Η μέχρι σήμερα πορεία της δικαστηριακής μεταρρύθμισης

Τα ορόσημα και η μεγάλη πρόκληση της εφαρμογής της Μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης.

Του Αχιλλέα Κ. Αιμιλιανίδη*

Η δικαστηριακή μεταρρύθμιση ή όπως είναι πιο γνωστή η «Μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης» είναι ένα μεγάλο ζήτημα του οποίου η συζήτηση κρατά αρκετά χρόνια εντός της κυπριακής κοινωνίας. Πιο κάτω παρατίθενται τα σημεία κλειδιά ή τα κομμάτια του παζλ που συνθέτουν το σύνολο της μεταρρύθμισης. Το ερώτημα που αιωρείται είναι το αν η προσπάθεια αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιτυχής και αν από τα λόγια μεταβήκαμε στις πράξεις. Επ’ αυτού αναφέρουμε στο τέλος του παρόντος κειμένου τις μεγάλες προκλήσεις της υλοποίησης της «Μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης».

Τα σημεία κλειδιά της «Μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης»

Η δικαστηριακή μεταρρύθμιση των τελευταίων ετών στηρίχθηκε στις πιο κάτω ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις:

• Επαναδιαχωρισμός του Ανώτατου Δικαστηρίου σε Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και Ανώτατο Δικαστήριο

Το κυπριακό Σύνταγμα προέβλεπε για δύο Ανώτατα Δικαστήρια, για ένα Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο που θα είχε δικαιοδοσία για θέματα Συνταγματικού και Διοικητικού Δικαίου και για Ανώτατο Δικαστήριο που θα λειτουργούσε ως Εφετείο για πολιτικές και ποινικές υποθέσεις. Μετά την αποχώρηση των δύο αλλοδαπών προέδρων των δύο Ανώτατων Δικαστηρίων, ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης Νόμος του 1964 τα ενοποίησε σε ένα ενιαίο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ασκούσε τις εξουσίες τόσο του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου, όσο και του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Αυτό το νέο Ανώτατο Δικαστήριο παρέμεινε σε λειτουργία σχεδόν για 60 χρόνια μέχρι την 1.7.2023 όταν τέθηκαν σε λειτουργία τα δύο νέα δικαστήρια. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο θα ασκεί τις εξουσίες Συνταγματικού Δικαστηρίου που προβλέπονται στο Σύνταγμα, καθώς και ως Τριτοβάθμιο Δικαστήριο σε υποθέσεις Διοικητικού Δικαίου, ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο ως Tριτοβάθμιο Δικαστήριο σε υποθέσεις Αστικού και Ποινικού Δικαίου. Η εκδίκαση σε τριτοβάθμιο επίπεδο όμως θα γίνεται μόνο κατόπιν αδείας, οπότε δεν θα είναι αυτόματο δικαίωμα όπως σε δεύτερο βαθμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις που μια έφεση κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική, θα μπορεί να εκδικάζεται απευθείας από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ή το Ανώτατο Δικαστήριο μετά από παραπομπή από το Εφετείο.

• Δημιουργία Εφετείου

Από 1.7.2023 δημιουργήθηκε ένα νέο δικαστήριο, το Εφετείο, που αποτελείται από 16 δικαστές και έχει δικαιοδοσία για όλες τις εφέσεις, πολιτικές, ποινικές, διοικητικές. Το νέο αυτό Εφετείο θα ασκεί ουσιαστικά το σύνολο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας, ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο και το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο θα ασκούν κυρίως τριτοβάθμια δικαιοδοσία. Παρά την ονομασία του, το Εφετείο δεν δικάζει εκ νέου την έφεση όπως συμβαίνει σε κάποιες δικαιοδοσίες άλλων κρατών, αλλά λειτουργεί κυρίως αναιρετικά, εκδικάζει δηλαδή τις υποθέσεις με βάση το πρακτικό του κατώτερου δικαστηρίου και κυρίως ως προς νομικά σημεία ή περιπτώσεις που υπήρξε εμφανώς εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας. Από την άποψη αυτή το Εφετείο δεν διαφέρει ιδιαίτερα σε σχέση με τις δικαιοδοσίες του για εκδίκαση των εφέσεων από το παλαιό Ανώτατο Δικαστήριο.

• Νέοι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας

Μετά από μια μακρά διαδικασία τέθηκαν σε ισχύ από 1.9.2023 οι νέοι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας, που αντικατέστησαν εξ ολοκλήρου τους προηγούμενους. Οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας αφορούν στη δικονομία, τη διαδικασία δηλαδή, με την οποία διεξάγονται οι πολιτικές δίκες, οι δίκες δηλαδή που αφορούν σε διαφορές ιδιωτικού δικαίου μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων, όπως διαφορές από συμβάσεις, από αδικοπραξίες (ατυχήματα, δυσφημίσεις κοκ), από ακίνητη ιδιοκτησία, από κληρονομική διαδοχή, εταιρικές υποθέσεις που χρειάζεται να εκδικαστούν από δικαστήριο κοκ. Οι νέοι Θεσμοί σε μεγάλο βαθμό αναπαράγουν αυτούσιο το κείμενο των αντίστοιχων αγγλικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και προσπαθούν να εισάγουν μεταρρυθμίσεις που είχαν γίνει πριν χρόνια στην Αγγλία, όπως την υποχρέωση να ακολουθούνται προδικαστηριακά πρωτόκολλα ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη έναρξη δικαστικών διαδικασιών όταν μπορεί να επιτευχθεί συμβιβασμός, η ενεργός διαχείριση των υποθέσεων από το Δικαστήριο, η ανάπτυξη κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ των διαδίκων και των δικηγόρων κοκ. Πολλές από τις διατάξεις των νέων Θεσμών δεν έχουν πάντως ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις από τα όσα ισχύουν μέχρι σήμερα.

• Απλοποίηση διαδικασιών στο Οικογενειακό Δίκαιο

Εντός του 2023 τέθηκαν σε ισχύ νέες μεταρρυθμίσεις στο Οικογενειακό Δίκαιο, με τις οποίες καταργήθηκαν τα Οικογενειακά Δικαστήρια Θρησκευτικών Ομάδων και δόθηκε ουσιαστικά δικαιοδοσία στα Οικογενειακά Δικαστήρια για σχεδόν όλες τις οικογενειακές διαφορές, προβλέφθηκε πως στις δίκες διαζυγίου η εκδίκαση θα μπορεί να γίνεται από ένα δικαστή αντί για τρεις που ίσχυε μέχρι σήμερα, καταργήθηκε το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο και πλέον οι εφέσεις στο πεδίο του οικογενειακού δικαίου θα εκδικάζονται και αυτές από το νεοσύστατο Εφετείο. Επίσης θα υπάρξει προσπάθεια ώστε ο ίδιος δικαστής να δικάζει όλες τις διαφορές Οικογενειακού Δικαίου των διαδίκων.

• Σύσταση Εμπορικού Δικαστηρίου/Ναυτοδικείου

Η σύσταση Εμπορικού Δικαστηρίου και Ναυτοδικείου έχει ψηφιστεί με νομοθεσία, αλλά δεν έχουν ακόμα τεθεί σε λειτουργία τα νέα αυτά Δικαστήρια. Πρόκειται για εξειδικευμένα δικαστήρια, κυρίως για μεγάλες εμπορικές υποθέσεις ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αυτές μέσα από την εκδίκασή τους από εξειδικευμένους δικαστές. Επίσης με μια αμφιλεγόμενη τροποποίηση δόθηκε η δυνατότητα να δικάζονται διαφορές και στην αγγλική γλώσσα όταν οι διάδικοι το επιθυμούν. Ως προς το Ναυτοδικείο σημειώνεται ότι τις υποθέσεις Ναυτοδικείου δίκαζε σε πρώτο βαθμό το Ανώτατο Δικαστήριο.

• Σύσταση Διοικητικού Δικαστηρίου

Σε αντίθεση με άλλες πτυχές της μεταρρύθμισης, η σύσταση Διοικητικού Δικαστηρίου έχει υλοποιηθεί εδώ και αρκετά χρόνια μια και το Διοικητικό Δικαστήριο συστάθηκε από το 2016. Προηγουμένως το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίκαζε τις υποθέσεις Διοικητικού Δικαίου και σε πρώτο βαθμό, ενώ με τη σύσταση Διοικητικού Δικαστηρίου διορίστηκαν εξειδικευμένοι δικαστές που ασχολούνται με το αντικείμενο αυτό. Ακολούθησε η σύσταση και Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ειδικά για προσφυγές αιτήσεων ασύλου και διεθνούς προστασίας, το οποίο έχει μεγάλο όγκο υποθέσεων και σε αντίθεση με το Διοικητικό Δικαστήριο εξετάζει, όχι μόνο τη νομιμότητα, αλλά και την ορθότητα των αποφάσεων της διοίκησης. Δεν δημιουργήθηκε αντίθετα ειδικό δικαστήριο για φορολογικές υποθέσεις, στις οποίες επίσης προβλεπόταν η δυνατότητα εκδίκασής τους ως προς την ουσία και όχι μόνο ως προς τη νομιμότητα.

• Διορισμοί δικαστών

Τέθηκε σε ισχύ ένα νέο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο. Αυτό συγκροτείται από τους δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου για τους διορισμούς νέου δικαστή Ανώτατου Δικαστηρίου και από τους δικαστές του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου για τους διορισμούς νέου δικαστή Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Συμμετέχουν επίσης ο γενικός εισαγγελέας, ο πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και δύο δικηγόροι, αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου. Τα νέα αυτά Γνωμοδοτικά Συμβούλια αποστέλλουν εισηγήσεις προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν την άσκηση της συνταγματικής του αρμοδιότητας για διορισμό νέου δικαστή στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Περαιτέρω στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο που έχει εξουσία για διορισμούς δικαστών άλλων από τα δύο ανώτερα δικαστήρια συμμετέχουν οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου, όπως και προηγουμένως, με δικαίωμα παρουσίας του γενικού εισαγγελέα, του προέδρου του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και δύο δικηγόρων, αλλά και πάλι χωρίς δικαίωμα ψήφου. Για πρώτη φορά θα υπάρχει δυνατότητα ένστασης κατά των αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο.

Το μεγάλο κεφάλαιο της Υλοποίησης

Όπως γίνεται αντιληπτό έχουν γίνει πολλές μεταρρυθμίσεις ταυτόχρονα. Η σύσταση Διοικητικού Δικαστηρίου, που είναι η μόνη που έχει υλοποιηθεί ουσιαστικά – με την έννοια να έχει πλέον λειτουργήσει και να μπορεί να τύχει αξιολόγησης – κρίνεται θετικά, εφόσον οι δικαστές του Διοικητικού Δικαστηρίου είναι εξειδικευμένοι και αυτό συμβάλλει στην ορθότερη απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης. Εντούτοις, ένας βασικός διακηρυγμένος στόχος που ήταν η ταχύτερη εκδίκαση των εφέσεων μετά τη μεταφορά του μεγάλου αριθμού διοικητικών υποθέσεων από το Ανώτατο Δικαστήριο στο νεοσύστατο Διοικητικό Δικαστήριο δεν επιτεύχθηκε στην πράξη.

Η δημιουργία του Εφετείου έχει σκοπό την ταχύτερη εκδίκαση των εφέσεων. Ουσιαστικά έχουν δημιουργηθεί τρία νέα δικαστήρια (Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, Ανώτατο Δικαστήριο, Εφετείο) για να αντικαταστήσουν το Ανώτατο Δικαστήριο, με σκοπό από τη μια να επιταχυνθεί η εκδίκαση των εφέσεων και από την άλλη να δημιουργηθούν Τριτοβάθμια Δικαστήρια και να μπορεί το Ανώτατο Δικαστήριο να ασκεί πιο αποτελεσματικά τις εξουσίες του για εποπτεία των κατώτερων δικαστηρίων. Κατά πόσο η μεταρρύθμιση ως προς αυτό το σημείο θα κριθεί ως επιτυχής, είναι ένα ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί στην πράξη μετά από κάποια χρόνια λειτουργίας των νέων δικαστηρίων.

Οι νέοι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας έχουν οπωσδήποτε δημιουργήσει αναταραχή, εφόσον τέθηκαν σε ισχύ εκατοντάδες σελίδες νέων διαδικασιών τις οποίες δεν γνώριζαν επαρκώς οι δικαστές, οι δικηγόροι και τα πρωτοκολλητεία. Η μεταρρύθμιση στην Αγγλία, η οποία υπήρξε πρότυπο, παρουσίασε σημαντικά προβλήματα, οπότε ο δρόμος είναι δύσβατος. Η αλλαγή κουλτούρας δικαστών, δικηγόρων και διαδίκων οπωσδήποτε δεν θα γίνει σε μια μέρα, ενώ στην Αγγλία σαφώς τα έξοδα των δικηγόρων είναι κατά πολύ υψηλότερα. Περαιτέρω, οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας δεν επιλύουν τα πρακτικά προβλήματα των δικαστηρίων που συμβάλλουν στις καθυστερήσεις (στεγαστικό, επαρκής αριθμός βοηθητικού προσωπικού στενογράφων), ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν χιλιάδες καθυστερημένες υποθέσεις τις οποίες καλούνται να χειριστούν οι νέοι δικαστές που διορίστηκαν μετά τον διορισμό της πλειονότητας των προέδρων Επαρχιακών Δικαστηρίων στο νεοσύστατο Εφετείο ή στα δύο Ανώτατα Δικαστήρια. Οι προσδοκίες εξάλλου ότι Θεσμοί εναλλακτικής επίλυσης διαφορών όπως η διαμεσολάβηση, θα τύχουν ευρείας αξιοποίησης, παραμένουν χαμηλές.

Οπωσδήποτε η υλοποίηση της μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης είναι εξαιρετικής σημασίας τόσο για το κράτος δικαίου, όσο και για την κυπριακή πολιτεία γενικότερα. Αν ο πολίτης δεν εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη, τότε δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ούτε η οικονομία, ενώ δεν λειτουργούν ούτε και οι Θεσμοί. Η μεταρρύθμιση επικεντρώθηκε κατά βάση στη δημιουργία νέων δικαστηρίων και στη θέσπιση νέων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, έργο που υλοποιήθηκε μετά από συλλογική προσπάθεια και με πολύ κόπο. Στο παρόν στάδιο η μεταρρύθμιση έχει ψηφιστεί και έχει τεθεί σε πορεία υλοποίησης, οπότε απομένει να δούμε αν θα επιφέρει μετρήσιμα αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια που να μεταβάλουν θετικά τη σημερινή κατάσταση.

*Καθηγητή Νομικής και κοσμήτορα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας

Διαβάστε επίσης: Α. Κουκκίδη - Προκοπίου: Κοινός στόχος η ταχεία και ποιοτική απονομή Δικαιοσύνης

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ