Η εξορυκτική διαδικασία διευρύνεται σε παγκόσμιο επίπεδο για να καλύψει την ολοένα αυξανόμενη ζήτηση για ορυκτά και μέταλλα, με τα συνολικά έσοδα 40 κορυφαίων διεθνών εταιρειών εξόρυξης να φτάνουν σε επίπεδο ρεκόρ για το 2022 αγγίζοντας τα 943 δισ. δολάρια.
Η ανάγκη ωστόσο για περισσότερα προϊόντα εξόρυξης δε συνοδεύεται μόνο από κέρδη, αλλά και από κινδύνους για το περιβάλλον.
Σύμφωνα με παλαιότερες έρευνες το διάστημα 2000 και 2018, η εξόρυξη προκάλεσε την υποβάθμιση προστατευόμενων περιοχών κατά 78%, ενώ ο αριθμός των ορυχείων στην υποσαχάρια Αφρική που βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 10 χλμ. από προστατευόμενη περιοχή αυξήθηκε κατά 250% μεταξύ του 2000 και του 2018.
Τώρα, νεότερη μελέτη που διεξήχθη από το Τμήμα Βοτανικής και Ερευνών για τη Διατήρηση του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και το Τμήμα Οικολογίας και Εξελικτικής Βιολογίας από τη Σχολή Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Current Biology, αποκαλύπτει ότι απειλούνται χιλιάδες είδη ψαριών και πτηνών από τη δραστηριότητα αυτή.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της μελέτης, Ντέιβιντ Έντουαρντς από το Κέιμπριτζ συνολικά 4.642 είδη κινδυνεύουν, ανάμεσα στα οποία 2.053 ψάρια, ακολουθούμενα από ερπετά, αμφίβια, πτηνά και θηλαστικά.
«Χρησιμοποιούμε τις αξιολογήσεις απειλών του Κόκκινου Καταλόγου της Διεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN) για όλα τα σπονδυλωτά για να ποσοτικοποιήσουμε την τρέχουσα απειλή για τη βιοποικιλότητα από την εξόρυξη ορυκτών, να χαρτογραφήσουμε τα παγκόσμια hotspots απειλούμενης βιοποικιλότητας και να διερευνήσουμε τις σχέσεις μεταξύ της χρήσης των ενδιαιτημάτων και των χαρακτηριστικών της ιστορίας ζωής των ειδών και της απειλής από την εξόρυξη ορυκτών. Σχεδόν το 8% (4.642) των σπονδυλωτών εκτιμάται ότι απειλούνται από την εξόρυξη ορυκτών πόρων, ιδίως από την εξόρυξη και τη εκσκαφή σε λατομείο, με τα ψάρια να διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο», αναφέρει η έκθεση.
Το μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν ζωικά είδη που ζουν σε περιορισμένες περιοχές όπως λίμνες ή σε σημεία κοντά σε ορυχεία, ενώ επιβλαβείς ουσίες μπορούν να μεταφερθούν μέσα από υδάτινα ρεύματα επιδρώντας αρνητικά στους βιοτόπους.
Επιπλέον, μπορεί να αυξηθεί η αποψίλωση των δασών σε απόσταση έως και 70 χλμ. από τις περιοχές εξόρυξης στον Αμαζόνιο, ενώ η ρύπανση από τα μεταλλεία ορυκτών μπορεί να επηρεάσει 479.200 χλμ. ποταμών. Την ίδια στιγμή, η εξόρυξη χρυσού είναι η μεγαλύτερη πηγή ρύπανσης από υδράργυρο παγκοσμίως με ολόκληρους πληθυσμούς πτηνών να απειλούνται ιδίως στη Γκάνα όπου πραγματοποιείται μικρής κλίμακας εξόρυξη. Όσο για την εξόρυξη άμμου αυτή με τη σειρά της αλλάζει τη δομή της κοίτης των ποταμών και τη στάθμη των υδάτων, με αποτέλεσμα πτηνά που ζουν στις όχθες τους να κινδυνεύουν από φυσικά αρπακτικά.
«Τόσα πολλά είδη, ιδιαίτερα τα ψάρια, τίθενται σε κίνδυνο λόγω της ρύπανσης που προκαλείται από την εξόρυξη. Θα ήταν αποτελεσματικό να εργαστούμε για τη μείωση της ρύπανσης του γλυκού νερού, ώστε να μπορούμε ακόμα να λαμβάνουμε τα προϊόντα που χρειαζόμαστε για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, αλλά με τρόπο που να μην προκαλεί τόση απώλεια βιοποικιλότητας», δήλωσε ο Ντέιβιντ Έντουαρντς σύμφωνα με δημοσίευση του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
«Η ανάγκη για ασβεστόλιθο ως βασικό συστατικό της κατασκευαστικής δραστηριότητας ενέχει πραγματικό κίνδυνο για την άγρια ζωή. Πολλά είδη είναι πολύ περιορισμένα στον τόπο διαμονής τους επειδή από τη φύση τους ζουν σε ασβεστόλιθο. Ένα ορυχείο τσιμέντου μπορεί κυριολεκτικά να αφαιρέσει μια ολόκληρη πλαγιά και μαζί της τις εστίες αυτών των ειδών», συμπλήρωσε ο Γιούαν Λαμπ από το Πανεπιστημίο του Σέφιλντ.
Την ίδια ώρα, οι ειδικοί εξηγούν ότι παρότι η έρευνα εστίασε στα είδη σπονδυλωτών, η εξόρυξη δε σημαίνει ότι δεν είναι πιθανό να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για τα φυτά και τα ασπόνδυλα.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσουμε την εξόρυξη, αφού ολόκληρες κοινωνίες βασίζονται σε προϊόντα εξόρυξης. Αλλά υπάρχουν περιβαλλοντικές συνέπειες που ενσωματώνονται στη χρήση αυτών των προϊόντων. Η έκθεσή μας είναι ένα ζωτικής σημασίας πρώτο βήμα για την αποφυγή απώλειας βιοποικιλότητας εν μέσω της προβλεπόμενης δραστικής επέκτασης της εξορυκτικής βιομηχανίας», πρόσθεσε ο Έντουαρντς.
Παράλληλα, ο Λαμπ κάλεσε τους αρμοδίους να επικεντρωθούν περισσότερο στην κυκλική οικονομία με την ενίσχυση της ανακύκλωσης υλικών ώστε να περιοριστεί η εξορυκτική διαδικασία και επομένως οι επιπτώσεις της στη φύση.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Αναλυτές: Οι εξελίξεις στη Μ. Ανατολή αλλάζουν τα δεδομένα για το πετρέλαιο