Του Ανδρέα Αθανασιάδη*
Η αξιοπρεπής διαβίωση ενός συνταξιούχου είναι εφικτή. Η κατά κανόνα χαμηλή σύνταξη που λαμβάνει από το κράτος, όμως, δεν του αρκεί. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συμπλήρωσή της, με τις προσωπικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις. Αυτό καθιστά αναγκαίο το να μεριμνήσουμε ενόσω εργαζόμαστε, οι προσωπικές μας εισφορές μαζί με τις εισφορές των εργοδοτών μας, να αποταμιεύονται και να μεγαλώνουν μέχρι και την ημέρα που θα συνταξιοδοτηθούμε.
Το νομοθετικό πλαίσιο των Ταμείων Προνοίας απέκτησε το δικό του ενδιαφέρον τον Φεβρουάριο του 2020 όταν στη νομοθεσία ενσωματώθηκαν οι πρόνοιες της Ευρωπαϊκής οδηγίας IORP II. Η συνέχεια δόθηκε με την πρόσφατη εκπλήρωση της νομικής υποχρέωσης για έκδοση των σχετικών εφαρμοστικών οδηγιών από τον Έφορο Ταμείων Προνοίας κατόπιν διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Τόσο η εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με το ευρωπαϊκό δίκαιο όσο και η έκδοση των οδηγιών από τον Έφορο, αποτελούν ένα σημαντικό βήμα προς την επίτευξη ενός από τους βασικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης: την αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων.
Τα ταμεία προνοίας ήταν ο παραδοσιακός τρόπος αποταμίευσης των συνταξιοδοτικών εισφορών. Η Κύπρος, παρά το μικρό της μέγεθος είχε εγγεγραμμένα πάνω από 1.300 ταμεία προνοίας ξεπερνώντας πολύ μεγαλύτερες χώρες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Pensions Europe, η χώρα μας βρίσκεται πίσω μόνο από την Ιρλανδία, τη Γαλλία και την Ισπανία σε απόλυτο αριθμό ταμείων.
Η μεγάλη πλειοψηφία των ταμείων στην Κύπρο, κυρίως αυτά με μικρό αριθμό μελών λειτουργούσαν ως απλά ταμιευτήρια έχοντας σαν επενδυτική πολιτική την φύλαξη των χρημάτων σε τρεχούμενους λογαριασμούς ή στην καλύτερη περίπτωση σε τραπεζογραμμάτια. Η κρίση του 2013 μας βρήκε ανοχύρωτους και το κούρεμα λάβωσε τα ταμεία προνοίας με ανεπανόρθωτο τρόπο. Πολλοί εργαζόμενοι χάνοντας μέχρι και τις μισές τους αποταμιεύσεις μέσα σε μια νύχτα, ψήφισαν τη διάλυση και ρευστοποίηση των ταμείων προνοίας τους σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν ότι απέμεινε σε αυτά. Το αποτέλεσμα ήταν πολλά από αυτά τα χρήματα να ξοδευτούν και χιλιάδες εργαζόμενοι να ξεκινήσουν ξανά να αποταμιεύουν για τη σύνταξη τους από μηδενικά υπόλοιπα.
Με την ενσωμάτωση στην κυπριακή νομοθεσία των σύγχρονων ρυθμιστικών απαιτήσεων της ευρωπαϊκής οδηγίας IORP II, επιχειρείται η αναβάθμιση της οργάνωσης και τρόπου λειτουργίας των ταμείων και η ενίσχυση της προστασίας των συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεων των εργαζομένων. Η αναθεωρημένη νομοθεσία εισάγει κανόνες για συνετή διαχείριση και διακυβέρνηση, κατάρτιση αρχών επενδυτικής πολιτικής, παροχή πληροφόρησης προς τα μέλη/δικαιούχους, λειτουργίες διαχείρισης κινδύνων και εσωτερικού ελέγχου και πολλά άλλα. Επιπλέον, έχει περιληφθεί πρόνοια η οποία απαγορεύει ρητά τη ρευστοποίηση των ταμείων προνοίας -εκτός εάν προκύψει πτώχευση του εργοδότη-, επιτρέποντας ωστόσο τη μεταφορά-συγχώνευση ενός ταμείου με άλλα ταμεία.
Οι νέοι κανόνες αυξάνουν το κόστος διαχείρισης των ταμείων προνοίας σε βαθμό που κρίνεται ασύμφορη η επιβίωση των μικρότερων. Μοναδική διέξοδος παραμένει η μεταφορά-συγχώνευση τους σε μεγάλα πολυεπιχειρησιακά ταμεία προνοίας ή σε συνταξιοδοτικά σχέδια κλάδου 7 τα οποία προσφέρονται από ασφαλιστικές εταιρείες. Οι δύο οδηγίες που εκδόθηκαν πρόσφατα από τον Έφορο Ταμείων Προνοίας ρυθμίζουν ακριβώς τις λεπτομέρειες της μεταφοράς-συγχώνευσης ενός ταμείου προνοίας σε άλλο ταμείο προνοίας ή σε ένα σχέδιο ασφαλιστικής εταιρείας κλάδου 7. Οι εργαζόμενοι, μέλη ενός μικρού ταμείου θα μπορούν πλέον μαζί με τον εργοδότη να αποφασίσουν τη μεταφορά του ταμείου προνοίας τους σε ένα εκ των δύο αναγνωρισμένων από το κράτος παρόχων, αποσκοπώντας μεταξύ άλλων, σε καλύτερες αποδόσεις, μεγαλύτερη ασφάλεια και καλύτερη εξυπηρέτηση.
Η ύπαρξη των δύο επιλογών στις μεταφορές ταμείων δεν μπορεί παρά να αποτελεί κέρδος για τον Κύπριο εργαζόμενο. Όπως συμβαίνει για χρόνια τώρα στο εξωτερικό, ο υγιής ανταγωνισμός στον τομέα αυξάνει τη ποιότητα και τη διαφάνεια και προσφέρει δυνατότητα επιλογής. Έχοντας διασφαλισμένες τις ίδιες φοροαπαλλαγές στις εισφορές, τα πολυεπιχειρισιακά ταμεία προνοίας και τα σχέδια κλάδου 7 των ασφαλιστικών εταιρειών θα ανταγωνιστούν με τον καλύτερο τρόπο για να προσελκύσουν τα μικρά ταμεία προνοίας τα οποία θα επιλέξουν να μεταφερθούν.
Με τις επιλογές να είναι πλέον ενώπιον μας, οφείλουμε οι εργαζόμενοι να αντιληφθούμε ότι η αξιοπρεπής διαβίωση μετά τη συνταξιοδότησή μας, δεν αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας ούτε και των παιδιών μας: Η υποχρέωση ανήκει αποκλειστικά σε εμάς που βρισκόμαστε στην ενεργό εργασία.
Η ασφαλιστική βιομηχανία, λειτουργώντας για χρόνια τώρα σε ένα πολύ ανταγωνιστικό και αυστηρά εποπτευόμενο περιβάλλον έχει τη δυνατότητα να προσφέρει μια πρώτης τάξης επιλογή για συνταξιοδοτική αποταμίευση. Η ανθρωποκεντρική προσέγγιση και ο επαγγελματισμός που αποτελούν βασικές αξίες στην ασφαλιστική βιομηχανία αντικατοπτρίζονται στα συνταξιοδοτικά σχέδια του κλάδου 7 που προσφέρονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Ο κάθε Κύπριος εργαζόμενος πολίτης δικαιωματικά πλέον μπορεί να επιλέξει μέσα σε ένα ελεύθερο και ανταγωνιστικό πεδίο το συνταξιοδοτικό σχέδιο που του ταιριάζει. Ανεξάρτητα από την τελική του επιλογή, ο αρχικός στόχος θα πρέπει πάντα να είναι ο ίδιος: η επαρκής αποταμίευση που θα δώσει τη δυνατότητα για μια αξιοπρεπή διαβίωση μετά τη συνταξιοδότηση.
*Γενικός Διευθυντής Συνδέσμου Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου (ΣΑΕΚ)