Γιατί οι Κύπριοι έχουν εγκαταλείψει τις μετοχές;

Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί η αγορά της Κύπρου κρατάει επιφυλακτική στάση απέναντι στα μετοχικά χαρτοφυλάκια.

Του Διονύση Σινάνου, CFA*

Η εμπιστοσύνη των Κύπριων επενδυτών στις αγορές επανέρχεται με αργά βήματα, μετά τη φούσκα του Κυπριακού Χρηματιστηρίου το 2007. Παρόλα αυτά, οι επενδύσεις που προτείνονται από τους διαχειριστές και συμβούλους, είτε τράπεζες/ασφαλιστικές είτε ανεξάρτητους, είναι κατά κανόνα σε ομόλογα και ακίνητη περιουσία.

Τι γίνεται όμως με τις μετοχές;

Συμφωνούμε όλοι ότι οι μετοχές ως χρηματοοικονομικό προϊόν είναι πιο επικίνδυνες από τα ομόλογα και τα ακίνητα. Ο λόγος είναι ότι η τιμή τους διακυμαίνεται πιο γρήγορα και τυχόν απότομες πτώσεις μπορούν να πλήξουν περισσότερο το χαρτοφυλάκιο του επενδυτή. Μιλώντας όμως για διεθνείς μετοχές, το ρίσκο μειώνεται αισθητά.

Ονόματα όπως η Nestle, η Unilever και η L’Oreal διαθέτουν πολύ μεγάλη κεφαλαιοποίηση και οι ακραίες μεταβολές στην τιμή τους είναι σπάνιες. Στα εν λόγω παραδείγματα, η μεγαλύτερη ημερησία πτώση σε διάστημα πενταετίας ήταν -3.8%, -6.5% και -5.2% αντίστοιχα. Σίγουρα επίπονη διαδικασία αλλά σε ένα καλά δομημένο χαρτοφυλάκιο, οι αρνητικές αποδόσεις αντισταθμίζονται.

Επίσης οι μετοχές χωρίζονται με την σειρά τους σε κυκλικούς ή μη κυκλικούς τομείς. Καθένας από αυτούς τους τομείς αποδίδει διαφορετικά, ανάλογα με την πορεία της οικονομίας και τις προσδοκίες που υπάρχουν για αυτή. Δημιουργώντας ένα χαρτοφυλάκιο το οποίο περιέχει στοιχεία και στις δυο κατηγορίες, ο επενδυτής μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο του συνολικά, απολαμβάνοντας καλύτερες αποδόσεις από ομολογιακά ή άλλου είδους επενδυτικά προϊόντα.

Οι χρηματιστηριακοί δείκτες, για παράδειγμα αποτελούνται, και από κυκλικές και από μη κυκλικές μετοχές. Μετά την Διεθνή Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008, από τα χαμηλά του Μάρτη 2009 εώς το τέλος του 2019, ο αμερικάνικος δείκτης S&P 500 έχει αποδώσει μαζί με μερίσματα 492% και ο γερμανικός δείκτης DAX 30 261%. Τα νούμερα αυτά δεν υπονοούν ότι οι αναφερθέντες αποδόσεις θα επαναληφθούν και την επόμενη δεκαετία, αλλά επισημαίνουν ότι μια μακροχρόνια στρατηγική που συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων και μετοχές μπορούν να βοηθήσουν τον επενδυτή να βελτιώσει την απόδοσή του.

Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί η αγορά της Κύπρου κρατάει επιφυλακτική στάση απέναντι στα μετοχικά χαρτοφυλάκια.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στους μεγάλους εγχώριους διαχειριστές κεφαλαίων, δηλαδή τράπεζες και ασφαλιστικές, που δεν διαθέτουν εξειδικευμένο προσωπικό να βοηθήσουν στην ανάλυση και διαχείρισή τους. Τα περισσότερα ιδρύματα προωθούν στους πελάτες τους έτοιμα funds τα οποία όμως, παρά τα ωφελήματά τους, έχουν επιπλέον κόστη, λιγότερη ρευστότητα ή και ακόμα αδιαφάνεια στις επενδύσεις τους. Εις βάθος ανάλυση και ως εκ τούτου καλύτερη επιμόρφωση των επενδυτών όσον αφορά τις μετοχές έχει μείνει στα χέρια μερικών ανεξάρτητων ΚΕΠΕΥ.

Επίσης τα ομόλογα έχουν κερδίσει πολλούς πόντους τα τελευταία χρόνια στην κυπριακή αγορά. Οι μικρότερες διακυμάνσεις στην τιμή τους, τα κουπόνια και η απόδοση όλου το κεφαλαίου στην λήξη τους πείθουν περισσότερο για επενδύσεις. Αλλά ξεχνάμε ότι την τελευταία δεκαετία τα επιτόκια μόνο μειώνονται στην Ευρώπη (ευνοϊκό για την τιμή των ομολόγων). Έχοντας -0.5% στην Ευρωζώνη και στοιχηματίζοντας ή για μια μεγάλη σταδιακή άνοδο στο 1.5% ή για μια μεγάλη σταδιακή πτώση στο -2.5% τα επόμενα 5-10 χρόνια, προσωπικά θα στοιχημάτιζα προς το πρώτο σενάριο. Ακραία σενάρια και τα δυο, αλλά η ουσία είναι ότι ο επενδυτής θα πρέπει να μείνει κλειδωμένος στις επενδύσεις του μέχρι την λήξη των ομολόγων, καθώς η τιμή τους θα πέφτει. Επίσης μια τέτοια προαναφερθείσα άνοδος στα επιτόκια μειώνουν αντίστοιχα και την αξία της ακίνητης περιουσίας.  

Μακροπρόθεσμα λοιπόν, οι μετοχές μπορούν να δώσουν μεγαλύτερη ευελιξία στα χαρτοφυλάκια. Εναλλάσσοντας σε μετοχές ανάλογα με το αν η οικονομία είναι σε ανάπτυξη ή ύφεση, αν η νομισματική πολιτική είναι σφιχτή ή χαλαρή, μπορεί να βοηθήσει τον επενδυτή να κινηθεί πιο ευέλικτα και τις επενδυτικές εταιρίες να βελτιώσουν τις αποδόσεις τους, να αποφύγουν κρυφές χρεώσεις και να έχουν άμεση ρευστότητα.

*Ο Διονύσης Σινάνος, CFA, είναι Asset Manager στην One Plus Capital Ltd και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του CFA Cyprus. 

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ