Πώς η κρίση στη Μέση Ανατολή επηρεάζει την παγκόσμια οικονομία

Η παγκόσμια αγορά είναι ακόμη νωπή στη μνήμη της ενεργειακής κρίσης του 2021-2022 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, την κρίση στην πετρελαϊκή αγορά του 1973 και τους πρόσφατους πολέμους στο Ιράκ, όμως η τωρινή κρίση είναι διαφορετική.

Του Βρασίδα Νεοφύτου, Υπεύθυνου Επενδυτικής Έρευνας στην Exclusive Capital

Η νέα άνοδος στις τιμές του πετρελαίου κοντά στα $90 το βαρέλι λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων στη Μέση Ανατολή και των περικοπών προσφοράς από το ΟΠΕΚ, θα μπορούσε να εμποδίσει τις προσπάθειες συγκράτησης του επίμονου πληθωρισμού, να καθυστερήσει τη μείωση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες και να θολώσει το τοπίο για την παγκόσμια οικονομία.

Η ένταση μεταξύ του Ισραήλ και Ιράν στην πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου Μέση Ανατολή, στα μέσα Απριλίου, ανέβασε τις τιμές πετρελαίου στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων μηνών, καθώς οι επενδυτές ενσωμάτωσαν ένα γεωπολιτικό ασφάλιστρο κινδύνου αξίας $5-$10 το βαρέλι στις τιμές πετρελαίου, καθώς κινδύνευε η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.

Η έκταση της έντασης στην περιοχή θα δώσει και τα ανάλογα σήματα για την αντίδραση της αγοράς, με μια γρήγορη αποκλιμάκωση να περιορίζει τις πιστωτικές επιπτώσεις και να ρίχνει το πετρέλαιο, ενώ μια ευρύτερη στρατιωτική ανάφλεξη στην περιοχή να θέτει σε κίνδυνο την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, που θα πιέσει ανοδικά τον πληθωρισμό.

Η παγκόσμια αγορά έχει ακόμη νωπή στη μνήμη την ενεργειακή κρίση του 2021-2022 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, την κρίση στην πετρελαϊκή αγορά του 1973 και τους πρόσφατους πολέμους στο Ιράκ, όμως η τωρινή κρίση είναι διαφορετική καθώς το Ιράν μπορεί να απειλεί, αλλά θα του είναι πολύ δύσκολο να κλείσει τις ναυτικές οδούς στη Μέση Ανατολή.

Αυξάνονται οι κίνδυνοι για τα ναυτικά περάσματα στη Μέση Ανατολή: Πετρέλαιο και LNG:

Η κάθε νέα άνοδος στις τιμές του πετρελαίου λόγω εντάσεων στη Μέση Ανατολή δεν είναι η μόνη ανησυχία για την παγκόσμια αγορά, καθώς οι οικονομολόγοι ανησυχούν επίσης για την πορεία της Ναυτιλίας και της εφοδιαστικής αλυσίδας που θα έχει σημαντικό οικονομικό κόστος.

Μια ευρύτερη κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή θα έβαζε σε κίνδυνο την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα πολύ σημαντικά Στενά του Ορμούζ στον Περσικό Κόλπο, στα Στενά του Μπαμπ ελ-Μαντέμπ της Υεμένης, που συνδέει τον Ινδικό Ωκεανό (Κόλπος του Άντεν) με την Ερυθρά Θάλασσα και της Διώρυγας του Σουέζ στην Αίγυπτο, που ενώνει την Ερυθρά Θάλασσα με τη Μεσόγειο.

Εάν αυτά τα στρατηγικά και κομβικά σημεία για το παγκόσμιο ναυτικό εμπόριο κλείσουν ή θεωρηθούν υψηλού κινδύνου, θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο εμπόριο ενέργειας, στις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου και να αυξήσει τα ναύλα στα εμπορευματοκιβώτια.

Στην περίπτωση του Περσικού Κόλπου, εάν το Ιράν κλείσει ή επιδιώξει να επηρεάσει την κυκλοφορία μέσω του Στενού του Ορμούζ, το οποίο ελέγχεται από το Ιράν και Ομάν, θα μπορούσε να επηρεαστεί περίπου το 20% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου πετρελαίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) το οποίο διακινείται μέσω αυτού του περάσματος.

Από τα Στενά του Ορμούζ περνάνε καθημερινά όλες σχεδόν οι εξαγωγές πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία, Ιράκ, Ιράν, Κουβέιτ, Κατάρ και Μπαχρέιν, συνολικής ποσότητας 19 εκατ. βαρελιών την ημέρα ή το 19% της παγκόσμιας κατανάλωσης αργού πετρελαίου.

Το μεγάλο πρόβλημα στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού είναι ότι υπάρχουν περιορισμένα περιθώρια για την αναδρομολόγηση αυτού του πετρελαίου από τον Περσικό Κόλπο. Υπάρχουν μόνο δυο αγωγοί, μέσω κυρίως του αγωγού Ανατολής-Δύσης της Σαουδικής Αραβίας προς το Yanbu (Ερυθρά Θάλασσα) και τον αγωγό Κιρκούκ-Τσεϊχάν του κουρδικού Ιράκ προς τα παράλια της Τουρκίας στη Μεσόγειο.

Όσον αφορά την προμήθεια φυσικού αερίου, το κλείσιμο των στενών θα θέσει υπό αμφισβήτηση τη θέση του Κατάρ στην παγκόσμια αγορά του LNG, με ευρύτερες επιπτώσεις στις παγκόσμιες προμήθειες LNG και στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, κυρίως της Ευρώπης και Άπω Ανατολής.

Παρόλα αυτά, η κλιμάκωση της κρίσης στη Μέση Ανατολή δεν συνεπάγεται και κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, καθώς τα στενά ουδέποτε έκλεισαν παρά τις πολλές γεωπολιτικές και πολεμικές κρίσεις που καταγράφηκαν στην περιοχή τα τελευταία 50 χρόνια.

Για την ιστορία, τα Στενά του Ορμούζ δεν έκλεισαν ούτε κατά τη διάρκεια του αιματηρού και σφοδρού πολέμου Ιράν-Ιράκ το 1980-1988, όταν οι δύο πλευρές προσπάθησαν να διαταράξουν η μία τις εξαγωγές πετρελαίου της άλλης σε μια διαμάχη που έμεινε γνωστή ως πόλεμος των δεξαμενόπλοιων.

Οι κεντρικές τράπεζες και η μείωση των επιτοκίων

Ο γεωπολιτικός κίνδυνος και ο υψηλότερος από τον αναμενόμενο πληθωρισμό του Μαρτίου στις κυριότερες οικονομίες του κόσμου, είναι από τα κυρίαρχα θέματα των αγορών που παρακολουθείται πολύ στενά από τις κεντρικές τράπεζες.

Η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν απειλεί με νέα άνοδο των τιμών των καυσίμων, της ενέργειας και των τροφίμων σε όλο τον κόσμο, αναζωπυρώνοντας εκ νέου τους φόβους των κεντρικών τραπεζών για τον πληθωρισμό.

Φαίνεται ότι το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον θα είναι ρευστό το 2024 όσο θα παραμένει ο κίνδυνος κλιμάκωσης της έντασης στη Μέση Ανατολή, ενώ η επανεκλογή του Ντόναλτ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, θα μπορούσε να επιδεινώσει τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας, με αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα και στο διεθνές εμπόριο.

Όλα τα πιο πάνω δεδομένα ξανά δημιουργούν πληθωριστικές πιέσεις, αναγκάζοντας τους οικονομολόγους να αναθεωρήσουν τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων από τις κυριότερες κεντρικές τράπεζες, όπως της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ECB) και της Τράπεζας της Αγγλίας (BoE).

Η άνοδος του πληθωρισμού κατά 3,5% τον Μάρτιο στις ΗΠΑ (άνοδος για 4ο συνεχόμενο μήνα), ήταν μια ακόμη δυσάρεστη έκπληξη για τους αναλυτές και την Federal Reserve, καθώς επιβεβαιώθηκε ότι η αποπληθωριστική τάση του 2023 (λόγω μειωμένου κόστους ενέργειας) έχει σταματήσει εντελώς.

Επιπλέον, η κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή ενδεχομένως να αυξήσει τις τιμές ενέργειας και βασικών καταναλωτικών αγαθών σε Ευρώπη και Ηνωμένο Βασίλειο, επιδεινώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις στους επόμενους μήνες.

Η εκ νέου άνοδος στις τιμές πετρελαίου λόγω γεωπολιτικών εντάσεων, η πλήρης απασχόληση και οι δυνατοί οικονομικοί δείκτες ενδεχομένως να καθυστερήσουν τις κεντρικές τράπεζες να κηρύξουν τη νίκη επί του πληθωρισμού, η οποία θα καθυστερήσει ή θα μειώσει την ταχύτητα με την οποία θα γίνουν οι περικοπές επιτοκίων.

Ενδεικτικό της απόκλισης των νομισματικών αποφάσεων είναι ότι οι αγορές στις αρχές του 2024 προεξοφλούσαν 2-3 μειώσεις επιτοκίων από την κάθε κεντρική τράπεζα κατά τη διάρκεια του έτους, ενώ τώρα με τα νέα δεδομένα, τιμολογούν το πολύ μία μείωση επιτοκίου ή και καθόλου.

Με τα τωρινά δεδομένα, η πρώτη μείωση επιτοκίων (κατά 0,25%) από μεγάλη κεντρική τράπεζα ενδέχεται να είναι από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα-ΕΚΤ στη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου λόγω της σημαντικά ασθενέστερης ευρωπαϊκής αναπτυξιακής απόδοσης σε σχέση με τις ΗΠΑ, ενώ η Federal Reserve αναμένεται να μειώσει τον Ιούλιο ή τον Σεπτέμβριο.

Διαβάστε επίσης: Η Μεσόγειος εκπέμπει SOS – Ειδικοί προειδοποιούν για τον κίνδυνο λειψυδρίας

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ