Του Javier Blas
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης που πυροδότησε στην Ευρώπη, η ΕΕ δεν έχει υπάρξει απολύτως ειλικρινής σχετικά με τη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκεται. Παρερμήνευσε, για παράδειγμα, τις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες -καθαρά θέμα τύχης- ως στρατηγική επιτυχία. Τώρα, η κατάσταση χειροτερεύει: οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ξεγελούν τους εαυτούς τους στις προβλέψεις τους.
Το αποτέλεσμα είναι ένας ακόμα χειμώνας υψηλών τιμών, όχι μόνο στο φυσικό αέριο, αλλά και στην ηλεκτρική ενέργεια, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο το μέλλον των ενεργοβόρων ευρωπαϊκών εταιρειών. Κλείσιμο εργοστασίων, περικοπές θέσεων εργασίας και απομειώσεις αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ ανακοινώνονται σχεδόν κάθε εβδομάδα. Τα νοικοκυριά θα νιώσουν κι αυτά τις συνέπειες, με τις τιμές λιανικής σε φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια να ανεβαίνουν, ενισχύοντας τον πληθωρισμό και δημιουργώντας νέο "πονοκέφαλο" στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στην Τράπεζα της Αγγλίας.
Η τιμή χονδρικής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αυξήθηκε αυτή την εβδομάδα στα 47 ευρώ (50 δολάρια) ανά μεγαβατώρα, διπλάσια από το χαμηλό Φεβρουαρίου. Ενώ οι τρέχουσες τιμές είναι ένα μικρό ποσοστό από το ιστορικό υψηλό κατά τη διάρκεια της χειρότερης φάσης της ενεργειακής κρίσης, όταν είχαν ξεπεράσει τα 300 ευρώ τη μεγαβατώρα στα μέσα του 2022, παραμένουν περίπου 130% πάνω από τον μέσο όρο της περιόδου 2010-2020.
Η πρόκληση συνοψίζεται σε δύο τιμές. Πρώτον, στο κόστος του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, που υπολογίζεται από το Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων (Title Transfer Facility). Την Τετάρτη, η τιμή του φυσικού αερίου κυμαινόταν στα 14 δολάρια ανά εκατομμύριο Btu. Δεύτερον, στο κόστος του ίδιου φυσικού αερίου στις ΗΠΑ, το οποίο υπολογίζεται μέσω Henry Hub. Την Τετάρτη, η τιμή βρισκόταν στα 3 δολάρια ανά mBtu. Τώρα, μπείτε στη θέση του Διοικητικού Συμβουλίου μιας παγκόσμιας μεταποιητικής εταιρείας που καταναλώνει μεγάλες ποσότητες ενέργειας. Πόσο χρόνο θα χρειαζόσασταν για να αποφασίσετε ότι η Ευρώπη δεν συνιστά καλή τοποθεσία για μελλοντική επένδυση;
Μετά την απόφαση της Ρωσίας να περιορίσει την παροχή φυσικού αερίου στην Ευρώπη το 2021, η περιοχή αντέδρασε εφαρμόζοντας μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, αποθηκεύοντας φυσικό αέριο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αναπτύσσοντας περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από το εξωτερικό. Όλα αυτά τα μέτρα αποσκοπούσαν στον περιορισμό της εξάρτησης της Ευρώπης από το Κρεμλίνο και στην προσπάθεια αντιστάθμισης της μείωσης της παραγωγής φυσικού αερίου, ιδιαίτερα στην Ολλανδία, όπου ένα σημαντικό κοίτασμα φυσικού αερίου έκλεισε για πολιτικούς λόγους, και στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η κυβέρνηση αύξησε τους φόρους στην παραγωγή από τη Βόρεια Θάλασσα.
Οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παρουσίασαν τον συνδυασμό αυτών των πολιτικών ως ένα στρατηγικό επίτευγμα. Είπαν στους εαυτούς τους ότι πέτυχαν. Υπήρξαν, φυσικά, πολλές καλές πολιτικές - αλλά και πολλή τύχη. Και το ρωσικό αέριο συνέχισε να ρέει στην Ευρώπη, απλώς με διαφορετικό τρόπο.
Γιατί τύχη; Πρώτον, επί δύο συναπτούς χειμώνες, η Ευρώπη απολάμβανε μια ζεστή, υγρή περίοδο με ανέμους — ιδανική τόσο για τον περιορισμό της ζήτησης θέρμανσης όσο και για την παραγωγή μεγάλης ποσότητας αιολικής, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας. Δεύτερον, η Γηραιά Ήπειρος αντιμετώπισε περιορισμένο ανταγωνισμό από την Ασία για τις μεταφορές LNG, καθώς η Κίνα και άλλες χώρες προσπαθούσαν να ανακάμψουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας της COVID-19. Οι δυο αυτοί παράγοντες βοήθησαν την Ευρώπη να δημιουργήσει τεράστια αποθέματα εν όψει του χειμώνα. Αυτό, συνδυασμένο με μια περίοδο η οποία χαρακτηρίστηκε από θερμοκρασίες που κυμάνθηκαν άνω των συνηθισμένων επιπέδων, άφησε την Ευρώπη με σημαντικά αποθέματα κατά την άφιξη της άνοιξης.
Η τύχη εξαντλήθηκε. Ο καιρός κρύωσε, έγινε πιο ξηρός και οι άνεμοι εξασθένησαν. Οι Γερμανοί έχουν μια λέξη για να εξηγήσουν αυτό το φαινόμενο: dunkelflaute — μια περίοδος συννεφιάς, χωρίς άνεμο, που έχει ως αποτέλεσμα την περιορισμένη παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Ευρώπη υπέστη μια μακρά dunkelflaute στις αρχές Νοεμβρίου, και ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ακόμα μια την επόμενη εβδομάδα. Παράλληλα, η Ασία εισάγει περισσότερο LNG, αυξάνοντας τις τιμές. Από την πλευρά της, η Ευρώπη αγοράζει περίπου 20% λιγότερο LNG απ' ό,τι τα προηγούμενα δύο χρόνια. Ως αποτέλεσμα, η Ευρώπη στρέφεται στις αποθήκες φυσικού αερίου. Κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες του Νοεμβρίου, ο ρυθμός άντλησης από τα αποθέματα ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος που έχει καταγραφεί τη συγκεκριμένη περίοδο από το 2010. Σύμφωνα με τις τρέχουσες τάσεις, τα επίπεδα αποθήκευσης τον Νοέμβριο θα σημειώσουν τη μεγαλύτερη πτώση από το 2016 για τον συγκεκριμένο μήνα, διπλάσια από την μείωση που παρατηρήθηκε το 2022 και το 2023.
Ωστόσο, ακόμα και αν ο καιρός παραμείνει ψυχρός, η Ευρώπη δεν θα υποστεί έλλειψη αερίου. Χάρη σε ένα σημαντικό πλεόνασμα από το 2023-2024, ξεκίνησε την τρέχουσα χειμερινή περίοδο με άφθονα αποθέματα, τα οποία ανέρχονται περίπου στο 95% της συνολικής δυναμικότητας. Είναι, ωστόσο, απίθανο ο χειμώνας 2024-2025 να τελειώσει με αποθέματα ίσα με τα επίπεδα των δύο προηγούμενων χειμερινών περιόδων.
Πέρυσι, η σεζόν ολοκληρώθηκε με τα αποθέματα στο 60%· το προηγούμενο έτος, το ποσοστό ανερχόταν στο 55%. Είναι πολύ νωρίς ακόμη, αλλά σύμφωνα με τις τρέχουσες τάσεις, ένας τυπικός χειμώνας θα σήμαινε ότι τα αποθέματα την άνοιξη του 2025 θα βρίσκονται κοντά στο 50%. Ένας κρύος χειμώνας θα τα μειώσει στο 35%-45%. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, ένα πράγμα είναι σαφές: η Ευρώπη θα πρέπει να αγοράσει μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2025 για να αναπληρώσει το απόθεμά της εν όψει του χειμώνα 2025-2026.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η τιμή του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου για την περίοδο που ξεκινά τον Απρίλιο 2025 έως τον Οκτώβριο 2025 – χαρακτηρίζεται συνήθως από χαμηλότερη ζήτηση και φθηνότερο αέριο- διαπραγματεύεται σε ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με την περίοδο Νοέμβριος 2025-Μάρτιος 2026. Για τους καταναλωτές, η τάση στην αγορά χονδρικής σημαίνει υψηλότερες τιμές λιανικής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Και μετά, έρχεται το gaslighting [σσ. στην ψυχολογία, η απόπειρα χειραγώγησης ενός ατόμου με στόχο να αμφισβητηθεί η ορθότητα της σκέψης του – εδώ ο συγγραφέας κάνει λογοπαίγνιο με το "gas", δηλαδή αέριο]. Η Ευρώπη έχει την αυταπάτη ότι έχει λύσει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα εξάρτησης από το ρωσικό αέριο. Δεν το έκανε ποτέ. Είναι αλήθεια ότι μείωσε την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο μέσω αγωγών, αν και όχι εντελώς. Την ίδια στιγμή, αύξησε τις αγορές ρωσικού LNG. Μετά τη Νορβηγία και τις ΗΠΑ, η Ρωσία παραμένει η τρίτη μεγαλύτερη πηγή εισαγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει υποστηρίξει την ιδέα της αντικατάστασης του ρωσικού LNG με αμερικανικό LNG για να ευχαριστήσει τον επερχόμενο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Ακόμη μια αυταπάτη. Η ιδέα αυτή δεν έχει νόημα. Πρώτον, η αμερικανική παραγωγή είναι ήδη σε μεγάλο βαθμό δεσμευμένη. Αν η Ευρώπη θέλει περισσότερο LNG από τις ΗΠΑ, θα πρέπει να πληρώσει υψηλότερες τιμές από την Ασία για να αποσπάσει φορτία. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες κοινής ωφέλειας, υπό την πίεση να επιτύχουν τους "πράσινους" στόχους που επιβάλλει η ΕΕ και οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών, είναι μάλλον απίθανο να δεσμευτούν σε συμβόλαια διάρκειας 15-20 ετών που απαιτούν οι Αμερικανοί παραγωγοί LNG. Οι δηλώσεις αυτές ακούστηκαν σαν μια απεγνωσμένη προσπάθεια να προσποιηθεί για την ύπαρξη ενός σχεδίου πολιτικής.
Αν η ΕΕ θέλει πραγματικά να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο γιατί δεν το έχει ήδη απαγορεύσει; Πολιτικά και οικονομικά, είναι λογικό να συνεχιστεί η υφιστάμενη κατάσταση. Ηθικά όμως, είναι παράλογο να αγοράζεις ρωσικό αέριο την ίδια στιγμή που δωρίζεις πυραύλους στην Ουκρανία. Αν η Κομισιόν θεωρεί ότι χρειάζεται περισσότερο αμερικανικό αέριο, γιατί δεν έχει χρησιμοποιήσει τη διπλωματική της ισχύ για να παραπονεθεί για την αναστολή της έγκρισης νέων τερματικών σταθμών LNG από τον Λευκό Οίκο;
Και αν η Ευρώπη παραμένει αντιμέτωπη με ελλείψεις αερίου στο σημείο που θα χρειαζόταν μια συμφωνία με τον Τραμπ για περισσότερο αμερικανικό LNG, γιατί οι Βρυξέλλες δεν πιέζουν για την παροχή κινήτρων ώστε να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της φορολογίας; Η Ευρώπη πρέπει να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα — σύντομα.
Πηγή: capital.gr
Διαβάστε επίσης: Fed: Επιστρέφει η επιφυλακτικότητα - Οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό