Από τράπεζα σε τράπεζα: Τελικά ποιοι μπορούν να μεταφέρουν το δάνειό τους με χαμηλότερο επιτόκιο;

Οι «τυχεροί» δανειολήπτες που μπορούν να φύγουν με… €100

Η συζήτηση για τα επιτόκια και τις χρεώσεις των τραπεζών συνεχίζεται με αφορμή τη συνάντηση που είχε ο ΠτΔ με τον Κεντρικό Τραπεζίτη και τις πρόσφατες μειώσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Στη βάση αυτών των συζητήσεων αναδείχθηκε και το ζήτημα της δυνατότητας μεταφοράς δανείου από μία τράπεζα σε άλλη με χαμηλότερο επιτόκιο. Η κα Έλενα Παπαχριστοφόρου, Νομικός και Λειτουργός της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή, σε δηλώσεις της στο κρατικό ραδιόφωνο, εξήγησε ότι η διαδικασία δεν είναι τόσο απλή όσο φαίνεται, καθώς εξαρτάται από το χρόνο σύναψης του δανείου και τις ισχύουσες νομοθεσίες.

Διαφορετικές νομοθεσίες για διαφορετικές χρονικές περιόδους - Η νομοθεσία πριν το 2017

Η κα Παπαχριστοφόρου εξήγησε ότι η βασική αρχή για την εφαρμογή των νομοθεσιών σχετικών με τα δάνεια είναι ο χρόνος σύναψης της σύμβασης. «Για τις καταχρηστικές ρήτρες βλέπουμε πότε συνάφθηκε η σύμβαση, οπότε εξετάζουμε με τον νόμο τον οποίο ίσχυε κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης», δήλωσε. 

Από το 2001 μέχρι το 2017 ίσχυε η νομοθεσία που έλεγε ότι ο καταναλωτής μπορεί να αποπληρώσει σύνολο ή μέρος του δανείου για να το μεταφέρει σε άλλη τράπεζα. «Και είχε υποχρέωση να μειώσει η τράπεζα το συνολικό κόστος της πίστωσης του καταναλωτή σύμφωνα με κάποιο μαθηματικό τύπο που υπήρχε στο παράρτημα του νόμου. Και μπορούσε επίσης να επιβάλει και κάποια διοικητικά έξοδα», σημείωσε η κα Παπαχριστοφόρου. Ερωτηθείσα αν η επιβάρυνση από αυτόν τον μαθηματικό τύπο ήταν μεγάλη, απάντησε ότι «σίγουρα ήταν μεγαλύτερη από ό,τι τώρα».

«Ο νόμος αυτός τύχαινε εφαρμογής σε δανειακές συμβάσεις που ανέρχονταν στο ποσό των €200.000. Δηλαδή αν ήταν πάνω από €200.000 δεν μπορούσε να εφαρμοστεί», είπε η κα Παπαχριστοφόρου, διευκρινίζοντας ότι ο νόμος αρχικά ήταν για €85.000 ευρώ και από το 2010 τροποποιήθηκε, αυξάνοντας το όριο στις €200.000. Άρα, για δάνεια που έχουν συναφθεί από το 2001 έως το 2010 το όριο είναι €85.000, ενώ από εκεί και πέρα και έως το 2017, €200.000.

Από το 2017 και μετά - Οι «τυχεροί» που μπορούν να φύγουν με €100

Όταν η Ευρώπη αναγνώρισε ότι γίνεται επιβολή μεγάλου ποσού και ότι πρέπει να ρυθμιστεί αυτό το θέμα, εξέδωσε σχετική οδηγία η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2017. «Πλέον δύναται πάλι (ο καταναλωτής) να εξοφλήσει πρόωρα, ακολουθούμε πάλι μαθηματικό τύπο, αλλά μιλάμε για πολύ χαμηλότερα ποσά από ό,τι με τον προηγούμενο νόμο», είπε η κα Παπαχριστοφόρου ενώ συμπλήρωσε ότι υπάρχει διαφοροποίηση αν είναι κυμαινόμενο ή σταθερό το επιτόκιο. Οι καταναλωτές με δάνεια που συνάφθηκαν μετά το 2017 και έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο είναι οι πιο ευνοημένοι από το νέο νομικό πλαίσιο.

«Στην περίπτωση που είναι κυμαινόμενο, ο πιστωτής (η τράπεζα) δεν δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση. Αν είναι σταθερό το επιτόκιο, τότε δικαιούται να ζητήσει εύλογη αποζημίωση, όπως αναφέρεται στον νόμο, για ενδεχόμενα έξοδα», σημείωσε. Επομένως αυτοί οι… τυχεροί καταναλωτές με κυμαινόμενο επιτόκιο μπορούν να αποπληρώσουν και να φύγουν από την τράπεζα χωρίς να πληρώσουν αποζημίωση. Το μόνο που πληρώνουν έξτρα είναι κάποια έξοδα τα οποία δεν υπερβαίνουν το ποσό των €100. Η κα Παπαχριστοφόρου διευκρίνισε ότι «δεν υπάρχει πλέον περιορισμός στο ποσό του δανείου όπως είχαμε με τον προηγούμενο νόμο. Οπότε εδώ όσο και να είναι το ποσό εφαρμόζεται ο νόμος ελεύθερα».

Να σημειωθεί ότι, αν το επιτόκιο είναι σταθερό, ο καταναλωτής έχει και πάλι τη δυνατότητα να πάει σε άλλη τράπεζα, αλλά εδώ υπάρχει μία χρέωση. Όπως εξήγησε η κα Παπαχριστοφόρου, πρόκειται για μία «εύλογη αποζημίωση για ενδεχόμενα έξοδα, αλλά σε κάθε περίπτωση με τον νέο νόμο πλέον, ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει πολύ, πολύ χαμηλότερα ποσά τώρα σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο».

«Η Υπηρεσία παραμένει στη διάθεση του κόσμου για οποιαδήποτε βοήθεια σχετικά με τον νόμο, με τις πρόνοιες, αν έχουν οποιοδήποτε παράπονο, απορίες, βρισκόμαστε στη διάθεσή τους», κατέληξε η κα Παπαχριστοφόρου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ