Η Wall Street βιώνει τον χειρότερο Απρίλιο από τη Μεγάλη Ύφεση και το δολάριο βυθίζεται

Ο Τραμπ απειλεί τον Πάουελ, οι αγορές απειλούν την Αμερική - Πώς φτάσαμε εδώ;

Στη Wall Street και τις αγορές συναλλάγματος και χρέους ο Απρίλιος του 2025 θα περάσει στην ιστορία ως ένας από τους πιο ταραχώδεις και σκοτεινούς.

Τόσο που οι αναλογίες πλέον με την πανδημία του Covid το 2020 ή την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008 να μοιάζουν «λίγες» να εξηγήσουν τι συμβαίνει και οι αναλυτές να ανατρέχουν ακόμη πιο πίσω, στον 20ο αιώνα, στις δεκαετίες του 1970 και του 1930.

Δεν υπερβάλλουν. Για τον Dow Jones ο τρέχων μήνας εξελίσσεται στον χειρότερο Απρίλιο από το 1932. Όσο για το δολάριο; Ενώ θα έπρεπε να ενισχύεται από το τσουνάμι των δασμών, αυτό κατρακυλά σε ναδίρ τριετίας. Ταυτόχρονα οι τιμές των αμερικανικών κρατικών ομολόγων υποχωρούν και οι αποδόσεις τους εκτινάσσονται — μια δυστοπική ένδειξη απώλειας εμπιστοσύνης στο ίδιο το αμερικανικό κράτος.

Τις τελευταίες αναταράξεις έχει πυροδοτήσει η ευθεία επίθεση του Ντόναλντ Τραμπ κατά του επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ. Με ανάρτηση που έκανε τη Δευτέρα, ο Πρόεδρος ζήτησε εκ νέου την “προληπτική” μείωση των επιτοκίων και αποκάλεσε τον Πάουελ «μεγάλο χαμένο» και «κύριο Πάρα Πολύ Αργά». Πάνω από όλα, όμως, άφησε να εννοηθεί — ξανά — ότι εξετάζει την απομάκρυνσή του.

Η αμφισβήτηση της ανεξαρτησίας της Fed - και οι αντιδράσεις

Για τις αγορές, αυτή η απειλή ξεπέρασε πλέον το όριο της ρητορικής. Ήδη από την Παρασκευή, ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Κέβιν Χάσετ, επιβεβαίωσε ότι η νομική ομάδα του Λευκού Οίκου εξετάζει το κατά πόσον είναι δυνατή η απόλυση του Πάουελ πριν από τη λήξη της θητείας του τον Μάιο του 2026. Και με το νέο ξέσπασμα Τραμπ τη Δευτέρα, οι φόβοι έγιναν χρηματιστηριακή πραγματικότητα.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα είναι το θεσμικό ανάχωμα των ΗΠΑ απέναντι στον πληθωρισμό και τις χρηματοοικονομικές κρίσεις.

Οποιαδήποτε πολιτικοποίησή της διαβρώνει τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η εμπιστοσύνη στο δολάριο και στα αμερικανικά assets.

«Ο Τραμπ μπορεί να νομίζει πως μπορεί να εκφοβίσει τους πάντες. Αλλά δεν μπορεί να εκβιάσει τον Άνταμ Σμιθ», σχολίασε δηκτικά στο editorial της η Wall Street Journal – εφημερίδα συντηρητική που δύσκολα θα μπορεί να κατηγορήσει ο Αμερικανός πρόεδρος για «liberal υστερία» και «αριστερή προπαγάνδα».

Μια αγορά χωρίς σταθερά σημεία αναφοράς

Η αντίδραση της Δευτέρας δεν είναι ένα μεμονωμένο επεισόδιο, αλλά μέρος μιας αλυσίδας κρίσεων εμπιστοσύνης. Το βασικό αφήγημα που στήριξε τη Wall Street στην πρώτη θητεία Τραμπ (αλλά και είχε πυροδοτήσει κύμα ευφορίας πριν και μετά την επανεκλογή του ) ήταν το ακόλουθο: φοροελαφρύνσεις, απορρύθμιση, προώθηση της επιχειρηματικότητας. Αυτό έχει πλέον διαβρωθεί από τον εμπορικό πόλεμο, την αβεβαιότητα των δασμών και τώρα την απειλή υπονόμευσης της Fed.

Η αγορά ομολόγων δεν λειτουργεί πλέον ως ασφαλές καταφύγιο. Οι αποδόσεις ανεβαίνουν επειδή οι επενδυτές πουλούν — και όχι επειδή αναμένουν ανάπτυξη. Αντί για  “flight to safety” (πτήση στην ασφάλεια) βλέπουμε “flight to nowhere” (πτήση στο πουθενά).

Το θεσμικό βάθος της κρίσης

Τι είναι αυτό που τρομάζει τόσο; Η ανεξαρτησία της Fed αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του αμερικανικού νομισματικού συστήματος. Αν αυτή κλονιστεί, τότε κλονίζεται και η δυνατότητα του κράτους να αντέξει μελλοντικά σοκ — είτε πρόκειται για πληθωρισμό, είτε για ύφεση, είτε για γεωπολιτικές κρίσεις.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης 2022–2023, η Fed κατάφερε να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, ακόμη και με υψηλό πολιτικό κόστος. Αυτή η ανεξαρτησία είναι τώρα στο στόχαστρο.

Όπως σημείωσε στο CNN ο οικονομολόγος Έρασμους Κέρστινγκ, «ο πειρασμός να τονώσει κανείς τεχνητά την οικονομία για πολιτικά οφέλη είναι διαρκής — και οι λαϊκιστές ηγέτες τον υποκύπτουν πάντα». Αν ο Τραμπ τολμήσει να επιβάλει Fed υπό πολιτικό έλεγχο, οι αγορές θα τιμωρήσουν όχι απλώς την πολιτική, αλλά τη χώρα.

Ορισμένοι αναλυτές προειδοποιούν ότι η σημερινή συγκυρία θυμίζει έντονα και τη δεκαετία του 1970: στασιμοπληθωρισμός, κρατική παρέμβαση στην οικονομία, πολιτικές κρίσεις. Αν ο Τραμπ επιχειρήσει να επιβάλει “παράλληλο” πρόεδρο της Fed, ή κάποιον σκιώδη σύμβουλο που θα υπονομεύει τον Πάουελ, τότε το χάσμα θεσμικής εμπιστοσύνης μπορεί να γίνει αγεφύρωτο.

Ακόμη πιο ακραίο είναι το σενάριο που φέρεται να εξετάζει ο σύμβουλος Στίβεν Μίραν: επιβολή τέλους (fee) στην απόδοση των αμερικανικών ομολόγων. Αυτό θα ισοδυναμούσε με μερική χρεοκοπία του κράτους και θα οδηγούσε σε απότομη εκτίναξη των αποδόσεων.

Τι απομένει;

Το μόνο βήμα αποκλιμάκωσης που αναγνωρίζουν σήμερα οι αγορές είναι η υποχώρηση των δασμών και η αποκατάσταση θεσμικής σταθερότητας στη Fed. Αντιθέτως, η συνέχιση της πίεσης προς τον Πάουελ — ή, ακόμη χειρότερα, μια απόπειρα αποπομπής του — θα ανοίξει τον δρόμο για αυτό που φοβούνται περισσότερο οι επενδυτές: έναν νέο κύκλο ύφεσης και πληθωρισμού, χωρίς σταθερό σημείο αναφοράς.

Η αγορά μίλησε. Μένει να φανεί αν ο Λευκός Οίκος θα ακούσει.

Πηγή: naftemporiki.gr

Διαβάστε επίσης: Αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά για τον χρυσό - Ξεπέρασε και το ορόσημο των $3.500

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ