Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι των ευρωεκλογών – O ρόλος της ακροδεξιάς στις αποφάσεις της ΕΕ

Μεγάλης σημασίας για την εθνική πολιτική στα κράτη μέλη οι εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο - Η αλλαγή συσχετισμών θα μπορούσε να επηρεάσει τις πολιτικές για το κλίμα, τη μετανάστευση, τη διεύρυνση της ΕΕ, τον προϋπολογισμό και το κράτος δικαίου, εάν συνεργαστούν τα δεξιά κόμματα - Πολιτικός σεισμός στο Παρίσι, τριγμοί στο Βερολίνο, κυριαρχία Μελόνι

Μια σαφή μετατόπιση προς τα δεξιά δείχνουν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών καθώς όλες οι πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, μέχρι τους συντηρητικούς και την ακροδεξιά, καταγράφουν σημαντικά κέρδη, ενώ αντίθετα οι Πράσινοι, οι Φιλελεύθεροι, και η Αριστερά σημειώνουν πτώση, με τη μεγαλύτερη να καταγράφεται στους Φιλελεύθερους του «Renew Europe», καθώς καταποντίζονται, χάνοντας περισσότερες από 20 έδρες σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2019.

‘Ενα βασικό μήνυμα είναι ότι οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να έχουν μεγάλη σημασία για την εθνική πολιτική στα κράτη μέλη της ΕΕ. Στη Γαλλία, το απογοητευτικό αποτέλεσμα του κόμματος του Εμμανουέλ Μακρόν τον ώθησε να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές για τα τέλη Ιουλίου, μια ριψοκίνδυνη κίνηση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «πολιτική συμβίωση» με το κόμμα της Μαρίν Λε Πεν, ενώ στο Βέλγιο, ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ ντε Κροο ανακοίνωσε την παραίτησή του, μετά την κατακόρυφη πτώση του κόμματός του στις εκλογές. Στη Γερμανία, και τα τρία κόμματα του κυβερνώντος συνασπισμού έχουν υποστεί σημαντικές απώλειες και καθένα από αυτά πήρε λιγότερες ψήφους από το ακροδεξιό AfD, αποδυναμώνοντας τη θέση τους στο εσωτερικό ενόψει των ομοσπονδιακών εκλογών του επόμενου έτους. Στην Ουγγαρία, o Πέτερ Μάγκιαρ έχει αναδειχθεί σε σοβαρό αντίπαλο του Βίκτορ Όρμπαν, ενώ στην Πολωνία, για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία, ο Πολιτικός Συνασπισμός του Πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ κέρδισε το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» του Γιάροσλαβ Καζίνσκι εδραιώνοντας την ισχυρή θέση του Τουσκ στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι εδραίωσε τη θέση της και μετατρέπεται σε παράγοντα που θα μπορούσε να επηρεάσει τους συσχετισμούς εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Αυτή η αλλαγή συσχετισμών θα μπορούσε να επηρεάσει τις πολιτικές για το κλίμα, τη μετανάστευση, τη διεύρυνση της ΕΕ, τον προϋπολογισμό και το κράτος δικαίου, εάν συνεργαστούν τα δεξιά κόμματα. Άλλωστε τα λεγόμενα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα αποτελούν μέρος των εθνικών κυβερνήσεων σε οκτώ από τις 27 χώρες της ΕΕ (με επικεφαλής τις κυβερνήσεις στην Ουγγαρία και την Ιταλία ή αποτελούν μέρος του κυβερνώντος συνασπισμού στην Ολλανδία, τη Φινλανδία, τη Σλοβακία, την Τσεχία και την Κροατία, και παρέχοντας κοινοβουλευτική υποστήριξη στη Σουηδία), επηρεάζοντας τις προτεραιότητες της ΕΕ. Το αποτέλεσμα από την Αυστρία – όπου το Κόμμα της Ελευθερίας έλαβε τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων – μπορεί επίσης να προαναγγέλλει τη συμμετοχή της ακροδεξιάς στην επόμενη κυβέρνηση της χώρας, μετά τις εθνικές εκλογές που θα λάβουν χώρα μέσα στο 2024.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πάβελ Ζέρκα του κέντρου μελετών ECFR (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων), με δηλώσεις του στο newmoney, «οι μεγαλύτεροι χαμένοι αυτών των εκλογών είναι οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι και σε μικρότερο βαθμό η κεντροαριστερά και η Αριστερά. Αυτό αντικατοπτρίζει εγχώριες οπισθοδρομήσεις και όχι μείωση της δημοτικότητας των ιδανικών τους σε ευρύτερο επίπεδο, καθώς κόμματα όπως οι Πράσινοι στη Γερμανία, το LREM του Μακρόν στη Γαλλία και οι σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία και την Ισπανία, υπέστησαν μεγάλες απώλειες καθώς είτε κυβερνούν, είτε συγκυβερνούν.  Όμως, τουλάχιστον για την κεντροαριστερά, οι απώλειες τους σε ορισμένες χώρες έχουν αντισταθμιστεί από καλά αποτελέσματα σε κράτη – μέλη όπου δεν κυβερνούν – όπως στην  Ολλανδία, τη Σουηδία, την Πορτογαλία ή την Ιταλία. Το PSOE του Πέδρο Σάντσεθ θα γίνει το μεγαλύτερο εθνικό κόμμα στην πολιτική ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών, παρά το γεγονός ότι θα είναι δεύτερο στην Ισπανία».

Οι μεγαλύτεροι νικητές αυτών των εκλογών είναι οι δύο οικογένειες της ριζοσπαστικής δεξιάς (Ομάδα Ταυτότητας και Δημοκρατίας και Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές), καθώς και οι λεγόμενοι μη εγγεγραμμένοι βουλευτές, αυτοί δηλαδή που δεν ανήκουν σε καμία πολιτική ομάδα. Παρόλο που φαίνεται απίθανο να καταφέρουν να συνεργαστούν και να δημιουργήσουν ενδεχομένως τη δεύτερη μεγαλύτερη πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τόσο η Μαρίν Λεπέν όσο και η Τζόρτζια Μελόνι αναδεικνύονται σημαντικά ενισχυμένες.

Όμως η κυρία Λεπέν θα χρειαστεί να επιβεβαιώσει τη δύναμή της στις εθνικές βουλευτικές εκλογές αργότερα αυτόν τον μήνα. Εν τω μεταξύ, η Τζόρτζια Μελόνι με ισχυρή θέση του κόμματός της στο ΕΚ και ως ηγέτης της κυβέρνησης στην Ιταλία, θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της επόμενης ηγεσίας της ΕΕ και της στρατηγικής ατζέντας της ΕΕ. Μπορεί να εξισορροπήσει τη συνεργασία της τόσο με τη ριζοσπαστική δεξιά όσο και με την κεντροδεξιά σε διάφορα θέματα, καθιστώντας την κρίσιμη για την κατεύθυνση της ΕΕ τα επόμενα χρόνια.

Σύμφωνα με τον κ. Ζέρκα, η κεντροδεξιά της ΕΕ (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) είναι ο σιωπηλός νικητής, διατηρώντας τις έδρες της και παραμένει η μεγαλύτερη πολιτική ομάδα στο ΕΚ. Τα κεντροδεξιά κόμματα σημείωσαν σημαντικές εκλογικές νίκες στη Γερμανία, την Πολωνία, την Ισπανία και την Ελλάδα, και κέρδισαν και σε ορισμένα άλλα μικρότερα κράτη – μέλη. Ωστόσο, το ΕΛΚ εξακολουθεί να αντιμετωπίζει εσωτερικές διαφωνίες σχετικά με το εάν θα συνεργαστεί με τις πιο «εποικοδομητικές» δυνάμεις της ριζοσπαστικής δεξιάς της ΕΕ σε ζητήματα όπως το κλίμα, η μετανάστευση και η οικονομική πολιτική, ή με κεντρώες δυνάμεις (δηλαδή, κεντροαριστερές, φιλελεύθερους, και πιθανώς τους Πράσινους) για την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικής δεξιάς. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ζέρκα, «το πιο ενδιαφέρον ζήτημα που πρέπει να παρακολουθήσετε τις επόμενες εβδομάδες είναι η επίδραση που θα μπορούσαν να έχουν αυτές οι εκλογές στις σημαντικές αποφάσεις της ΕΕ – συμπεριλαμβανομένης όχι μόνο της σύνθεσης της επόμενης ηγεσίας της ΕΕ αλλά και της έναρξης των ενταξιακών συνομιλιών στην ΕΕ με την Ουκρανία (η οποία αναμενόταν να αποφασιστεί στην Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα τέλη Ιουνίου). Θα πρέπει επίσης να αναζητήσουμε προσπάθειες συνεργασίας μεταξύ των εκπροσώπων της ακροδεξιάς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με επικεφαλής τη Μαρίν Λεπέν.

Το μεγαλύτερο άγνωστο είναι η σύνθεση της επόμενης ηγεσίας της ΕΕ. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν εξακολουθεί να είναι το φαβορί για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Θα πρέπει να λάβει αρκετές ψήφους ευρωβουλευτών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – αλλά, σε ένα ασταθές πολιτικό κλίμα που προκύπτει από αυτές τις εκλογές, θα μπορούσε να χάσει την υποστήριξη ορισμένων πρωτευουσών, καθιστώντας την επανεκλογή της αβέβαιη.

Ο Αντόνιο Κόστα από την Πορτογαλία και η Κάγια Κάλλας από την Εσθονία παραμένουν οι κύριοι υποψήφιοι για τους ρόλους του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ύπατου Εκπροσώπου για τις Εξωτερικές Υποθέσεις, αλλά έχουν πολύ δρόμο να διανύσουν για να καταφέρουν να εκλεγούν. Παρά την παραδοσιακή κατανομή της ηγεσίας των τριών θεσμών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) μεταξύ των κεντροδεξιών, κεντροαριστερών και φιλελεύθερων, η μεγάλη πτώση του Renew αποδυναμώνει την υποψηφιότητα της Κάγια Κάλλας, ενώ η καθαρή νίκη του Ντόναλντ Τουσκ στην Πολωνία και της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία, τους έφερε σε θέση να διεκδικήσουν μερίδιο στην ηγεσία του πυρήνα της ΕΕ. Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με τις πρόωρες εκλογές στη Γαλλία, θα μπορούσαν ενδεχομένως να καθυστερήσουν τις αποφάσεις μέχρι τις αρχές του φθινοπώρου και να ανοίξουν το πεδίο σε νέους υποψηφίους για τις κορυφαίες θέσεις στην ηγεσία της ΕΕ.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Ευρωεκλογές: Σε αυτή την επαρχία ο Φειδίας βγήκε πρώτο «κόμμα»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ