα φτάσει τα 200 δισ. ευρώ, οδηγώντας έτσι σε πτώση του ΑΕΠ κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδες μέχρι το 2028.

Η γερμανική οικονομία αναμένεται να πληγεί με τριπλό τρόπο υποστήριξε από την πλευρά του το Ινστιτούτο Ifo, καθώς πέρα από το πλήγμα στις εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ θα πρέπει να διαχειριστεί παράλληλα την πιθανή κάμψη της ζήτησης από την Κίνα, αλλά και την ενίσχυση του ανταγωνισμού με έτερες χώρες που θα θελήσουν να διεκδικήσουν την είσοδο τους σε αγορές όπου μέχρι τώρα είχε προβάδισμα η Γερμανία.

«Καθώς η γερμανική οικονομία παραμένει ακόμη παγωμένη, είναι πιθανό οι αμερικανικοί δασμοί να ωθήσουν την ανάπτυξη της Γερμανίας σε αρνητικά επίπεδα» σχολίασε ο πρόεδρος του Ifo, Κλέμενς Φους. Κατά την γνώμη του οι δασμοί θα μειώσουν το γερμανικό ΑΕΠ έως και 0,3%, μόνο τη φετινή χρονιά.

«Συνολικά, οι οικονομικοί κίνδυνοι για το 2025 συγκλίνουν προς ένα τρίτο συνεχόμενο έτος ύφεσης», συμφώνησε ο Μαρκ Σάτενμπεργκ, της Deutsche Bank Research, ξεχωρίζοντας μάλιστα ειδικά το πλήγμα στη βιομηχανία αυτοκινήτου.

«Η χώρα έρχεται αντιμέτωπη με τη σκληρή πραγματικότητα ότι ο κόσμος έχει αλλάξει», προειδοποίησε ο Κάρστεν Μπρέζκι, της ING, προσθέτοντας ότι περιμένει επίσης συρρίκνωση το 2025.

Η Γερμανία ήταν η μόνη χώρα του G7 που δεν κατέγραψε ανάπτυξη τα δύο τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα η κατάσταση της οικονομίας και η ανάγκη για ανάκαμψη της να ήταν ένα από τα θέματα που πρωταγωνίστησαν στην προεκλογική εκστρατεία πριν τις εκλογές του Φεβρουαρίου.

Έκτοτε οι Χριστιανοδημοκράτες υπό τον Φρίντριχ Μερτς και οι Σοσιαλδημοκράτες συμφώνησαν στη στοχευμένη χαλάρωση του φρένου του χρέους με στόχο τη δρομολόγηση ενός πακέτου ύψους 500 δισ. ευρώ για την άμυνα και για υποδομές. Η συμφωνία αυτή είχε αναπτερώσει τις ελπίδες της αγοράς πως η οικονομία θα ορθοποδήσει, στέλνοντας μάλιστα και σε νέα ρεκόρ το Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης. Όμως, σε λίγες μόλις ημέρες το κλίμα άλλαξε και πάλι δραστικά.

«Βραχυπρόθεσμα, η κυβέρνηση θα δυσκολευτεί να διαχειριστεί το άμεσο εμπορικό σοκ» προειδοποίησε η Deutsche Bank σε σημερινό σημείωμα της, συμφωνώντας με την άποψη πως η Γερμανία βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με έναν τρίτο χρόνο διολίσθησης του ΑΕΠ.

«Το απρόσμενα μεγάλο και έγκαιρο δημοσιονομικό πακέτο μπορεί να περιορίσει κάποιες από τις ζημιές του εμπορικού πολέμου, όμως οι κίνδυνοι παραμένουν καθοδικοί», σχολίασε ο Χόλγκερ Σμίεντινγκ, της Berenberg.

Σε κάθε περίπτωση η όποια θετική επίδραση από το δημοσιονομικό πακέτο θα φανεί κυρίως από την επόμενη χρονιά, σε αντίθεση με το άμεσο πλήγμα που θα επιφέρουν οι δασμοί Τραμπ κυρίως σε νευραλγικούς τομείς όπως ο κλάδος αυτοκινήτου.

Το κλίμα πανικού, εξάλλου, θα ωθήσει τις γερμανικές επιχειρήσεις να γίνουν ακόμη πιο διστακτικές σε επίπεδο επενδύσεων και απασχόλησης, ενώ και η ήδη ευάλωτη εμπιστοσύνη των καταναλωτών θα πληγεί περαιτέρω.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Σε «mode αυτοκαταστροφής»: Πού οδηγεί η εμμονή Τραμπ οικονομία και αγορές

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ