Πιέσεις στα εργασιακά από πόλεμο και πανδημία

Η υφιστάμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση είναι πιθανόν να αναγκάσει περισσότερους εργαζομένους να αποδεχτούν δουλειές χαμηλότερης ποιότητας και εισοδημάτων, σύμφωνα με έκθεση του ILO.

Του Άγγελου Αγγελοδήμου

Το σκηνικό που έχει στηθεί τον τελευταίο χρόνο με τον πόλεμο στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα στον χώρο της οικονομίας και ευρύτερα της κοινωνίας. Η αύξηση των τιμών της ενέργειας που είχαν ως συνεπακόλουθο τα φαινόμενα ακρίβειας σε όλο το φάσμα της αγοράς εκτόξευσαν τον πληθωρισμό σε ανησυχητικά επίπεδα. Τόσο ανησυχητικά που ανάγκασαν τις Κεντρικές Τράπεζες σε Ευρώπη και Αμερική κυρίως, να προχωρήσουν σε αύξηση των επιτοκίων σε μια προσπάθεια ακριβώς να τιθασεύσουν την ανοδική πορεία του πληθωρισμού. Δημιουργούν ωστόσο την ίδια ώρα σημαντικά προβλήματα στους δανειζόμενους στο κομμάτι της εξυπηρέτησης των δανείων τους, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει ο φόβος για αύξηση των κόκκινων δανείων.

Όλα τα πιο πάνω δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ, το οποίο έχει αντίκτυπο σε διάφορες εκφάνσεις της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Μεταξύ άλλων το προαναφερθέν σκηνικό έχει επιφέρει πολλαπλές προκλήσεις στο εργασιακό κομμάτι αφού τα προβλήματα στην οικονομία έχουν δημιουργήσει μεγάλη ανασφάλεια στους εργαζόμενους σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην Κύπρο παρόλο που παρατηρήθηκε ελαφρά αύξηση της ανεργίας το 2020 και το 2021, απόρροια ενδεχομένως της κρίσης που είχε δημιουργήσει ο κορωνοϊός, εντούτοις βρισκόμασταν εν πολλοίς σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, γεγονός που επέτρεψε και στην κυβέρνηση να προχωρήσει στη σύσταση του εθνικού κατώτατου μισθού, εξέλιξη η οποία αναντίλεκτα αποτελεί μεγάλη κατάκτηση των εργαζομένων, ωστόσο δεν αποκλείεται να δημιουργήσει ορισμένες στρεβλώσεις στο μισθολογικό κομμάτι όπως θα δούμε πιο κάτω.

Την ίδια ώρα, ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας σε έκθεσή του για την παγκόσμια αγορά εργασίας καταγράφει μεταξύ άλλων τις τάσεις κατά το 2023 και βάζει στο μικροσκόπιο τα δεδομένα που έχει δημιουργήσει στην αγορά ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ένα λοιπόν από τα συμπεράσματα της έκθεσης του ILO, είναι ότι η υφιστάμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση είναι πιθανόν να αναγκάσει περισσότερους εργαζομένους να αποδεχτούν δουλειές χαμηλότερης ποιότητας και εισοδημάτων. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται έλλειψη του αισθήματος ασφάλειας στην εργασία και κοινωνικής προστασίας, επιδεινώνοντας τις ανισότητες που δημιούργησε η πανδημία του Covid – 19, όπως σημειώνεται.

Το ILO εκτιμά ότι η παγκόσμια ανεργία αναμένεται να αυξηθεί κατά 3 εκατ., σε 5,8%, ενώ η παγκόσμια αύξηση της απασχόλησης θα ανέλθει σε μόλις 1,0% το 2023, πιο κάτω από το επίπεδο της περσινής χρονιάς. Όπως εξηγεί το ILO, κύρια αιτία για την αύξηση της ανεργίας θεωρείται η περιορισμένη προσφορά εργασίας σε χώρες με υψηλό εισόδημα, κατηγορία στην οποία εντάσσεται και η Κύπρος.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έκθεση του ILO, πέραν από την αύξηση της ανεργίας, η ποιότητα της εργασίας παραμένει σημείο κλειδί. Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά, αρκετοί είναι αυτοί που δεν είναι σε θέση να επιβιώσουν χωρίς δουλειά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποδέχονται οποιαδήποτε δουλειά παρουσιαστεί ακόμα και αν αυτή προϋποθέτει χαμηλή μισθοδοσία. Πέραν του χαμηλού μισθού η δουλειά πιθανότατα θα είναι και χαμηλής ποιότητας. Περαιτέρω, με τις τιμές να εκτοξεύονται στα ύψη με ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από τις αυξήσεις στους μισθούς, οι εργαζόμενοι ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οικονομικά προβλήματα ακόμα και αν κρατήσουν τη δουλειά τους.

Αναφορικά με την περιοχή της Ευρώπης και της κεντρικής Ασίας στην έκθεση του ILO επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι μετά από τη δυναμική ανάκαμψη που προέκυψε μετά την πανδημία με ανάπτυξη της τάξης του 5,9% η οικονομία της περιοχής αναπτύχθηκε με 1,9% το 2022 και αναμένεται ακόμα μικρότερη ανάπτυξη της τάξης του 0,7% για το 2023. Η ανάπτυξη τόσο για το 2022 όσο και για το 2023 αναμένεται να είναι αισθητά χαμηλότερη σε σχέση με προηγούμενες προβλέψεις εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.

Επισημαίνεται περεταίρω ότι οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας ασκούν μεγάλη πίεση στις ενεργοβόρες επιχειρήσεις της Ευρώπης, οι οποίες προσπαθούν, όσο αυτό είναι δυνατό, να προβούν σε εξοικονομήσεις. Όπως επισημαίνεται πάντως, ο αντίκτυπος των υψηλών τιμών της ενέργειας, στην απασχόληση, δεν είναι ακόμα γνωστός. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, το σοκ από τις υψηλές τιμές της ενέργειας πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον αναπτυσσόμενο τομέα των χαμηλών εκπομπών άνθρακα.

Τεχνολογία, επενδύσεις και θέσεις εργασίας

Σε άλλο σημείο της έκθεσης του ILO επισημαίνεται ότι συχνά η τεχνολογική εξέλιξη και πρόοδος κατονομάζεται ως ένας από τους βασικούς παράγοντες αύξησης της παραγωγικότητας σε μακροπρόθεσμο επίπεδο. Επί τούτου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες για προσέλκυση στην Κύπρο εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, καθώς θεωρείται κλάδος προστιθέμενης αξίας, δηλαδή μέσω αυτού δημιουργούνται πρόσθετες θέσεις εργασίες, ενώ γίνονται και πρόσθετες επενδύσεις σε γραφεία, κατοικίες κ.τλ..

«Υπολογίζεται ότι στον τομέα της τεχνολογίας ευρύτερα το 2021 και το 2022 έχουν δημιουργηθεί περίπου 10.000 νέες θέσεις εργασίας στη χώρα μας», ανέφερε πρόσφατα ο γενικός διευθυντής του Invest Cyprus Γιώργος Καμπανέλλας. «Μάλιστα στις αρχές Σεπτεμβρίου η αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Εμπορίου κατέγραψε 7.000 καινούργιες άδειες εργασίας, οι περισσότερες στον τομέα της τεχνολογίας, οι οποίες σήμερα έχουν αυξηθεί», διευκρίνισε.

«Αυτός ο μεγάλος αριθμός εταιρειών προσθέτει στο υπάρχον οικοσύστημα μια δυναμική, καθώς οι ξένες εταιρείες προχωρούν σε προσλήψεις από την εγχώρια αγορά, ενώ κάποιες άλλες προχωρούν και σε επενδύσεις μέσω αγορών επαγγελματικών χώρων - γραφείων, γεγονός που δείχνει ότι βλέπουν μακροπρόθεσμα την επένδυση στη χώρα μας», συμπλήρωσε.

«Δίνουν τεράστια ώθηση σε όλο το φάσμα των επαγγελματικών υπηρεσιών, ενώ το μεγάλο όφελος είναι ότι ξοδεύουν λεφτά στη χώρα μας και επενδύουν σε εσωτερική κατανάλωση», στο πλαίσιο της υψηλής εξειδίκευσης επενδύσεων που πραγματοποιείται σήμερα και βάζει την Κύπρο στην πρώτη θέση των διεθνών προτιμήσεων, εξήγησε ο κ. Καμπανέλλας.

Εξάλλου, σύμφωνα με μετρήσεις του Invest Cyprus οι οποίες αφορούν τους κύριους πυλώνες της στρατηγικής του, «τα αποτελέσματα ήταν εξαιρετικά για τη χώρα μας», αφού στον πυλώνα που αφορά την προσέλκυση διεθνών εταιρειών τεχνολογίας, κατά τα δύο τελευταία έτη: Ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 49%, ο συνολικός αριθμός θέσεων εργασίας παρουσιάζει αύξηση ύψους 78%, ενώ η εκτίμηση ήταν πως ο συνολικός αντίκτυπος στην οικονομία θα διαμορφωνόταν στα 3 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2022.

Η πορεία της ανεργίας

Παραπλεύρως, όλες αυτές οι προσπάθειες συνέβαλαν, πέραν των προαναφερθέντων, στη συγκράτηση της ανεργίας, η οποία τα τελευταία δυο χρόνια παρουσίασε μεν μικρή αύξηση, ωστόσο αυτή αποδίδεται κυρίως στην κρίση που δημιούργησε ο κορωνοϊός.  Άλλωστε τα χαμηλά επίπεδα της ανεργίας ήταν αυτά που επέτρεψαν στην κυβέρνηση να προχωρήσει και με τη θέσπιση του εθνικού κατώτατου μισθού. Η ανεργία τόσο το 2020, όσο και το 2021 συγκρίνεται με την ανεργία του 2011 λίγο πριν ξεκινήσει δηλαδή η κρίση, η οποία κορυφώθηκε το 2013 και το 2014 με τα ποσοστά της ανεργίας να εκτοξεύονται στα ύψη και να ζήσουμε την εποχή των κοινωνικών παντοπωλείων.

Σύμφωνα λοιπόν και με την έρευνα εργατικού δυναμικού που διενεργεί στα νοικοκυριά η στατιστική υπηρεσία με βάση τα πρότυπα του ILO, το 2011 η ανεργία βρισκόταν στις 33.951 και αντιστοιχούσε σε ποσοστό 7,9% του εργατικού δυναμικού. Την επόμενη χρονιά η κρίση άρχισε να δείχνει τα δόντια της κάτι που είχε ως αποτέλεσμα η ανεργία να εκτοξευτεί στις 51.515 αντιπροσωπεύοντας το 11,8% του εργατικού δυναμικού. Τις επόμενες δύο χρονιές, δηλαδή το 2013 και το 2014 η Κύπρος βρέθηκε σε βαθιά οικονομική κρίση με το κούρεμα καταθέσεων και την ένταξη σε μνημόνιο. Η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη και έφτασε για το 2013 τις 68.871 (15,9%) και κορυφώθηκε το 2014 με 69.758 ανέργους (16,1%).

Τα επόμενα χρόνια δηλαδή από το 2015 μέχρι και το 2019 η ανεργία ακολούθησε μια πτωτική πορεία, αφού η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει μέχρι σταδιακά να επέλθει και πάλι η ομαλότητα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Αναλυτικότερα, το 2015 η ανεργία βρέθηκε στις 62.758 δηλαδή στο 14,9% του εργατικού δυναμικού. Ακολούθως το 2016 μειώθηκε ακόμα περισσότερο με 54.010 άνεργους ή ποσοστό 12,9%. Το 2017 η ανεργία έφτασε στις 47.166 ή σε ποσοστό 11,1%, το 2018 μειώθηκε ακόμη περισσότερο στις 36.617 ή 8,4% και το 2019 έφτασε στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων χρόνων στις 31.703 ή 7,1%.

Τότε ήταν που εμφανίστηκε ο κορωνοϊός στη ζωή μας και οδήγησε σε κλείσιμο επιχειρήσεων και αναπόφευκτα κάποια άτομα στην ανεργία, παρόλες τις επιδοτήσεις που είχε δώσει η κυβέρνηση σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Το 2020 λοιπόν η ανεργία αυξήθηκε στις 34.291 ή σε ποσοστό 7,6% και το 2021 στις 34.787 ή σε ποσοστό 7,5%. Τα αποτελέσματα του 2022 αναμένεται να βγουν σύντομα.

Ο κατώτατος και οι ανησυχίες

Όπως έχει προαναφερθεί, τα χαμηλά επίπεδα ανεργίας ήταν αυτά που άναψαν το πράσινο φως στην κυβέρνηση να προχωρήσει με τη θέσπιση κατώτατου μισθού. Μετά από πολλές διαβουλεύσεις μεταξύ εργοδοτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων, η κυβέρνηση έλαβε τις αποφάσεις της με τους κοινωνικούς εταίρους να αποδέχονται μεν την απόφαση αλλά να εκφράζουν εκατέρωθεν παράπονα.

Το ύψος του κατώτατου μισθού τέθηκε στα €940 μεικτά, αλλά τους πρώτους έξι μήνες απασχόλησης, ο μισθός είναι στα €885. Υπενθυμίζεται ότι με το προηγούμενο διάταγμα που αφορούσε μόνο εννέα επαγγέλματα, ο ΕΚΜ ανερχόταν στα €870 με την πρόσληψη και στα €924 μετά από ένα εξάμηνο. Σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, κ. Κούσιο, από τη θέσπιση του κατώτατου μισθού επωφελούνται σαράντα χιλιάδες χαμηλόμισθοι, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η αύξηση ενδεχομένως να φτάσει και το 30%. Η πρώτη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού, σύμφωνα με τον Κυριάκο Κούσιο, θα γίνει την 1η Ιανουαρίου 2024 και από εκεί και πέρα κάθε δυο χρόνια.

Η εισαγωγή του κατώτατου μισθού, πέραν της οικονομικής, έχει και κοινωνική πτυχή, γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν αντικρουόμενα επιχειρήματα κατά πόσον θα είναι αποτελεσματικό ως μέτρο. Από τη μία υπάρχει η άποψη πως θα βοηθηθούν οι χαμηλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι και από την άλλη ότι θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη γενικότερη οικονομία. Ειδικότερα, υπάρχουν αυτοί που φοβούνται ότι μερίδα εργοδοτών θα επιχειρήσει να πιέσει προς τα κάτω τους μισθούς πιο ψηλά αμειβόμενων υπαλλήλων, ώστε να λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό. Υπάρχουν, επίσης, αυτοί που λένε ότι κάποιες επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να δώσουν σημαντικές αυξήσεις στους υπαλλήλους που ελάμβαναν μισθούς χαμηλότερους του κατώτατου και ως εκ τούτου θα αντιμετωπίσουν οικονομικό πρόβλημα. Υπάρχουν δε και αυτοί που υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως να δημιουργηθούν προβλήματα μεταξύ των ίδιων των εργαζομένων από την άποψη ότι εάν κάποιος δούλευε για χρόνια στην εταιρεία και ελάμβανε ένα ποσό ελαφρώς πιο πάνω από τον κατώτατο, θα έρθει κάποιος νέος υπάλληλος και θα λαμβάνει σχεδόν τα ίδια λεφτά με τον προηγούμενο. Όλα αυτά είναι σενάρια που μπορεί να επαληθευτούν μπορεί και όχι και επομένως οι αρμόδιοι θα πρέπει να παρακολουθούν τις εξελίξεις με τον κατώτατο και να παρεμβαίνουν προληπτικά όπου ενδεχομένως παρουσιαστούν προβλήματα.

Συναφώς, η  πιο σημαντική αρνητική επίπτωση που ενδέχεται να προκληθεί από την υιοθέτηση υψηλού ΕΚΜ, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του οικονομολόγου Μάριου Κληρίδη, είναι η μείωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, λόγω της αύξησης του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Πιθανόν, όπως αναφέρει να δημιουργήσει αυξητικές πιέσεις μισθών και στους ψηλότερα αμειβόμενους εργαζομένους. Στην περίπτωση μικρών ανοικτών οικονομιών όπου το εμπορικό ισοζύγιο είναι αρνητικό, τα πολλαπλασιαστικά οφέλη στην εγχώρια οικονομία από την πιθανή αύξηση της κατανάλωσης θα είναι μικρότερα. Επίσης, ο κίνδυνος μείωσης της απασχόλησης και η αύξηση της ανεργίας έχουν αποδειχτεί από πολλές θεωρητικές αλλά και εμπειρικές μελέτες, αν και οι περισσότερες υποστηρίζουν ότι οποιαδήποτε επίπτωση στην απασχόληση αναμένεται να είναι περιορισμένη. Αντιθέτως, στην περίπτωση ανοικτών οικονομιών, οι οποίες βασίζονται στον τομέα των υπηρεσιών όπως η Κύπρος, οι πιο πάνω αρνητικές επιπτώσεις ενδέχεται να είναι εντονότερες. Πέραν των πιο πάνω, η υιοθέτηση ΕΚΜ πιθανώς να οδηγήσει σε αύξηση της αδήλωτης εργασίας με χαμηλότερους μισθούς.

Διαβάστε επίσης: Κ. Πετρίδης: Αυτό είναι το μεγαλύτερο μας λάθος στην κυβέρνηση Αναστασιάδη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ