H «τρύπα» του €1,6 δις που σημάδεψε το 2024

Η αποτυχία ολοκλήρωσης δηµόσιων έργων υποδοµής που ξεπερνούν σε αξία τα €1,6 δισεκατομμύρια - Η ανάλυση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και τα σενάρια για τα δύο από τα έξι έργα.

Της Χριστιάνας Αντωνίου

Μπαράζ τερµατισµών συμβολαίων δημόσιων και αναπτυξιακών έργων σηµάδεψε το 2024, µε την κυβέρνηση να οδηγείται στις αποφάσεις τερµατισµού λόγω αποτυχίας υλοποίησης των έργων εντός των αρχικών χρονοδιαγραµµάτων ή των µεταγενέστερων παρατάσεων που είχαν παραχωρηθεί από την Κεντρική Επιτροπή Αλλαγών και Απαιτήσεων.

Ως αποτέλεσµα, έργα αξίας που ξεπερνoύν τα 1,6 δισεκατοµµύρια ευρώ έχουν οδηγηθεί σε ναυάγιο. Παρόλο, που τα χρήµατα δεν καταβλήθηκαν στην ολότητά τους, η καθυστέρηση στην υλοποίησή τους προκαλεί «πονοκέφαλο» σε ολόκληρη την κοινωνία, διότι οι Κύπριοι πολίτες επιβαρύνονται καθηµερινά τόσο σε πρακτικό επίπεδο όσο και σε οικονοµικό, αφού θα κληθούν να πληρώσουν το αυξηµένο κόστος των επερχόµενων λύσεων που θα προκύψουν για την ολοκλήρωση των έργων.

Η κυβέρνηση κατέχει στο ενεργητικό της συνολικά έξι έργα υποδοµής που κατέρρευσαν. Παρόλο που το κάθε έργο διαφέρει, εκ φύσεως ο κοινός παρονοµαστής αποδείχτηκε η αδυναµία του εργολάβου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του εκάστοτε έργου και να διατηρήσει τα καθορισµένα χρονοδιαγράµµατα, µε αποτέλεσµα να υπάρξουν τεράστιες καθυστερήσεις.

Τα αίτια του ντόµινου τερµατισµών – Η Ελεγκτική Υπηρεσία τοποθετείται

Η εύρεση των αιτιών αποτελεί µονόδροµο µετά τη µακρά λίστα των έργων που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ. Η Ελεγκτική Υπηρεσία σε υπόµνηµα που ετοίµασε για το Economy Today παραθέτει µερικούς από τους βασικούς λόγους για τους οποίους αποτυγχάνουν οι δηµόσιες συµβάσεις.

1. Κακός ή πρόχειρος προγραµµατισµός: 
Οι δηµόσιες συµβάσεις απαιτούν ενδελεχή προγραµµατισµό για να διασφαλιστεί ότι πληρούν όλες τις απαιτήσεις και ότι το έργο παραµένει σε καλό δρόµο µέχρι την ολοκλήρωσή του. Η αποτυχία σωστού προγραµµατισµού, όπως για παράδειγµα η δηµοσίευση διαγωνισµών, στους οποίους επιδείχθηκε προχειρότητα στην ετοιµασία τους, χωρίς να έχει διενεργηθεί κατάλληλη διερεύνηση της αγοράς, οδηγεί σε καθυστερήσεις, υπερβάσεις κόστους και τελικά σε αποτυχία του έργου.

2. Ανεπαρκείς πόροι:     
Κάποιες δηµόσιες συµβάσεις απαιτούν συχνά σηµαντικούς πόρους, συµπεριλαµβανοµένου προσωπικού ή/και εξοπλισµού. Στις περιπτώσεις όπου οι πόροι είναι ανεπαρκείς, η σύµβαση ενδέχεται να µην ολοκληρωθεί εγκαίρως ή στη βάση απαιτούµενων προτύπων.

3. Μη ανταγωνιστικές προσφορές:

Μια µη διαφανής διαγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών δεν διασφαλίζει ότι το δηµόσιο έχει την καλύτερη σχέση ποιότητας-τιµής, αφού δεν επιτρέπει σε όλους τους ενδιαφερόµενους Οικονοµικούς Φορείς να υποβάλουν προσφορά και δεν λαµβάνει συνήθως υπόψη τη σχέση κόστους οφέλους.

4. Άπειροι ή /και µη ικανοί Ανάδοχοι σε συγκεκριµένες συµβάσεις:

Σε περιπτώσεις όπου τα τεχνικά και οικονοµικά κριτήρια επιλογής δεν είναι τα κατάλληλα, αυτό οδηγεί στην επιλογή αναδόχων που µπορεί να µην έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες ή πόρους για να ολοκληρώσουν τη σύµβαση µε επιτυχία.

5. Προβληµατικοί Ανάδοχοι:

Σε περιπτώσεις όπου ανάδοχοι οι οποίοι, ενώ απέδειξαν ότι δεν µπορούν να ολοκληρώσουν σύµφωνα µε τις πρόνοιες (χρόνο, προϋπολογισµό και ποιότητα) τις συµβάσεις που προηγουµένως ανέλαβαν ή που συνεχώς υποβάλλουν εµπόδια και απαιτήσεις, δεν τυγχάνουν αξιολόγησης της απόδοσής τους και ως εκ τούτου δεν αποκλείονται από επόµενες συµβάσεις, µε σοβαρά αρνητικά αποτελέσµατα.

6. Αλλαγές στις απαιτήσεις:

Οι δηµόσιες συµβάσεις έχουν απαιτήσεις που συχνά δεν αναθεωρούνται πριν την προκήρυξη των διαγωνισµών, µε αποτέλεσµα να αλλάζουν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της σύµβασης. Οι αλλαγές αυτές και η αποτυχία προσαρµογής στις µεταβαλλόµενες απαιτήσεις οδηγεί σε καθυστερήσεις, υπερβάσεις κόστους και αποτυχία.

7. Έλλειψη εµπειρογνωµοσύνης:

Οι δηµόσιες συµβάσεις απαιτούν εξειδικευµένη τεχνική εµπειρογνωµοσύνη, εµπειρία στη διαχείριση συµβάσεων και καλή γνώση της σχετικής µε το θέµα νοµοθεσίας. Σε κάποιες περιπτώσεις η οµάδα έργου δεν διαθέτει τις απαραίτητες δεξιότητες, και δεν αφιερώνει τον απαιτούµενο χρόνο, οπότε η υλοποίηση της σύµβασης δεν ολοκληρώνεται µε επιτυχία.

8. Ανακριβείς εκτιµήσεις κόστους:

Οι ανακριβείς εκτιµήσεις κόστους ή η χρήση πεπαλαιωµένων µη έγκαιρων εκτιµήσεων, οδηγούν σε ακυρώσεις διαγωνισµών, υπερβάσεις κόστους και καθυστερήσεις. Αυτό συχνά οφείλεται σε έλλειψη εµπειρίας ή τεχνογνωσίας στην εκτίµηση του κόστους σύνθετων συµβάσεων ή σε προχειρότητα και έλλειψη εσωτερικού ελέγχου εντός των ιδίων των Αναθετουσών Αρχών.

9. Απρόβλεπτες τεχνικές προκλήσεις:

Απρόβλεπτες τεχνικές προκλήσεις από λάθη ή ασάφειες του σχεδιασµού, των απαιτήσεων ή των µελετών, µπορεί να προκύψουν κατά την εκτέλεση, οι οποίες ενδέχεται να οδηγούν σε καθυστερήσεις και υπερβάσεις κόστους, εάν δεν τύχουν άµεσου και έγκαιρου χειρισµού.

10. Ανεπαρκής διαχείριση κινδύνου:

Η ανεπαρκής, η µη έγκαιρη εκτίµηση και διαχείριση κινδύνου, οδηγούν στην αποτυχία εντοπισµού, εξάλειψης ή µετριασµού των πιθανών κινδύνων. Αυτό αποτελεί µία από τις κυριότερες αιτίες που οδηγούν το έργο και τη διαχείριση της σύµβασης σε απροσδόκητα προβλήµατα, καθυστερήσεις απαιτήσεις και αύξηση κόστους.

Εποµένως, διαφαίνεται ότι οι συµβάσεις καθίστανται επί της αρχής προβληµατικές. Ο λόγος οφείλεται στο γεγονός ότι η αναθέτουσα αρχή (κυβέρνηση) επιλέγει τη φθηνότερη προσφορά και παρακάµπτει τα ελάχιστα απαιτούµενα κριτήρια που χρειάζεται ο ανάδοχος (εργολάβος – κοινοπραξία) για να υλοποιήσει το έργο. Επίσης, ο πρόχειρος, επιδερµικός προγραµµατισµός από την αναθέτουσα αρχή, η οποία υπολείπεται σε τεχνοκρατικές γνώσεις, έχει ως αποτέλεσµα να καταλήγει σε λανθασµένες εκτιµώµενες αξίες που δεν επιτρέπει σε όλους τους οικονοµικούς φορείς να συµµετάσχουν στο διαγωνισµό (µη υγιής ανταγωνισµός). Εξαιτίας όλων των πιο πάνω, κατακυρώνονται συµβάσεις χωρίς δικλείδες ασφαλείας διαχείρισης κινδύνων και απαιτήσεων, µε αποτέλεσµα ατέρµονες καθυστερήσεις, αύξηση του κόστους και τερµατισµούς συµβάσεων. Αυτή, η διαχρονική παθογόνα πρακτική που εφαρµόζεται έφερε τα τετελεσµένα.

Παρακάτω, γίνεται µια αναδροµή παραθέτοντας κάποια από τα σηµαντικά έργα που µετά από πολυετείς καθυστερήσεις, τερµατίστηκαν και απασχόλησαν ουκ ολίγον τα µέσα και την κοινή γνώµη. 

«Ούτε το 2025 δεν τελειώνει ο Ποταμός του Λιοπετρίου»

Όσον αφορά για τη συνέχιση του έργου, η Μαργαρίτα Κυριάκου, ανέφερε στο Economy Today ότι ένα πιθανό σενάριο θεωρείται η επαναπροκήρυξη του διαγωνισµού, κάτι που θα επιφέρει, ωστόσο, νέες καθυστερήσεις.

Ένα άλλο σενάριο που εξετάζεται, µε λιγότερες όµως πιθανότητες να προχωρήσει, είναι το έργο να ολοκληρωθεί από το ίδιο το κράτος.

Την ίδια ώρα, όπως µας σηµειώθηκε, η περίπτωση όπως το κράτος προχωρήσει σε συµφωνία µε τους υφιστάµενους υπεργολάβους του έργου, εφόσον νοµιµοποιείται να πράξει κάτι τέτοιο δεν έχει αποκλειστεί εντελώς.

«Το µόνο σίγουρο, όποιο σενάριο και να ισχύσει, το έργο δεν αναµένεται να ολοκληρωθεί ούτε εντός του 2025», ανέφερε η Μαργαρίτα Κυριάκου.

«Το επικρατέστερο σενάριο µε βάση το λιγότερο κόστος και τη λιγότερη χρονική διάρκεια»

Όσον αφορά στο ποιο σενάριο θα επικρατήσει για να καταστεί εφικτή η ολοκλήρωση του έργου, η Μαργαρίτα Κυριάκου ανέφερε «πως δεν έχει αποφασιστεί ποιο θα είναι το επόµενο βήµα».

 «Με τη Νοµική Υπηρεσία και το Γενικό Λογιστήριο µετέχουµε σε διαβουλεύσεις, εξετάζοντας ποιο σενάριο θα είναι νοµικά και συνταγµατικά κατοχυρωµένο και θα έχει το λιγότερο κόστος και τη λιγότερη χρονική διάρκεια ολοκλήρωσης του έργου», σύµφωνα µε τη Μαργαρίτα Κυριάκου, τονίζοντας ότι «δεν έχει τεθεί σχεδιάγραµµα καθορισµού καταληκτικής ηµεροµηνίας».

Την ίδια ώρα επισήµανε ότι το κόστος υλοποίησης του έργου «δεν είναι ακόµα γνωστό», προσθέτοντας ότι, «θα καθοριστεί όταν θα παρθεί η απόφαση για το πώς θα προχωρήσει το έργο».

Συµπληρωµατικά όπως µας ανέφερε ότι «στις 2 ∆εκεµβρίου 2024 από το Τµήµα Πολεοδοµίας µετέβησαν οι αρµόδιοι για την ακριβή καταγραφή της εργασίας που έχει εκτελεστεί µέχρι στιγµής από τον προηγούµενο εργολάβο, ώστε να συµπεριληφθεί στην τελική απόφαση».

Αναφορικά µε τα λάθη που διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια του έργου η Μαργαρίτα Κυριάκου ανέφερε ότι, «υπήρξαν καθυστερήσεις που επισηµαίνονται από τη Νοµική Υπηρεσία σε Έκθεση που ετοίµασε, η οποία δεν έχει ακόµα δηµοσιευτεί», µέχρι τη δεδοµένη στιγµή που συντάσσεται το παρόν άρθρο.

Η κα Κυριάκου µας σηµείωσε χαρακτηριστικά ότι «πολύ σωστά αναφέρεται στην Έκθεση ότι το Υπουργείο Εσωτερικών δεν έλαβε δραστικά µέτρα παρέµβασης, είτε τερµατισµού της σύµβασης, είτε µέσω καλύτερης επόπτευσης του έργου, η οποία γινόταν».

Το παράδειγµα του ∆ρόµου Πάφου – Πόλης Χρυσοχούς

Στις 11 Νοεµβρίου 2024 το Τµήµα ∆ηµοσίων Έργων ανακοίνωσε τον τερµατισµό της σύµβασης µε την εταιρεία «INTRAKAT», για τον αυτοκινητόδροµο Πάφου- Πόλης Χρυσοχούς. Το έργο θα έπρεπε να παραδοθεί τέλος Νοεµβρίου του ίδιου έτους, αλλά οι εργασίες είχαν ολοκληρωθεί σε ποσοστό µόλις στο 21%, αριθµός που υποδηλώνει τεράστια και αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Η λύση της σύµβασης οδήγησε στη δικαστική διαµάχη µεταξύ της κυβέρνησης και της κατασκευαστικής εταιρείας. Οι δύο πλευρές ρίχνουν το µπαλάκι η µια στην άλλη για τους λόγους που απέτυχε η υλοποίηση του µεγαλεπήβολου έργου που αναµενόταν εδώ και δεκαετίες, µε την κάθε πλευρά να ζητά το δικό της µερίδιο λιγότερης υπαιτιότητας. Σύµφωνα µε πληροφορίες, η κατασκευαστική εταιρεία διεκδικεί αποζηµιώσεις άνω των €32 εκ..

Όσον αφορά στο οικονοµικό κόστος για την αποπεράτωση του έργου ο Υπουργός Μεταφορών κ. Βαφεάδης ανέφερε σε δηλώσεις του ότι «χωρίς να έχει πραγµατοποιηθεί αναλυτική εκτίµηση, αλλά λαµβάνοντας υπόψιν τα σηµερινά δεδοµένα και λόγω του πληθωρισµού των τελευταίων ετών όλα παραπέµπουν σε αύξηση της τάξης του 20-30% σε σχέση µε τα όσα ίσχυαν το έτος 2019 (όταν κατακυρώθηκε το έργο). Συνεπώς, µια λογική προσέγγιση λέει πώς ένα έργο των €70 εκ. µε βάση το 30%, δυνητικά θα στοιχίσει επιπλέον €20 εκ., δηλαδή αναµένεται στα €90 εκ.».

Τι θα γίνει από εδώ και πέρα

Στις 28 Νοεµβρίου 2024 υπεγράφη στο Υπουργείο Μεταφορών Επικοινωνίας και Έργων το συµβόλαιο του Έργου «Βελτίωση του υφιστάµενου δρόµου Πάφου - Πόλης Χρυσοχούς» αξίας περίπου €3.500.000 και αφορά τη Β’ φάση του δρόµου.

Η υλοποίηση του έργου προγραµµατίζεται να αρχίσει τον Ιανουάριο του 2025 µε διάρκεια εκτέλεσης 52 εβδοµάδων και κόστος €3.479.742.00 συν ΦΠΑ. Το ερώτηµα, πλέον, είναι ποιος θα είναι ο ανάδοχος.

Σε σχετικές αναφορές του ∆ηµάρχου Πόλης Χρυσοχούς, κ. Γιώτη Παπαχριστοφή, στο Economy Today, εξέφρασε θετικά την εκκίνηση της Β’ Φάσης του δρόµου. Σχετικά µε τις επιπτώσεις της αποτυχίας υλοποίησης του έργου ο κος Παπαχριστοφή ανέφερε ότι, «οι κάτοικοι ταλαιπωρούνται καθηµερινά, διότι αναγκάζονται να χρησιµοποιούν τον παλιό δρόµο» και τόνισε ότι «λόγω της συγκεκριµένης κατάστασης δεν γίνονται επενδύσεις που θα συνέβαλαν στην ευηµερία και αναβάθµιση της περιοχής».

Πακέτο µέτρων από την Αρχή Δηµοσίων Συµβάσεων µετά το άδοξο τέλος της σύµβασης

Σε ενηµερωτικό σηµείωµα του Γενικού Λογιστή, κ. Ανδρέα Αντωνιάδη, στη Βουλή πρότεινε στην αναθέτουσα αρχή- ∆ηµόσια Έργα ως εναλλακτική επιλογή, όπως στραφούν στον δεύτερο σε σειρά προσφοροδότη µετά την «Intrakat». Η πιο πάνω επιλογή σαφέστατα δίνει τη δυνατότητα αποφυγής πρόσθετων χρονικών καθυστερήσεων, που εκ των πραγµάτων θα προκύψουν στην περίπτωση που το έργο εισέλθει σε νέα φάση επαναπροκήρυξης.

Η δεύτερη, λοιπόν, καλύτερη προσφορά ήταν αυτή της ΑΒΑΞ, Ελληνική Εταιρεία Κυπριακών Συµφερόντων. Η προσφορά της ΑΒΑΞ ανερχόταν στα €78.870.000, κατά €5.891.000 υψηλότερη από αυτή της «Intrakat». Σύµφωνα µε πληροφορίες, η ΑΒΑΞ δεν έχει δεχθεί επίσηµη ή ανεπίσηµη πρόταση από τους αρµόδιους φορείς µέχρι στιγµής.

Είναι γεγονός ότι, επικρατεί και το σενάριο το έργο να ξεκινήσει από την αρχή. Μια διαδικασία που σύµφωνα µε το καλύτερο και αισιόδοξο σενάριο θα ολοκληρωθεί σε διάστηµα από τρεις έως έξι µήνες.

Διαβάστε επίσης: «Υπενθύμιση» Κεραυνού στις τράπεζες για μειώσεις επιτοκίων χωρίς καθυστέρηση

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ