Του Παναγιώτη Μαυρομιχάλη*
Το 2021 θα αποτελέσει μια χρονιά μεγάλων προκλήσεων, δεδομένου του ότι η χώρα υποδέχεται τη νέα χρονιά με αδύναμες δημοσιονομικές αντοχές. Τρεις μεγάλες προκλήσεις διαφαίνονται να κυριαρχούν στο προσκήνιο, κάθε μια εκ των οποίων θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ορθολογισμό και με γνώμονα τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της χώρας.
Πρώτη μεγάλη πρόκληση αποτελεί η άρση του μορατόριουμ στην αποπληρωμή δανείων. Αυτή αναμένεται να δημιουργήσει ένα περιβάλλον αυξημένου ρίσκου μη εξυπηρετούμενων δανείων, ασκώντας πιέσεις στο χρηματοοικονομικό σύστημα της χώρας και ειδικότερα στις κεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών. Ωστόσο, το 2021 θα πρέπει να καταστεί η χρονιά που ο τραπεζικός τομέας θα απαλλαγεί από το βαρίδιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Κατά συνέπεια, θα χρειαστεί να ληφθούν γενναίες αποφάσεις για την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα, μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες και λαϊκισμούς. Ενδεχομένως ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος αυτού να είναι η δημιουργία μιας κακής τράπεζας σε εθνικό επίπεδο, υπό την τεχνοκρατική και οικονομική στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχοντας ως δεδομένο ότι ολόκληρη η Ευρωζώνη θα έρθει αντιμέτωπη με προβλήματα μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα πρέπει να διαβουλευθούμε έγκαιρα και καλοπροαίρετα με τις ευρωπαϊκές αρχές, διαμηνύοντας ότι είμαστε έτοιμοι να εφαρμόσουμε ένα σταθερό, ρεαλιστικό και ορθολογιστικό νομοθετικό πλαίσιο όσον αφορά το θέμα των εκποιήσεων. Επίσης, υπάρχει ανάγκη ενεργής εμπλοκής στα υπό εξέλιξη ευρωπαϊκά προγράμματα που αποσκοπούν στην εναλλακτική χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Αναγκαίο ένα νέο οικονομικό μοντέλο
Η δεύτερη μεγάλη πρόκληση εστιάζεται στην αναμενόμενη μείωση των ξένων επενδύσεων, μετά και το άδοξο τέλος του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος. Λαμβάνοντας υπόψη την αρνητική εικόνα που έχει δημιουργηθεί γύρω από το χρηματοοικονομικό μοντέλο της Κύπρου από το 2013 και μετά, είναι πλέον αναγκαίο να εκπονηθεί ένα μακροχρόνια βιώσιμο οικονομικό μοντέλο, κάτι το οποίο δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Παραδείγματα άλλων μικρών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία ή ακόμα και η Λιθουανία, καταδεικνύουν ότι η εκπόνηση ενός μακροχρόνιου και βιώσιμου οικονομικού μοντέλου είναι ο πιο υγιής τρόπος προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Η δημιουργία ενός τέτοιου μοντέλου, υπό την καθοδήγηση ενός ανεξάρτητου και αξιόπιστου διεθνούς οίκου, ενδεχομένως να αποτελεί τη μόνη εναλλακτική λύση. Ωστόσο, χρειάζεται να δοθεί πίστωση χρόνου στο συγκεκριμένο μοντέλο για να αποδώσει, αποφεύγοντας την προσδοκία για άμεση εισροή βραχυπρόθεσμων και μη επαναλαμβανόμενων επενδύσεων. Επιπρόσθετα, είναι ευκαιρία να χτίσουμε πάνω σε ένα από τα θετικά κατάλοιπα της κρίσης της πανδημίας: την αναβάθμιση στην οποία αναγκάστηκαν να προβούν εταιρείες, φορείς και κυβέρνηση στον τομέα της ψηφιακής διακυβέρνησης. Ο εκσυγχρονισμός της ψηφιακής διακυβέρνησης θα καταστήσει πιο ανταγωνιστικό τόσο τον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα. Ένα παράδειγμα είναι η επιτάχυνση της υλοποίησης των ψηφιακών υπογραφών και των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Δυσκολίες και στον τουρισμό
Η τρίτη μεγάλη πρόκληση αφορά τις προοπτικές του τουριστικού τομέα της χώρας. Παρά την προσδοκία αυξημένων τουριστικών αφίξεων σε σχέση με το 2020, τα έσοδα από την τουριστική βιομηχανία αναμένεται να απέχουν κατά πολύ από αυτά του 2019. Αυτό αναμένεται να επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τα δημόσια οικονομικά κατά το 2021, δεδομένης της σημαντικής εξάρτησης του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος από την τουριστική βιομηχανία. Γνωρίζοντας όμως ότι η επιβράδυνση του συγκεκριμένου τομέα οφείλεται σε εξωγενείς και βραχυπρόθεσμους παράγοντες (πανδημία κορωνοϊού), οι προοπτικές παραμένουν θετικές για τα επόμενα χρόνια. Ένα σενάριο που θα οδηγούσε σε μια καλύτερη από το αναμενόμενο πορεία του τουριστικού τομέα θα ήταν μια πιθανή έξαρση στο παγκόσμιο τουριστικό ρεύμα με τη λήξη της πανδημίας. Από την άλλη, ένα σενάριο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια δυσμενέστερη από το αναμενόμενο πορεία του τουριστικού τομέα θα ήταν το ενδεχόμενο πρόκλησης ενός θερμού επεισοδίου με την Τουρκία.
Χρειάζεται και διορατικότητα
Είναι σημαντικό οι πιο πάνω προκλήσεις να αντιμετωπιστούν τεχνοκρατικά και με διορατικότητα, για να θωρακιστεί η οικονομία. Αν το πράξουμε αυτό, η υφιστάμενη χαλαρή νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μπορούν να αφήσουν ανοικτή την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές για σκοπούς χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, έστω και αν αυτό υπερβαίνει τα επιθυμητά επίπεδα.
*Προέδρου του CFA Society Κύπρου