Διχασμένοι εξακολουθούν να εμφανίζονται σε μπαράζ δηλώσεων τους κορυφαίοι αξιωματούχοι της Federal Reserve αναφορικά με τα επόμενα βήματα που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα, σε μια περίοδο που η απουσία επίσημων οικονομικών στοιχείων λόγω του κυβερνητικού λουκέτου εντείνει την αβεβαιότητα.
Σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Στίβεν Μίραν, ο οποίος διορίστηκε πρόσφατα από τον Ντόναλντ Τραμπ στο ΔΣ της Fed, επανέλαβε την άποψή του υπέρ μεγαλύτερων μειώσεων επιτοκίων, υποστηρίζοντας ότι η άνοδος των χρηματιστηρίων και των εταιρικών ομολόγων δεν σημαίνει πως η πολιτική της Fed είναι υπερβολικά χαλαρή.
«Οι χρηματοπιστωτικές αγορές επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, όχι μόνο από τη νομισματική πολιτική», δήλωσε ο Μίραν, ο οποίος μέχρι πρότινος ήταν οικονομικός σύμβουλος στον Λευκό Οίκο. Εξήγησε δε, ότι διαφώνησε με την απόφαση της Fed την περασμένη εβδομάδα να μειώσει τα επιτόκια μόνο κατά 0,25 μονάδες, καθώς εκείνος υποστήριξε μείωση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα.
Ο Μίραν σημείωσε ότι η άνοδος των μετοχών ή οι στενές διαφορές αποδόσεων στα εταιρικά ομόλογα «δεν αποδεικνύουν» απαραίτητα ότι η νομισματική πολιτική είναι χαλαρή, ειδικά όταν τομείς όπως η στεγαστική αγορά παραμένουν υποτονικοί και μέρη της ιδιωτικής αγοράς πιστώσεων δέχονται πιέσεις. «Η πολιτική της Fed εξακολουθεί να είναι υπερβολικά περιοριστική και αυξάνει τον κίνδυνο ύφεσης», προειδοποίησε.
Ο Γκουλσμπι προειδοποιεί για κίνδυνο πληθωρισμού
Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος της Fed του Σικάγου, Όστιν Γκούλσμπι, δήλωσε στο Yahoo Finance ότι παραμένει επιφυλακτικός για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, όσο ο πληθωρισμός παραμένει σημαντικά πάνω από τον στόχο του 2% και αναμένεται να επιταχυνθεί το υπόλοιπο του 2025. Κι αυτό παρά την αποδυνάμωση της αγοράς εργασίας.
Αν και ο Γκούλσμπι υποστήριξε την πρόσφατη μείωση επιτοκίων, τόνισε πως «δεν έχω λάβει ακόμη απόφαση για τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου. Είμαι ανήσυχος για την πλευρά του πληθωρισμού, καθώς βλέπουμε τον δείκτη πάνω από τον στόχο για τέσσερα και πλέον χρόνια και να κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση».
Σε συμβιβαστική γραμμή η Ντάλι
Σε αντίθεση με τον συνάδελφο της, η συνήθως μετριοπαθής Μερι Ντάλι, επικεφαλής της περιφερειακής Fed του Σαν Φρανσίσκο, τόνισε από την πλευρά της ότι το συμβούλιο πρέπει να «διατηρήσει ανοιχτό μυαλό» σχετικά με το ενδεχόμενο μιας νέας μείωσης των επιτοκίων στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου.
Σε ομιλία της στην Φλόριντα, η Ντάλι ανέφερε ότι συμφωνεί με την απόφαση της περασμένης εβδομάδας να μειωθεί το βασικό επιτόκιο κατά 25 μονάδες βάσης για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, χαρακτηρίζοντάς τη «κατάλληλη κίνηση».
Από εκεί και πέρα, όμως, αναγνώρισε το δίλημμα που καλείται να διαχειριστεί το συμβούλιο ανάμεσα στους δύο βασικούς στόχους της κεντρικής τράπεζας: από τη μία πρέπει να συνεχίσει να πιέζει προς τα κάτω τον πληθωρισμό, ο οποίος παραμένει πάνω από τον στόχο του 2%, και από την άλλη να στηρίξει την αγορά εργασίας, ώστε οι πολίτες να ανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη που διαβρώθηκε τα προηγούμενα χρόνια από τον υψηλό πληθωρισμό.
«Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αξιολογούμε τις εισερχόμενες πληροφορίες, να διατηρούμε ανοιχτό μυαλό και να παίρνουμε την απόφαση που εξισορροπεί τους κινδύνους, εξασφαλίζοντας ότι η οικονομία μπορεί να συνεχίσει ομαλά την πορεία της προς μια “ήπια προσγείωση”», δήλωσε η Ντέιλι.
Λίζα Κουκ: «Καμία απόφαση δεν είναι προδιαγεγραμμένη»
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολούθησαν οι επενδυτές και την πρώτη ομιλία της Λίζα Κουκ, μετά την αποτυχία του Ντόναλντ Τραμπ να την απομακρύνει από το Δ.Σ. της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.
Μιλώντας στο Ινστιτούτο Brookings στην Ουάσιγκτον, η Κουκ ακολούθησε την γραμμή του Τζερόμ Πάουελ ξεκαθαρίζοντας ότι μια νέα μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο «κάθε άλλο παρά βέβαιη είναι», υπογραμμίζοντας ότι η νομισματική πολιτική δεν ακολουθεί «προκαθορισμένη πορεία».
«Η διατήρηση των επιτοκίων σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα αυξάνει τον κίνδυνο απότομης επιδείνωσης της αγοράς εργασίας. Αντίθετα, η υπερβολική μείωση θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει τις πληθωριστικές προσδοκίες» εξήγησε χαρακτηριστικά.
Σημειωτέον πως η Κουκ, η πρώτη Αφροαμερικανίδα γυναίκα που υπηρέτησε ποτέ στο διοικητικό συμβούλιο της Fed, δεν είχε πραγματοποιήσει δημόσια ομιλία από τα μέσα Ιουλίου, λίγο πριν ο Ντόναλντ Τραμπ, ανακοινώσει την πρόθεσή του να την αποπέμψει από τη θέση της, επικαλούμενος κατηγορίες για τραπεζική απάτη, τις οποίες η ίδια αρνείται κατηγορηματικά. Τελικά μετά από σκληρές δικαστικές μάχες η αποπομπή της πάγωσε, επιτρέποντας για την ώρα να ασκεί κανονικά τα καθήκοντα της.
Βαθιά διχογνωμία
Οι τοποθετήσεις των αξιωματούχων αναδεικνύουν τη βαθιά διχογνωμία που επικράτησε στη συνεδρίαση της Fed στις 29-30 Οκτωβρίου, όταν η επιτροπή αποφάσισε με ψήφους 10 υπέρ και 2 κατά να εγκρίνει τη δεύτερη μείωση των επιτοκίων για φέτος, διαμορφώνοντας το εύρος στο 3,75%-4,00%. Ήταν μόλις η τρίτη φορά από το 1990 που υπήρξε τόσο σαφής διάσταση απόψεων, με ορισμένα μέλη να ζητούν περισσότερη χαλάρωση και άλλα πιο περιοριστική στάση.
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, αναγνώρισε στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση ότι υπάρχουν «έντονες διαφωνίες για το πώς πρέπει να προχωρήσουμε», σημειώνοντας πως στη συνεδρίαση της 9-10 Δεκεμβρίου οι απόψεις αναμένεται να διαφοροποιηθούν ακόμη περισσότερο. Τόνισε μάλιστα ότι «μια νέα μείωση επιτοκίων δεν είναι καθόλου δεδομένη, αλλά το αντίθετο».
Ο Σμιντ επιμένει στη συγκράτηση του πληθωρισμού
Ο πρόεδρος της Fed του Κάνσας Σίτι, Τζέφρι Σμιντ, ο οποίος ήταν το μέλος που διαφώνησε με την άποψη της πλειοψηφίας ζητώντας να μην υπάρξει καθόλου μείωση επιτοκίων, παρουσίασε την Παρασκευή τη θέση του υπέρ της διατήρησης του κέντρου βάρους στην καταπολέμηση του πληθωρισμού.
«Οι χρηματοπιστωτικές αγορές εμφανίζονται ιδιαίτερα εύκολες βάσει πολλών δεικτών. Οι μετοχές βρίσκονται κοντά σε ιστορικά υψηλά, τα spreads των εταιρικών ομολόγων είναι πολύ στενά και η έκδοση υψηλής απόδοσης αυξημένη. Τίποτα από αυτά δεν δείχνει ότι οι συνθήκες είναι περιοριστικές», ανέφερε ο Σμιντ.
Απαντώντας ειδικά στα επιχειρήματα του Σμιντ, ο Μίραν υπογράμμισε ότι αυτά παραβλέπουν τα σημάδια πίεσης σε άλλα τμήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη στασιμότητα στη στεγαστική αγορά. Πρόσθεσε επίσης ότι οι δημογραφικές μεταβολές και άλλοι παράγοντες έχουν χαμηλώσει τα θεμελιώδη επιτόκια, κάτι που σημαίνει πως «η πολιτική έχει παθητικά γίνει πιο αυστηρή», παρά τις μειώσεις που έχουν ήδη γίνει.
«Η Fed πρέπει να συνεχίσει να μειώνει τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα κάθε φορά, μέχρι να φτάσει σε ένα “ουδέτερο” επίπεδο, το οποίο βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από το σημερινό», κατέληξε ο Μίραν.
Πάντως, οι διαφωνίες στους κόλπους της Fed δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστη την αγορά. Είναι χαρακτηριστικό πως πλέον οι traders προεξοφλούν νέα μείωση επιτοκίων στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου μόλις σε ποσοστό 68%, όταν μία εβδομάδα νωρίτερα και πριν το επιφυλακτικό σήμα Πάουελ θεωρούσαν δεδομένο ότι θα ακολουθήσει και τρίτη περικοπή.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Πού θα καταλήξει η φρενίτιδα επενδύσεων στην AI;

