Capital Economics: Οι 4 κίνδυνοι που πραγματικά μετράνε για το 2026

Δεν είναι μία λίστα τρόμου, αλλά ουσιαστικοί παράγοντες ρίσκου - Κορυφαία ανησυχία όλων η εκρηκτική ανάπτυξη της αγοράς private credit (ιδιωτικών πιστώσεων)

Οι οικονομολόγοι συχνά απαριθμούν κάθε πιθανή απειλή, από χρέη και τραπεζικές κρίσεις μέχρι γεωπολιτικά σοκ – περισσότερο ως disclaimer παρά ως ανάλυση. Η ουσία όμως βρίσκεται αλλού: ποιοι είναι οι κίνδυνοι που όντως μπορούν να αναγκάσουν μια πλήρη αναθεώρηση του βασικού μακροοικονομικού σεναρίου για το 2026;

Το νέο report του Neil Shearing από την Capital Economics ξεχωρίζει εκείνους που έχουν πραγματική δύναμη ανατροπής. Παραδοσιακά, τα μεγάλα μακροοικονομικά σοκ ξεκινούν από το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

1. Χρηματοοικονομικά σοκ

Οι τράπεζες εμφανίζονται σήμερα πιο καλά κεφαλαιοποιημένες και λιγότερο μοχλευμένες σε σχέση με πριν από προηγούμενες κρίσεις. Αυτό δεν τις καθιστά άτρωτες, αλλά τις κάνει λιγότερο προφανή αφετηρία ενός συστημικού επεισοδίου.

Αν κάπου βρίσκεται η πραγματική εστία ανησυχίας, είναι στο ιδιωτικό χρέος. «Ο πραγματικός κίνδυνος εντοπίζεται στη σκιά: στην εκρηκτική ανάπτυξη της αγοράς private credit και των σχετικών δομών, που παραμένουν ελάχιστα εποπτευόμενες. Ο συνδυασμός μόχλευσης και χαμηλής ρευστότητας σπάνια αποδεικνύεται ανώδυνος όταν η ανάπτυξη επιβραδύνεται. Ωστόσο, μόνο μια κρίση αρκετά μεγάλη ώστε να “μολύνει” το ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα είχε ουσιαστική μακροοικονομική σημασία. Η κατάρρευση ενός μεμονωμένου fund δεν είναι σοβαρό εμπόδιο. Το πάγωμα της πίστωσης είναι», γράφει ο Neil Sheiring.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics δεν είναι ο μόνος που το βλέπει. Η έκρηξη του συγκεκριμένου κλάδου τα τελευταία χρόνια έχει μεταμορφώσει έναν χώρο που κάποτε απευθυνόταν αποκλειστικά σε μεσαίες επιχειρήσεις σε έναν παράλληλο μηχανισμό χρηματοδότησης που πλέον μοιάζει όλο και περισσότερο με τη δημόσια αγορά ομολόγων.

α) Οι γραμμές μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών αγορών θολώνουν

Όπως σημειώνει το CNBC, το private credit έχει επεκταθεί σε βαθμό που καθρεφτίζει σχεδόν κάθε τμήμα των δημόσιων αγορών σταθερού εισοδήματος: από δάνεια επενδυτικής διαβάθμισης και ομόλογα υψηλού ρίσκου έως χρηματοδοτήσεις εγγυημένες με ενεργητικό (asset backed), real estate και υποδομές.

Με το υπό διαχείριση ενεργητικό του κλάδου να αναμένεται να σκαρφαλώσει στα 5 τρισ. δολάρια έως το 2029 (από περίπου 3 τρισ. στις αρχές του 2025), σύμφωνα με έκθεση της Morgan Stanley, ο κλάδος πλησιάζει ήδη σε μέγεθος την αγορά των δημοσίων ομολόγων υψηλής απόδοσης.

Η Emily Bannister, credit portfolio manager στη Wellington Management, συνοψίζει αυτή τη μετάλλαξη ως εξής: «Στον χρόνο που έρχεται, περιμένουμε το private credit να μοιάζει ολοένα και περισσότερο με τις δημόσιες αγορές ομολόγων… οι γραμμές μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών αγορών θολώνουν».

Η σύγκλιση καταγράφεται παντού: στη χρηματοδότηση εμπορικών ακινήτων, data centers, ακόμη και σε μεγάλα κοινοπρακτικά δάνεια, όπου πλέον οι όροι και οι τιμολογήσεις συγκλίνουν. Όπως λέει η Danielle Poli της Oaktree Capital, οι δύο αγορές κινούνται προς μια «συμβιωτική συνύπαρξη».

Τι τροφοδοτεί αυτή την επέκταση;

  • η υποχώρηση των τραπεζών από συγκεκριμένες κατηγορίες δανεισμού
  • η αναζήτηση «κομμένου και ραμμένου» κεφαλαίου από πλευράς επιχειρήσεων
  • η δίψα των επενδυτών για υψηλότερες αποδόσεις
  • οι τεράστιες δεξαμενές κεφαλαίων που συγκεντρώθηκαν όταν τα επιτόκια ήταν κοντά στο μηδέν (2020–2021)

Το αποτέλεσμα; Ο μέσος όρος δανείων από private lenders ξεπέρασε γρήγορα τα 75 εκατ. δολάρια και πλέον πολυεθνικές εταιρείες αντλούν δισεκατομμύρια μέσω private credit, καθιστώντας τις δύο αγορές πρακτικά εναλλακτικές επιλογές χρηματοδότησης.

Αυτή η ταχύτατη συσσώρευση κεφαλαίων όμως δημιουργεί και ανησυχίες. Το πρόσφατο «φιάσκο» της First Brands, η οποία αθέτησε πληρωμές άνω του 1,5 δισ. δολαρίων σε ιδιωτικά δάνεια λόγω ξαφνικής κρίσης ρευστότητας, λειτούργησε ως καμπανάκι: η πραγματική εικόνα των θεμελιωδών μεγεθών συχνά δεν είναι ορατή στους δανειστές.

β) Απότομη διόρθωση στα χρηματιστήρια

Έτερος πιθανός κίνδυνος: μια απότομη διόρθωση στα χρηματιστήρια. Μετά από πολυετή ράλι και αποτιμήσεις που αγγίζουν επίπεδα dotcom, λίγες αστοχίες στα εταιρικά κέρδη θα αρκούσαν για αλλαγή κλίματος, προειδοποιεί η Capital Economics.

Ωστόσο, η πραγματική επίπτωση μιας διόρθωσης στην οικονομική δραστηριότητα είναι συχνά υπερτιμημένη: μια πτώση 10% στις μετοχές αφαιρεί συνήθως μόλις μερικά δέκατα της μονάδας από το ΑΕΠ. Η αγορά μπορεί να αντιδρά σαν η διόρθωση να είναι γεγονός από μόνη της. H οικονομία, όμως, όχι.

2. Μπορεί ο πληθωρισμός να επιστρέψει;

Οι αγορές (και η Capital Economics) προεξοφλούν σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και μείωση επιτοκίων το 2026. Αλλά τα τελευταία χρόνια απέδειξαν ότι η συμπεριφορά των τιμών δεν είναι ποτέ δεδομένη.

Σενάριο κινδύνου είναι η επιμονή μεγαλύτερης της αναμενόμενης ζήτησης – που θα δυσκολέψει τις κεντρικές τράπεζες αλλά δεν θα πλήξει δραματικά την ανάπτυξη. Πολύ πιο προβληματική θα ήταν νέα διαταραχή στην προσφορά, από εμπόριο ή ενέργεια, ή μια μετατόπιση των πληθωριστικών προσδοκιών που θα κρατούσε τους μισθούς και τον πυρήνα του πληθωρισμού «κολλημένους» ψηλά.

Σε αυτό το σενάριο, η νομισματική πολιτική θα έμενε αυστηρή ακόμη και αν η δραστηριότητα εξασθενούσε – κάτι που αλλάζει ολόκληρο το περιβάλλον για τις αγορές.

3. Η «καρδιά» του ρίσκου: η αγορά εργασίας των ΗΠΑ

Ο Shearing τονίζει ότι ο πιο σημαντικός καθοδικός κίνδυνος δεν είναι ο πληθωρισμός, αλλά η αμερικανική ανάπτυξη. Η ανοδική τους πρόβλεψη για το 2026 στηρίζεται σε δύο υποθέσεις:

  • η παραγωγικότητα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει,
  • η επιβράδυνση της απασχόλησης δεν θα μεταφραστεί σε απότομη πτώση της κατανάλωσης.

Αν η παραγωγικότητα διαψεύσει τις προσδοκίες και η αγορά εργασίας χάσει ταχύτητα, τότε μπορεί να ξεκινήσει ένας αυτοτροφοδοτούμενος κύκλος: λιγότερες προσλήψεις → χαμηλότερη κατανάλωση → νέες μειώσεις στην απασχόληση.

Για μια οικονομία τόσο κρίσιμη για τις παγκόσμιες προοπτικές όσο οι ΗΠΑ, αυτός είναι ο σημαντικότερος παράγοντας πίεσης.

4. Το πολιτικό ρίσκο «μετράει» όταν συναντά τη δημοσιονομική αξιοπιστία

Οι αγορές ομολόγων δεν ανησυχούν τόσο για το μείγμα φόρων και δαπανών, αλλά για το αν υπάρχει αξιόπιστος περιορισμός στις δημοσιονομικές αποφάσεις. Το Ηνωμένο Βασίλειο το έμαθε με οδυνηρό τρόπο.

Σε μια εποχή υψηλού δημόσιου χρέους και αυξανόμενου κόστους εξυπηρέτησης, η δημοσιονομική αξιοπιστία είναι το «συγκολλητικό υλικό» που κρατά τις αγορές ήρεμες. Πολιτικές εξελίξεις που δημιουργούν αμφιβολία μπορούν να οδηγήσουν σε sell-off, αύξηση των αποδόσεων και τελικά σε πιο σφιχτές χρηματοδοτικές συνθήκες.

Πιθανοί «πυροκροτητές» μέσα στους επόμενους 12 μήνες:

  • οι γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2027
  • πιθανή αλλαγή κυβέρνησης στο Ηνωμένο Βασίλειο
  • ενδεχόμενη ακύρωση των δασμών από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, που θα ανάγκαζε την κυβέρνηση Τραμπ να επιστρέψει έσοδα σε εισαγωγείς, δημιουργώντας μια σημαντική δημοσιονομική τρύπα.

Σημαντικό επίσης το ρίσκο για τη νομισματική αξιοπιστία στις ΗΠΑ: η αντικατάσταση του Jerome Powell, και η πιθανή επικύρωση από το Supreme Court της απόφασης απομάκρυνσης της Lisa Cook, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυξημένη πολιτικοποίηση της Fed. Αυτό πιθανώς θα πίεζε ανοδικά τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις ομολόγων και θα επηρέαζε αρνητικά την οικονομία και τις αγορές.

Κανένα από αυτά τα σενάρια δεν λειτουργεί σε «κενό». Η υλοποίηση ενός μπορεί να ενεργοποιήσει άλλους μηχανισμούς και να δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, επιδεινώνοντας τις αδυναμίες του συστήματος.

Και όμως, υπάρχει και το θετικό σενάριο

Οι οικονομολόγοι έχουν τάση στη μελαγχολία, αλλά τις περισσότερες φορές οι οικονομίες τα καταφέρνουν καλύτερα από τις προβλέψεις.

Η πιο ενδιαφέρουσα θετική έκπληξη για το 2026 θα ήταν η διαπίστωση ότι η πρόσφατη άνοδος της αμερικανικής παραγωγικότητας είναι προάγγελος ενός πιο διαρκούς, διεθνούς productivity boom, που θα τροφοδοτηθεί από την ταχύτατη διάδοση της τεχνητής νοημοσύνης.

Δεν είναι το βασικό σενάριο της Capital Economics, αλλά είναι από τις λίγες «ευχάριστες» ανατροπές που όντως αλλάζουν το παιχνίδι για τις αγορές και την παγκόσμια οικονομία.

Πηγή: naftemporiki.gr

Διαβάστε επίσης: Ο χειμώνας που άλλαξε τον κόσμο: Όταν μια αύξηση 60% πάγωσε τον πλανήτη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ